Η μεγαλύτερη φούσκα είναι στις μετοχές της Wall Street

Οι επενδυτές πιστεύουν ότι το χάσμα μεταξύ της Αμερικής και του κόσμου δικαιολογείται. Ωστόσο, οι ΗΠΑ ποτέ δεν ήταν τόσο υπερεκτιμημένες σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο, γράφει ο πρόεδρος του Rockefeller International.

Η μεγαλύτερη φούσκα είναι στις μετοχές της Wall Street
  • του Ruchir Sharma*

Η ιδέα της Αμερικής ως ενός εξαιρετικού έθνους, ανώτερου των αντιπάλων του και ως εκ τούτου προορισμένου να ηγηθεί του κόσμου, φαίνεται ξεπερασμένη για τους περισσότερους παρατηρητές.

Σε πολιτικούς, διπλωματικούς και στρατιωτικούς κύκλους, γίνεται συζήτηση για μια δυσλειτουργική υπερδύναμη, με πολιτική απομονωτισμού ως προς το εξωτερικό και πολωμένη στο εσωτερικό. Αλλά στον επενδυτικό κόσμο, ο όρος «αμερικανική εξαίρεση» είναι πιο «καυτός» από ποτέ.

Ενωμένοι στην πίστη τους στη δύναμη των αμερικανικών χρηματαγορών και της ικανότητάς τους να συνεχίσουν να υπεραποδίδουν έναντι όλων των άλλων οικονομιών, οι ανά τον κόσμο επενδυτές δεσμεύουν περισσότερα κεφάλαια σε μία και μόνο χώρα απ’ όσο ποτέ άλλοτε στη σύγχρονη ιστορία.

Το αμερικανικό χρηματιστήριο πλέον ίπταται πάνω από τα υπόλοιπα. Οι σχετικές τιμές είναι οι υψηλότερες από τότε που τηρούνται δεδομένα πριν από περισσότερο από έναν αιώνα, ενώ οι σχετικές αποτιμήσεις βρίσκονται στο peak από τότε που ξεκίνησε η τήρηση δεδομένων πριν από μισό αιώνα.

Ως αποτέλεσμα, οι αποτιμήσεις των εισηγμένων στις ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 70% της κεφαλαιοποίησης των κορυφαίων δεικτών των αγορών παγκοσμίως, από 30% που ήταν τη δεκαετία του 1980. Και το δολάριο, σύμφωνα με ορισμένες μετρήσεις, τελεί υπό διαπραγμάτευση σε υψηλότερη αξία απ’ ό,τι οποιαδήποτε άλλη στιγμή, από τότε που ο αναπτυγμένος κόσμος εγκατέλειψε τις σταθερές ισοτιμίες, πριν από 50 χρόνια.

Η συντριπτικά πλειοψηφούσα γνώμη είναι πως το χάσμα μεταξύ των ΗΠΑ και του κόσμου δικαιολογείται από τη δύναμη των κερδών των κορυφαίων αμερικανικών εταιρειών, της παγκόσμιας εμβέλειάς τους και του ηγετικού τους ρόλου στην τεχνολογική καινοτομία.

Αυτά τα δυνατά σημεία είναι πραγματικά. Αλλά ένας ορισμός της φούσκας είναι πως πρόκειται για μια καλή ιδέα που έχει παρατραβήξει. Το δέος της «αμερικανικής εξαίρεσης» στις αγορές έχει πλέον παρατραβήξει.

Το μερίδιο της Αμερικής στις παγκόσμιες αγορές μετοχών είναι πολύ μεγαλύτερο από το 27% που είναι το μερίδιό της στην παγκόσμια οικονομία. Η επερχόμενη επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο έχει ενισχύσει αυτή την αποσύνδεση.

Οι επενδυτές πιστεύουν πως τα σχέδιά του να αυξήσει τους δασμούς, να μειώσει τους φόρους και να περικόψει τις ρυθμίσεις, θα «φουσκώσουν» περαιτέρω τις αμερικανικές αγορές, οι οποίες ξεπερνούν αυτές του υπόλοιπου κόσμου από τότε που τελείωσε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Τον Νοέμβριο, με τη νίκη του Τραμπ, οι ΗΠΑ εμφάνισαν τον ισχυρότερο μήνα υπεραπόδοσής τους μέχρι σήμερα.  

Είναι λες και η Αμερική είναι η μόνη χώρα στην οποία αξίζει να επενδύσει κανείς. Ταξιδεύοντας στην Ασία και στην Ευρώπη, συναντώ διαρκώς επενδυτές που φαίνονται κατάπληκτοι με τον παγκόσμιο γίγαντα.

Στο Μουμπάι, οι χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι πιέζουν τους πελάτες τους να διαφοροποιηθούν εκτός Ινδίας, αγοράζοντας τη μόνη αγορά που είναι ακόμα πιο ακριβή -την Αμερική. Στη Σιγκαπούρη, ο οικοδεσπότης γεύματος με wealth managers τους ρώτησε: «Υπάρχει κάποιος εδώ που δεν έχει Nvidia;» Δεν σηκώθηκε ούτε ένα χέρι.

Δεν πρόκειται για μια φούσκα στις αμερικανικές αγορές, αλλά για μια μανία στις παγκόσμιες αγορές. Στο αποκορύφωμα της φούσκας των dotcom το 2000, οι αμερικανικές μετοχές ήταν πιο ακριβά αποτιμημένες απ’ ό,τι είναι σήμερα. Αλλά η αμερικανική αγορά δεν τελούσε υπό διαπραγμάτευση με τόσο μεγάλο premium έναντι του υπόλοιπου κόσμου.

Ούτε είναι απλώς η μανία για την τεχνητή νοημοσύνη (ΑΙ) με άλλο όνομα. Στους δείκτες που σταθμίζουν τις μετοχές εξίσου, ανεξαρτήτως μεγέθους, και τυγχάνουν διόρθωσης για την κυριαρχία του τεχνολογικού τομέα, οι ΗΠΑ υπεραποδίδουν του υπόλοιπου κόσμου κατά περισσότερο από τέσσερα προς ένα από το 2009.

Μέρος του premium είναι λογικό. Σε σύγκριση με την Ευρώπη και την Ιαπωνία, η αμερικανική οικονομία αναπτύσσεται ταχύτερα. Σε σύγκριση με πολλές άλλες αναπτυσσόμενες χώρες, ωστόσο, βραδύτερα. Εντούτοις, επιβάλλεται ένα premium, που τελευταία φορά παρατηρήθηκε στην «καρδιά» της χρηματοπιστωτικής κρίσης που έπληξε τις αναδυόμενες αγορές το 1998.

Η ελκτική δύναμη της Αμερικής στις παγκόσμιες αγορές χρέους και ιδιωτικών κεφαλαίων είναι επίσης ισχυρότερη από ποτέ. Μέχρι στιγμής, το 2024, οι ξένοι έχουν ρίξει κεφάλαια στο αμερικανικό χρέος με ετησιοποιημένο ρυθμό 1 τρισ. δολαρίων, σχεδόν διπλάσιο σε σχέση με τις ροές προς την ευρωζώνη.

Οι ΗΠΑ προσελκύουν τώρα πάνω από το 70% των ροών στην ύψους 13 τρισ. δολαρίων παγκόσμια αγορά ιδιωτικών επενδύσεων, που συμπεριλαμβάνουν τις μετοχές και τις πιστώσεις.

Αν και οι περισσότεροι παρατηρητές νομίζουν πως ο κόσμος είναι όλο και πιο πολυπολικός, οι επενδυτές πιστεύουν πως είναι όλο και πιο μονοπολικός -και αυτό καθιστά τις αγορές ένα παιχνίδι «μηδενικού αθροίσματος». Στο παρελθόν, συμπεριλαμβανομένης της «οργιώδους» δεκαετίας του 1920 και της εποχής dotcom, η ανοδική αμερικανική αγορά θα ανέβαζε τις άλλες αγορές. Σήμερα, η ακμάζουσα αμερικανική αγορά ρουφάει χρήμα από τις άλλες.

Οι επενδυτές εξακολουθούν να θέλουν να πιστεύουν πως τα θεμελιώδη καθοδηγούν τις τιμές και το κλίμα. Αλλά έρχεται ο καιρός που το κλίμα αρχίζει να καθοδηγεί τα θεμελιώδη. Όταν το χρήμα φεύγει από μικρότερες αγορές, οι εκροές αποδυναμώνουν το νόμισμα, αναγκάζουν την κεντρική τράπεζα να αυξήσει τα επιτόκια, επιβραδύνουν την οικονομία και κάνουν τα θεμελιώδη της χώρας να μοιάζουν χειρότερα.

Η συζήτηση περί φουσκών στην τεχνολογία ή την ΑΙ, ή στις επενδυτικές στρατηγικές που επικεντρώνονται στην ανάπτυξη και τη δυναμική, υποκρύπτει τη «μητέρα όλων των φουσκών» στις αμερικανικές αγορές. Καθώς κυριαρχεί πλήρως το μυαλό των παγκόσμιων επενδυτών, η Αμερική είναι υπεραγορασμένη, υπερτιμημένη και υπερεκτιμημένη σε βαθμό που δεν έχουμε ξαναδεί.

Όπως συμβαίνει με όλες τις φούσκες, είναι δύσκολο να γνωρίζουμε πότε θα ξεφουσκώσει ή τι θα προκαλέσει την πτώση της. Αλλά θα περιγράψω κάποια από τα πιθανά σενάρια στο επόμενο άρθρο μου.

* Ο συγγραφέας είναι πρόεδρος του Rockefeller International. Το τελευταίο του βιβλίο έχει τίτλο «What Went Wrong With Capitalism».

© The Financial Times Limited 2024. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v