Εl-Erian: Μικρότερες και πιο ασφαλείς τράπεζες

Οι τράπεζες του μέλλοντος θα εξυπηρετήσουν την πραγματική οικονομία χωρίς να την εκθέτουν σε καταστροφικά ρίσκα, γράφει ο επικεφαλής της Pimco. Ο ρόλος κεντρικών τραπεζών και κυβερνήσεων στο νέο τοπίο.

Εl-Erian: Μικρότερες και πιο ασφαλείς τράπεζες
Με την ευρωπαϊκή κρίση να συνεχίζει να μονοπωλεί τις ειδήσεις, πολλοί άνθρωποι συνειδητοποιούν ότι η παγκόσμια οικονομία είναι αντιμέτωπη με ένα ασυνήθιστα αβέβαιο μέλλον. Πράγματι, η αναταραχή που επικρατεί στην Ευρώπη είναι μόνο μία από τις παγκόσμιες αναπροσαρμογές που βρίσκονται σήμερα σε εξέλιξη. Αλλά κάτι που δεν έχει αναγνωριστεί όσο θα έπρεπε είναι η έκταση των επακόλουθων και μόνιμων αλλαγών που πυροδοτούνται σε συγκεκριμένους τομείς.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα, όπου η αστάθεια αυξάνεται, η ρευστότητα εξανεμίζεται και ο ρόλος των κυβερνήσεων γίνεται ιδιαίτερα αμφιλεγόμενος.

Αυτός είναι ένας τομέας όπου η λειτουργία των αγορών αλλάζει, μαζί με τις προοπτικές των θεσμών. Οι επιπτώσεις είναι σημαντικές τόσο στην οικονομική ανάπτυξη όσο και στην απασχόληση.

Η πρόσφατη αστάθεια στις χρηματοοικονομικές αγορές -οι τρικυμιώδεις μεταπτώσεις στα χρηματιστήρια σε όλο τον κόσμο και ο κατακερματισμός των ευρωπαϊκών κρατικών ομολόγων- υπερβαίνει κατά πολύ μια δικαιολογημένη αντίδραση στις συνεχιζόμενες παγκόσμιες αναπροσαρμογές.

Παράλληλα, γινόμαστε παρατηρητές των επιπτώσεων μιας επακόλουθης μετατόπισης στις υποκείμενες συνθήκες ρευστότητας ή του λιπαντικού που διευκολύνει τη ροή των πιστώσεων και την ικανότητα των αποταμιευτών και των δανειστών να βρίσκουν ο ένας τον άλλον και να συναλλάσσονται αποτελεσματικά.

Αντιμέτωπες με μια σειρά εσωτερικών και εξωτερικών πιέσεων, οι τράπεζες φαίνεται ότι περιορίζουν την ποσότητα του κεφαλαίου που αφιερώνουν στο market making. Σε συνδυασμό με τη φυσική κλίση των περισσότερων επενδυτών να υποχωρούν όταν αυξάνονται η αστάθεια και η αβεβαιότητα, το αποτέλεσμα είναι ένας συνδυασμός υψηλότερου συναλλακτικού κόστους, μειωμένου όγκου συναλλαγών και απότομων κινήσεων των αποτιμήσεων.

Παράλληλα, γινόμαστε μάρτυρες της απώλειας εμπιστοσύνης στα εργαλεία που χρησιμοποιούν διάφοροι παράγοντες της αγοράς -από επιχειρήσεις μέχρι ατομικοί και θεσμικοί επενδυτές- για τη διαχείριση των ρίσκων στους ισολογισμούς τους. Η περιορισμένη δυνατότητα διασφάλισης των τρεχουσών και μελλοντικών κινδύνων αναγκάζει ορισμένους να βάζουν ως στόχο τη μείωση των ελλειμμάτων τους.

Εν τω μεταξύ, οι δυτικές τράπεζες, είτε τους αρέσει είτε όχι (και στις περισσότερες δεν αρέσει), έχουν ήδη αρχίσει να απομακρύνονται από το μοντέλο των τραπεζών-καζίνο προς αυτό που κάποιοι άλλοι έχουν χαρακτηρίσει μοντέλο κοινής ωφέλειας. Είτε στις ΗΠΑ είτε στην Ευρώπη, οι τράπεζες βρίσκονται υπό τρομακτική πίεση τόσο από τον ιδιωτικό όσο και από τον δημόσιο τομέα, για να γίνουν λιγότερο πολύπλοκες, λιγότερο μοχλευμένες, λιγότερο ριψοκίνδυνες και περισσότερο βαρετές.

Με τη διακράτηση των νέων πιστώσεων, οι ιδιώτες επενδυτές οδηγούν κάποιες στην απομόχλευση - διαδικασία η οποία ενισχύεται από τη ραγδαία πτώση στις τραπεζικές μετοχές και την επακόλουθη διάβρωση των προστατευτικών κεφαλαίων. Την ίδια ώρα, η παραδοσιακή παγκόσμια κυριαρχία των δυτικών τραπεζών βρίσκεται υπό αυξανόμενη πίεση από ανταγωνιστές που εδρεύουν σε υγιείς αναπτυσσόμενες οικονομίες.

Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η περαιτέρω συρρίκνωση των ισολογισμών των δυτικών τραπεζών. Με χειρότερη όλων την Ευρώπη, όπου κάποιες τράπεζες αντιμετωπίζουν και το πρόβλημα των εκτεταμένων εκροών καταθέσεων.

Μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 - 2009, οι κυβερνήσεις θέλουν τις τράπεζές τους πιο πειθαρχημένες και με υψηλότερη κεφαλαιοποίηση. Και ενώ η εφαρμογή υπήρξε κάθε άλλο παρά συνεπής και αποτελεσματική, η πρόθεση παραμένει ξεκάθαρη: πολύ πιο ισχυρά προστατευτικά και μεγαλύτερη ενίσχυση, ώστε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο επανάληψης της εμπειρίας της υπερμόχλευσης, των κακών δανειακών πρακτικών και των ανάρμοστων αποζημιώσεων.

H επιρροή των κεντρικών τραπεζών και των κυβερνήσεων γίνεται αισθητή και με άλλους τρόπους που επηρεάζουν τη λειτουργία και την αποτελεσματικότητα των αγορών. Κάποιες από τις επιπτώσεις είναι ορατές και ευρέως γνωστές, ενώ άλλες, από τη φύση τους, είναι ξεχωριστές και ως εκ τούτου λιγότερο προβλέψιμες.

Εδώ και τρία χρόνια, οι κεντρικές τράπεζες έχουν επιδοθεί σε μια σειρά αντισυμβατικών πολιτικών, ειδικά στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Ο στόχος είναι η μείωση των πιθανοτήτων εμφάνισης παρατεταμένων υφέσεων και οξύτατων χρηματοοικονομικών αναταράξεων.

Ακολουθώντας τις πολιτικές αυτές, οι τράπεζες έχουν πάει πολύ πέρα από τους παραδοσιακούς ελεγκτικούς και ρυθμιστικούς τους ρόλους. Έχουν εξελιχθεί σε σημαντικούς και άμεσους παράγοντες της αγοράς, χρησιμοποιώντας τα εκδοτήριά τους για να αγοράσουν κρατικά ομόλογα, έξω από τα παραδοσιακά κριτήρια που ρυθμίζουν τη φυσιολογική λειτουργία των αγορών.

Η δυνατότητα πρόβλεψης των αγορών επηρεάζεται και από την αύξηση του ρίσκου του κρατικού χρέους στον δυτικό κόσμο. Η αιτία βρίσκεται στο δίδυμο πρόβλημα της πολύ μικρής οικονομικής ανάπτυξης και του πολύ μεγάλου χρέους. Το αποτέλεσμα είναι ένα λιγότερο σταθερό παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, από τη στιγμή όπου υπάρχουν λιγότερα αυθεντικά ΑΑΑ να στηρίζουν τον πυρήνα του.

Όλα αυτά οδηγούν σε μια πλήρη μεταμόρφωση του χρηματοοικονομικού τοπίου. Οι αλλαγές θα είναι μεγαλύτερες για τις τράπεζες.

Να περιμένετε δυτικές τράπεζες λιγότερο πολύπλοκες, λιγότερο παγκοσμιοποιημένες, λιγότερο αλληλοσυνδεδεμένες και, ως εκ τούτου, λιγότερο συστημικές. Καθώς μερικές θα βρεθούν στα όρια της κατάρρευσης, πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις (βλ. Ελλάδα) δεν θα έχουν άλλη επιλογή από την εθνικοποίηση ενός μέρους του χρηματοπιστωτικού τους συστήματος.

Επίσης, με το τραπεζικό σύστημα της Δύσης να συρρικνώνεται, να περιμένετε τη δημιουργία νέων πιστωτικών αγωγών γύρω από όσους είναι τώρα εγκλωβισμένοι. Με στόχο τη στήριξη της ανάπτυξης και της απασχόλησης, ιδίως στις μακροπρόθεσμες επενδύσεις όπως οι υποδομές, ορισμένοι από τους αγωγούς αυτούς θα συγκροτηθούν και θα διαμορφωθούν από τις κυβερνήσεις.

Μην έχετε καμία αμφιβολία ότι το χρηματοοικονομικό τοπίο μεταλλάσσεται με ραγδαίους ρυθμούς. Κάποιες από τις αλλαγές σχεδιάζονται και εφαρμόζονται. Άλλες διαμορφώνονται από τη διαρκώς μεταβαλλόμενη πραγματικότητα.

Ο τελικός προορισμός είναι ένας μικρότερος και ασφαλέστερος χρηματοπιστωτικός τομέας. Όταν φτάσουμε εκεί, θα επιτευχθεί καλύτερη ισορροπία ανάμεσα στα ιδιωτικά οφέλη και στο κοινό καλό. Οι τράπεζες θα είναι σε καλύτερη θέση να εξυπηρετήσουν την πραγματική οικονομία χωρίς να την εκθέτουν σε καταστροφικά ρίσκα ούτε σε επιζήμιες καταχρήσεις.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v