Θετικά γύρισαν οι ευρωπαϊκές αγορές την Παρασκευή, καθώς οι επενδυτές βλέπουν κάποια αχτίδα φωτός μετά τα τελευταία εμπορικά στοιχεία της Κίνας και την αναβολή του Brexit, αλλά παραμένουν προσεκτικοί όσον αφορά την παγκόσμια ανάπτυξη.
Η αγορά επικεντρώνεται στα εταιρικά κέρδη πρώτου τριμήνου, για τα οποία έχει ανησυχίες, καθώς και στο outlook για την διεθνή οικονομία. Σήμερα ανακοινώνουν στοιχεία πρώτου τριμήνου η JPMorgan και η Wells Fargo.
Στη Φρανκφούρτη ο DAX ενισχύεται 0,5%, στο Λονδίνο ο FTSE 100 κατά 0,4%, στο Παρίσι ο CAC επίσης κατά 0,4%. Στον ευρωπαϊκό Νότο, ο ΙΒΕΧ κινείται ανοδικά κατά 0,1%, ενώ ο ΜΙΒ κατά 0,3%.
Στο μέτωπο των δεδομένων, οι εξαγωγές της Κίνας τον Μάρτιο ήταν υψηλότερες από τις αναμενόμενες, ενώ οι εισαγωγές κινήθηκαν χαμηλότερα από τις εκτιμήσεις, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν την Παρασκευή.
Οι κινεζικές εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 14,2% τον περασμένο μήνα σε σύγκριση με έναν χρόνο νωρίτερα, ξεπερνώντας τις εκτιμήσεις έρευνας του Reuters για ετήσια αύξηση 7,3% και μετά τη «βουτιά» κατά 20,7% του Φεβρουαρίου. Σύμφωνα με το CNBC, οι εισαγωγές υποχώρησαν 7,6% σε ετήσια βάση, ενώ οι αναλυτές ανέμεναν μικρότερη πτώση ύψους 1,3% και ενώ τον Φεβρουάριο είχαν κινηθεί αρνητικά κατά 5,2%.
Το εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας διαμορφώθηκε στα 32,64 δισ. δολάρια, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Reuters, την ώρα που δημοσκόπηση του ειδησεογραφικού πρακτορείου προέβλεπε ότι θα φτάσει τα 7,05 δισ. δολάρια.
Το κλίμα βοηθάει και η «ευέλικτη παράταση» που πήρε το Ηνωμένο Βασίλειο για την αποχώρησή του από το μπλοκ, μέχρι τις 31 Οκτωβρίου.
Σύμφωνα ωστόσο με την Κριστίν Λαγκάρντ, αν και με την εξάμηνη καθυστέρηση αποτρέπεται το σενάριο αποχώρησης χωρίς συμφωνία, δεν αίρεται η αβεβαιότητα για το τελικό αποτέλεσμα.
Το γεγονός ότι για πρώτη φορά διεξάγονται συζητήσεις μεταξύ των Συντηρητικών της Βρετανίδας πρωθυπουργού Τερέζα Μέι και των Εργατικών του Τζέρεμι Κόρμπιν είναι θετικό σημάδι, τόνισε ο υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας, Πέτερ Αλτμάιερ.
Στο εταιρικό μέτωπο, ενημερωτικό δελτίο για την αρχική δημόσια προσφορά και την εισαγωγή της στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης υπέβαλε η Uber Technologies. Σε αυτό αποκαλύπτεται ότι η εταιρεία διαμοιρασμού αυτοκινήτων είχε ταχύτατη ανάπτυξη τα τελευταία τρία χρόνια, αλλά και το πώς μία σειρά σκανδάλων και ο αυξημένος ανταγωνισμός από άλλες αντίστοιχες επιχειρήσεις έχουν επιβαρύνει τα σχέδια προσέλκυσης και διατήρησης οδηγών.
Παρουσιάζεται επίσης και το πόσο μακριά παραμένει η Uber από την επιστροφή σε κέρδη, με την εταιρεία να αναμένει τα λειτουργικά έξοδα «να αυξηθούν σημαντικά στο άμεσο μέλλον» και «ίσως να μην επιτύχει κερδοφορία».
Το 2018 η Uber είχε ζημία 3,03 δισ. από τις επιχειρηματική δραστηριότητά της. Στο δελτίο που υπεβλήθηκε στην αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δηλώνεται επίσης ότι έχει 91 εκατ. ενεργούς μηνιαίους χρήστες στις πλατφόρμες της κατά μέσο όρο.