Καθώς οι παγκόσμιες αγορές προσπαθούν να ανακάμψουν από τη χειρότερη εβδομάδα τους εδώ και αρκετά χρόνια, τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια εμφανίζονται ενισχυμένα στο άνοιγμα της συνεδρίασης.
Ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx ενισχύεται 0,7%, στη Φρανκφούρτη ο DAX επίσης ανοδικά 1%, στο Λονδίνο ο FTSE σε άνοδο 0,7%, στο Παρίσι ο CAC ενισχύεται 1%, στη Μαδρίτη ο IBEX και στο Μιλάνο ο MIB σε άνοδο 1%.
Στο επίκεντρο των επενδυτών και σήμερα εταιρικά κέρδη. Οι Michelin, Heineken και Prada είναι ανάμεσα στις επιχειρήσεις που θα δημοσιεύσουν στοιχεία.
Σε υψηλότερο επίπεδο κινήθηκαν τα κυριότερα ασιατικά χρηματιστήρια, αν και η νευρικότητα των επενδυτών αναφορικά με τον επαπειλούμενο κίνδυνο από τα στοιχεία για τον πληθωρισμό των ΗΠΑ, δεν έχει καταλαγιάσει.
Την ίδια ώρα, σε δηλώσεις της για τις τελευταίες απότομες διακυμάνσεις στις αγορές, η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ, σημείωσε ότι «οι απότομες διακυμάνσεις στις παγκόσμιες αγορές μετοχών και σε άλλες αγορές τις τελευταίες ημέρες δεν είναι ανησυχητικές, καθώς η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη είναι ισχυρή και η διαθέσιμη χρηματοδότηση είναι επαρκής».
Σύμφωνα με το Reuters, η Κριστίν Λαγκάρντ, μιλώντας σε διάσκεψη στο Ντουμπάι για τις παγκόσμιες επιχειρηματικές και κοινωνικές τάσεις, σημείωσε επίσης ότι οι ρυθμιστικές αρχές και οι κυβερνήσεις πρέπει να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία για να αποτρέψουν μελλοντικές κρίσεις, με οικονομικές και χρηματοπιστωτικές μεταρρυθμίσεις.
Στο πολιτικό προσκήνιο, τα φώτα πέφτουν στη Γερμανία και στη συνέντευξη της Άγκελα Μέρκελ, στο δεύτερο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ZDF.
Σύμφωνα με απόσπασμα της συνέντευξης που έχει ήδη δοθεί στη δημοσιότητα, η κυρία Μέρκελ παραδέχεται ότι η παραχώρηση του υπουργείου Οικονομικών στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα ήταν «οδυνηρή», αλλά τη χαρακτηρίζει «αποδεκτή», καθώς, σε διαφορετική περίπτωση, δεν θα υπήρχε συμφωνία για σχηματισμό κυβέρνησης. Σε αυτό το πλαίσιο το CDU «πλήρωσε το κόστος» για τον νέο «μεγάλο» συνασπισμό.
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, την προσοχή τραβά η αναμενόμενη αποκάλυψη του σχεδίου υποδομών ύψους 200 δισ. δολαρίων από τον Αμερικανό Πρόεδρο.
Το σχέδιο πρόκειται να δεχθεί αρκετή κριτική από τους Δημοκρατικούς που υποστηρίζουν ότι δεν προσφέρει όση χρηματοδότηση θα ήθελαν, όπως αναφέρει το Reuters.