H βελτίωση του χρηματιστηριακού κλίματος το τελευταίο χρονικό διάστημα δεν βασίζεται σε μεγάλες και ουσιαστικές ειδήσεις, αλλά σε παράγοντες που θεωρούνται τόσο εύθραυστοι, όσο και αναστρέψιμοι.
Το θετικό στοιχείο είναι ότι αρκετοί αναλυτές και επιχειρηματίες έχουν αρχίσει να ελπίζουν πως η μακρά προεκλογική περίοδος δεν θα φέρει προβλήματα τα οποία δεν θα είναι αντιμετωπίσιμα μετεκλογικά. Και, ακόμα, πως με αιτία ή αφορμή την όποια νέα κυβέρνηση προκύψει από τις επικείμενες βουλευτικές εκλογές, θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένα κλίμα προσδοκιών για φιλοεπιχειρηματικό κλίμα και προσέλκυση επενδύσεων, με ό,τι αυτό θα μπορούσε να σημάνει για το Χ.Α., το οποίο συχνά λειτουργεί προεξοφλώντας τις πιθανές εξελίξεις.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας παραμένουν μεγάλα και ο επενδυτικός κίνδυνος υψηλός.
Τέσσερα είναι τα βασικότερα στοιχεία που χαρακτηρίζουν την εικόνα του Χρηματιστηρίου της Αθήνας κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα:
1. Η σημαντική ανάκαμψη των τραπεζικών τίτλων, με τον τραπεζικό δείκτη να έχει ανακάμψει κατά 22,5% στο διάστημα μεταξύ 21ης Ιανουαρίου και 20ης Φεβρουαρίου (από τις 372,2 στις 456,01 μονάδες).
2. Κατά το τελευταίο εξάμηνο συνεχίσαμε να βλέπουμε ένα «χρηματιστήριο επιμέρους μετοχών» και όχι μια «αγορά Γενικού Δείκτη». Ακόμη και στις μη τραπεζικές μετοχές, παρατηρήθηκαν εντονότατες αποκλίσεις αποδόσεων, όπως χαρακτηριστικά προκύπτει και από τα στοιχεία του παρατιθέμενου πίνακα (ενδεικτικά και μόνο αναφέρονται τίτλοι που κερδίζουν από 20% έως 50% σε μόλις έξι μήνες, έως και μετοχές που στο ίδιο χρονικό διάστημα υποχρεώνονται σε μικρές ή μεγαλύτερες απώλειες).
3. Στροφή τόσο των χρηματιστηριακών εταιρειών όσο και των Ελλήνων ιδιωτών επενδυτών σε -«καλές» κατά κύριο λόγο- εταιρείες από τη μεσαία και τη χαμηλή κεφαλαιοποίηση, κυρίως λόγω των πολύ υψηλών αποδόσεων που έχουν αποφέρει κατά την τελευταία διετία. Επίσης, άλλοι θεώρησαν πως μετά από μια περίοδο ουσιαστικής αύξησης στα «μη τραπεζικά βαριά χαρτιά», στη συνέχεια το ράλι πέρασε σε επιλεγμένες μετοχές της μέσης κεφαλαιοποίησης και πως εδώ και 6-12 μήνες έχει έρθει η σειρά των small caps να παραλάβουν τη σκυτάλη της ανόδου. Έτσι, δεν είναι λίγες οι εισηγμένες του Χ.Α. των οποίων οι τρέχουσες αποτιμήσεις βρίσκονται αρκετά κοντά στα υψηλά σημεία της τελευταίας πενταετίας, παρότι στο ίδιο χρονικό διάστημα ο Γενικός Δείκτης έχει καταγράψει απώλειες της τάξεως του 46%!
4. Η άμβλυνση των ανησυχιών των ξένων επενδυτών για το περιβόητο πολιτικό ρίσκο της ελληνικής οικονομίας σε ένα έτος πολλαπλών εκλογικών αναμετρήσεων. Ενδεικτικό είναι το ότι η απόδοση (yield) των δεκαετών ελληνικών κρατικών τίτλων υποχώρησε από τα επίπεδα του 4,5% γύρω στο 3,7%-3,8%, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για τις αποτιμήσεις των ελληνικών μετοχών από τους αναλυτές.
Τι άλλαξε
Σ’ αυτό το περιβάλλον ωστόσο, το βασικό ερώτημα παραμένει: Ποιοι παράγοντες άλλαξαν σε σχέση με τους προηγούμενους μήνες και τώρα οι αγορές βλέπουν καλύτερες τις προοπτικές του Χ.Α. για τα επόμενα χρόνια; Και αυτό γιατί καμιά «μεγάλη είδηση» δεν προέκυψε, ικανή να αναστρέψει μόνιμα και δυναμικά την εικόνα των αγορών για το ελληνικό μέλλον.
Σύμφωνα με χρηματιστηριακούς παράγοντες, «η βελτίωση του κλίματος αποτελεί αναμφίβολα θετική εξέλιξη, πλην όμως χρειάζεται ακόμη προσοχή, καθώς αυτή οφείλεται σε παράγοντες που είναι τόσο εύθραυστοι, όσο και αναστρέψιμοι».
Για παράδειγμα, η κατάσταση στις διεθνείς αγορές έχει εξομαλυνθεί και όσοι φοβούνταν ένα καταστροφικό 2019 για τα μεγάλα χρηματιστήρια του εξωτερικού, φαίνεται πως το ξανασκέφτονται. Κανείς ωστόσο δεν μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια πώς θα κινηθούν οι διεθνείς αγορές μέχρι το τέλος του έτους.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα τώρα, δεν έχουν κοπάσει οι επισημάνσεις αναλυτών και κοινοτικών αξιωματούχων για τη δημιουργία ενός (προεκλογικού) κλίματος δημοσιονομικής χαλαρότητας και μεταρρυθμιστικής κόπωσης. Και κυρίως ο φόβος τους είναι πως θα μπούμε σε ένα περιβάλλον, στο οποίο τα πολιτικά κόμματα θα ανταγωνίζονται για το ποιο θα υποσχεθεί μεγαλύτερες μελλοντικές παροχές. Και όλα αυτά την ώρα που γνωρίζουν πως η όποια κυβέρνηση εκλεγεί θα κληθεί να διαχειριστεί πολλά καυτά προβλήματα (π.χ. τράπεζες, ΔΕΗ, ΕΒΖ, ΛΑΡΚΟ).
Ωστόσο, φαίνεται πως το τελευταίο χρονικό διάστημα ορισμένοι έχουν αρχίσει να υποβαθμίζουν τον συγκεκριμένο κίνδυνο, είτε γιατί προβλέπουν εκλογές μέχρι τον προσεχή Μάιο, είτε γιατί εκτιμούν πως η όποια κυβέρνηση προκύψει από τις επόμενες βουλευτικές εκλογές, θα είναι εκ των πραγμάτων αναγκασμένη να ασχοληθεί εντατικά με τα υπάρχοντα προβλήματα.
Πλεονεκτήματα
Ορισμένοι αναλυτές, μάλιστα, θεωρούν πως σε περίπτωση που δεν προκύψει κάτι το ιδιαίτερα αρνητικό στο εξωτερικό, η Ελλάδα θα μπορούσε να αποτελέσει φέτος μια θετική χρηματιστηριακή έκπληξη, στηρίζοντας τη συγκεκριμένη εκτίμησή τους στα παρακάτω επιχειρήματα:
1. Οι ελληνικές μετοχές διαπραγματεύονται με δείκτες P/E και μερισματικής απόδοσης (2,9% στους μη τραπεζικούς τίτλους) ελκυστικότερους σε σύγκριση με αυτούς του εξωτερικού.
2. Ακόμη και με βάση τα συντηρητικά σενάρια, η ελληνική οικονομία θα είναι σε θέση κατά τα επόμενα χρόνια να αναπτύσσεται με ετήσιους ρυθμούς μεταξύ του 1% και του 2%.
3. Με βάση τις προβλέψεις των αναλυτών, τα κέρδη των εισηγμένων εταιρειών θα αυξηθούν περαιτέρω μέσα στο 2019 κατά 10%-15%.
4. Από την όλη προεκλογική διαδικασία θα μπορούσε να προκύψει ένα κλίμα μετεκλογικής ευφορίας, με το σκεπτικό ότι η όποια κυβέρνηση προκύψει θα επιχειρήσει μια σαφή στροφή προς την επιχειρηματικότητα και την προσέλκυση επενδύσεων, ξεμπλοκάροντας projects που έχουν κολλήσει εδώ και χρόνια και επιταχύνοντας τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων τραπεζικών δανείων.
«Η εκκίνηση του Ελληνικού και η ανακοίνωση ενός-δύο άλλων αξιοσημείωτων projects θα μπορούσε να είναι αρκετή για να αλλάξει το κλίμα στην αγορά επί το θετικότερο», υποστηρίζει γνωστός διαχειριστής, συμπληρώνοντας: «Από τη δημιουργία ενός τέτοιου κλίματος, θα μπορούν να βγουν ιδιαίτερα ωφελημένοι όχι μόνο οι μέτοχοι (μικροί και μεγάλοι) των εισηγμένων εταιρειών του Χ.Α., αλλά και η ελληνική οικονομία γενικότερα».
Όπως άλλωστε έχουμε επισημάνει και στο πρόσφατο παρελθόν, στην αγορά έχει δημιουργηθεί ένα κλίμα προσδοκιών ότι θα μπορούσαμε να δούμε μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο-δεκαοκτάμηνο διαφοροποιήσεις στη μετοχική διάρθρωση αρκετών εισηγμένων εταιρειών (με ό,τι αυτό θα μπορούσε να σημάνει για τις τιμές τους στο Χ.Α.), πότε μέσα από την αλλαγή ιδιοκτησιακού καθεστώτος και την προσέλκυση στρατηγικών επενδυτών και πότε μέσα από τη διάθεση μειοψηφικών πακέτων από τους βασικούς μετόχους σε funds και μεγάλους ιδιώτες επενδυτές.
Η προσέλκυση στρατηγικών επενδυτών αποσκοπεί στην ενίσχυση των μακροπρόθεσμων προοπτικών των εταιρειών, ενώ η διάθεση μειοψηφικών πακέτων στη διεύρυνση της διασποράς (free float) στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, αλλά και στην αύξηση των… τραπεζικών καταθέσεων των βασικών μετόχων.
Έτσι, όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ, δεν είναι λίγοι οι βασικοί μέτοχοι εισηγμένων εταιρειών που προσεγγίζονται από θεσμικούς επενδυτές για να δώσουν πακέτα και απαντούν πως «κάτι τέτοιο θα συζητηθεί όταν το ταμπλό δείξει υψηλότερες αποτιμήσεις».