H φορολαίλαπα και οι καταθέσεις στην Ελβετία

Πώς θα μπορούσε η Ελλάδα να φορολογήσει "εξαγωγείς παράνομων κεφαλαίων" στην Ελβετία. Τι θα μπορούσαν να κάνουν οι βουλευτές -αν ήθελαν- για να παρακάμψουν το τραπεζικό απόρρητο. Γράφει ο Χ. Τσέλιος.

  • του Χαράλαμπου Τσέλιου*
H φορολαίλαπα και οι καταθέσεις στην Ελβετία
Διαβάζουμε στην οικονομική ειδησεογραφία των ημερών, ότι το αφορολόγητο όριο μελετάται να καταργηθεί. Ότι επιστρέφουμε στην εκληπτορία (ενοικίαση φόρων και άλλων προσόδων του δημοσίου) του 19ου αιώνα, εφόσον μελετάται να παραχωρηθεί η ευθύνη είσπραξης των ασφαλιστικών εισφορών σε ιδιωτικές εισπρακτικές εταιρίες.

Είναι να απορεί κανείς ότι οι Έλληνες προσπαθούν να διασώσουν ό,τι μπορούν από την φορο-λαίλαπα που κάθε μέρα ξημερώνει και μ’ ένα νέο μέτρο; Όχι.

Δεν είναι παράλογο που προσπαθούν, μεταξύ άλλων, να βγάλουν τα χρήματά τους και να τα καταθέσουν, μεταξύ άλλων χωρών, στην Ελβετία, προσπαθώντας να τα γλυτώσουν από αυτή τη φοροεισπρακτική επίθεση.

Οι καταθέσεις αυτές, βέβαια, δεν θα μπορούσαν να είναι εκτός του ενδιαφέροντος του Υπ.Οικ. Αλλά δεν είναι αυτός ο μόνος λόγος της βούλησης των Ελλήνων να καταθέσουν έξω τα χρήματά τους. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει η αγωνία ότι η χώρα πιθανώς θα χρεοκοπήσει ή ενδέχεται να εξέλθει της ευρωζώνης και η εξαιτίας τούτων αβεβαιότητα ως προς την τύχη των καταθέσεων σε ελληνικές τράπεζες σε ευρώ.

Το παράλογο θα ήταν, ενώ είναι ορατή η «επιθετική φορολογία» για να κλείσουν οι μαύρες τρύπες που δημιουργήθηκαν «για τους γνωστούς λόγους», ή ενώ είναι διάχυτη η αγωνία για την τύχη των καταθέσεων σε περίπτωση – ο μη γένοιτο- χρεοκοπίας, οι Έλληνες να μην κάνουν τίποτε για να σώσουν τα κεφάλαιά τους, είτε αυτά αφορούν στους κόπους μιας ζωής, είτε όχι…

Το ζήτημα βέβαια είναι, αν αυτά τα χρήματα κερδήθηκαν «συννόμως» ή μη, σε συνδυασμό με το αν τα κεφάλαια δηλώθηκαν κατά την εξαγωγή τους ή μη. Διότι το νομικό πρόβλημα βρίσκεται στην απόκτηση και εξαγωγή αδήλωτων κεφαλαίων.

Η προσπάθεια επαναφοράς στη χώρα των νομίμως αποκτηθέντων και νομίμως δηλωμένων κεφαλαίων είναι ζήτημα πολιτικό και οικονομικό, η δε μη επαναφορά τους στην επιδιωκόμενη ποσότητα, παρά τις αντίθετες προς τούτο νομοθετικές πρωτοβουλίες (ά. 18 Ν. 3842/2010, όπως τροποποιήθηκε με παρ. 19 ά. 21 Ν. 3943/2011, φόρος με συντελεστή 8% επί της αξίας των μεταφερομένων καταθέσεων), δείχνει ότι όσες φορολογικές ελαφρύνσεις και αν προβλεφθούν προς την κατεύθυνση αυτή, ο φόβος της εντός των συνόρων φορολογίας θα υπερισχύει.

Όμως το θέμα των εξαχθέντων μεν αλλά νόμιμα αποκτηθέντων κεφαλαίων δεν είναι νομικό.

Παράδειγμα: Παίρνω αύριο το πρωί το αυτοκίνητό μου, το πηγαίνω νομίμως στην Ιταλία και αλλάζω πινακίδες. Έτσι δεν πληρώνω τα τέλη κυκλοφορίας του ελληνικού Δημοσίου, πληρώνω τα ιταλικά και αφήνω το αυτοκίνητό μου σε ένα φιλικό γκαράζ στη γείτονα χώρα, για όσα χρόνια χρειαστεί. Παρανομώ; Όχι βέβαια.

Το ίδιο συμβαίνει και με τα νομίμως εξαγόμενα κεφάλαια.

Συνεπώς η ευρισκόμενη «στα σκαριά» διακρατική συμφωνία μεταξύ Ελλάδας – Ελβετίας για την οποία τόσος λόγος γίνεται τελευταία, στοχεύει στην φορολόγηση καταθέσεων Ελλήνων σε ελβετικές τράπεζες, οι οποίες καταθέσεις δεν θα δικαιολογούντο να υφίστανται ούτε στις ελληνικές τράπεζες, συγκρινόμενες με τα δηλωθέντα εισοδήματα των εν λόγω καταθετών.

Η συμφωνία αυτή, όπως γράφτηκε σε δημοσιεύματα των αρχών του Σεπτεμβρίου 2012, όταν ο Έλληνας υφυπουργός Οικονομικών είχε μεταβεί στην Ελβετία, σκοπό θα έχει τη φορολόγηση των μη σύννομων αποταμιεύσεων που έχουν Έλληνες (που κατοικούν στην Ελλάδα- όχι οι Έλληνες του Λονδίνου κ.λπ.) στις ελβετικές τράπεζες.

Πρότυπο της συμφωνίας θα είναι οι αντίστοιχες συμφωνίες που έχει υπογράψει η Ελβετία με τη Γερμανία και την Αγγλία και τα ποσοστά φορολόγησης που είδαν το φως της δημοσιότητας κυμαίνονται ανάμεσα σε 20-30%, εφόσον ο καταθέτης επιλέξει να παραμείνει ανώνυμος.

Θα είναι όμως αυτός ο μόνος τρόπος φορολόγησης ελληνικών κεφαλαίων στις ελβετικές τράπεζες; Σήμερα δεν υπάρχει τίποτα στο «νομικό οπλοστάσιο» της Ελλάδας που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για να φορολογήσει τους «εξαγωγείς παρανόμων κεφαλαίων»;
Και όμως, υπάρχει.

Διαβάζουμε, λόγου χάρη, πάλι στην ειδησεογραφία των ημερών αυτών, ότι από τον περασμένο Απρίλιο (2012) η Βουλή των Ελλήνων γνωρίζει πως το αίτημα για «μαζική» ενημέρωση αναφορικά με την ύπαρξη ή μη καταθέσεων των Βουλευτών μας σε ελβετικές τράπεζες απορρίφθηκε από τις ελβετικές αρχές με την αιτιολογία ότι «…οι ελβετικές τράπεζες δεν είναι υποχρεωμένες να επιβεβαιώνουν ότι ένα συγκεκριμένο πρόσωπο δεν έχει καταθέσεις σε αυτές».

Όμως, αν ο ίδιος ο καταθέτης ζητήσει στην εντολοδόχο τράπεζα να διαθέσει τις σχετικές πληροφορίες για τις καταθέσεις του, απαλλάσσοντας την τελευταία από σε βάρος της ενέργειες περί παράβασης του τραπεζικού απορρήτου, η τράπεζα δεν θα κωλύεται να διαθέσει τις πληροφορίες αυτές.

Πράγματι, το τραπεζικό απόρρητο είναι σχετικό, δηλαδή ο καταθέτης έχει ο ίδιος το δικαίωμα να παραιτηθεί της προστασίας του. Συνεπώς, μήπως θα έπρεπε η Βουλή, αν πράγματι επιθυμεί τις πληροφορίες αυτές, να σκεφτεί να αλλάξει μέθοδο υποβολής του ερωτήματος, με τη συνδρομή ενός εκάστου των βουλευτών της;

Με πιο συστηματικό τρόπο και με την βοήθεια της νομικής της υπηρεσίας, εκτιμώ ότι η Βουλή θα είχε θετικά αποτελέσματα στο ερώτημα αυτό. Φερ’ ειπείν, ας συγκεντρώσει η Βουλή, σε νέο σχετικό αίτημά της, ατομικές επιστολές όλων των Βουλευτών (ίσως και των πρώην Βουλευτών…) απευθυνόμενες σε συγκεκριμένες (τις πιο μεγάλες και σημαντικές) ελβετικές τράπεζες.

Σ’ αυτή την περίπτωση, όσοι Βουλευτές διατηρούν λογαριασμούς στην Ελβετία, θα έχουν απευθυνθεί ατομικά και όχι «μαζικά» και θα λάβουν την απάντηση. Όσοι δεν διατηρούν λογαριασμούς στην Ελβετία, δεν θα λάβουν καμιά απάντηση, καθόσον «οι ελβετικές τράπεζες δεν είναι υποχρεωμένες να επιβεβαιώνουν ότι ένα συγκεκριμένο πρόσωπο δεν έχει καταθέσεις σε αυτές».

Επίσης, οι ελληνικές φορολογικές αρχές έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν τη συνδρομή των αντίστοιχων ελβετικών, με βάση τη Σύμβαση μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ελβετικής Ομοσπονδίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και του συνημμένου σε αυτή Πρωτοκόλλου (Ν.1502/1984, Α’ 192, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4034/2011, Α’ 269/31-12-2011). Με το άρθρο 25 της Σύμβασης -«ανταλλαγή πληροφοριών»- όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το νεότερο νόμο, διευρύνθηκε η δυνατότητα παροχής πληροφοριών, υπό την αναγκαία προϋπόθεση γόνιμης συνεργασίας μεταξύ των φορολογικών αρχών των δύο χωρών.

Λύσεις υπάρχουν. Απομένουν οι ενέργειες.

*Ο κ. Χαράλαμπος Τσέλιος είναι δικηγόρος


*Συμφωνείτε ή διαφωνείτε με τον αρθρογράφο; Τι γνώμη έχετε;

To Εuro2day.gr ενθαρρύνει τον διάλογο και την έκφραση απόψεων από τους αναγνώστες. Σχολιάστε το άρθρο και πείτε την άποψή σας δημόσια για όσα συμβαίνουν και μας αφορούν όλους. Αν θεωρείτε το άρθρο σημαντικό, διαδώστε το με τα εργαλεία κοινωνικής δικτύωσης.

Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v