Κυπριακές τράπεζες: Το κόστος αντιπαράθεσης

Την αντιπαράθεση μεταξύ ΥΠΟΙΚ και διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου καυτηριάζει με άρθρο του ο δρ Χρ. Χριστοδούλου, που έχει διατελέσει και στις δύο θέσεις. Μεγάλες οι παρενέργειες σε οικονομία, τράπεζες.

  • του Χρ. Χριστοδούλου
Κυπριακές τράπεζες: Το κόστος αντιπαράθεσης
Αυτό που συμβαίνει εδώ και τρία χρόνια στα οικονομικά πράγματα της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι πρωτοφανές. Είναι κυριολεκτικά απίστευτο. Κι όμως είναι πραγματικό.

Αφότου ανέλαβε την Προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας ο κ. Δημήτρης Χριστόφιας και το υπουργείο Οικονομικών ο κ. Χαρίλαος Σταυράκης, μια διαρκής αντιπαράθεση έχει αρχίσει, η οποία έχει προσλάβει διαστάσεις αλληλοεξόντωσης. Και έχει πάρει τον χαρακτήρα μιας ατέρμονης αντιπαλότητας. Με όλα τα δυσμενή επακόλουθα. Με όλες τις επιζήμιες επιπτώσεις στα οικονομικά δρώμενα του τόπου μας.

Με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να αμφιταλαντεύεται και να μετεωρίζεται στο ενδιάμεσο του τεράστιου διαχωριστικού χώρου που αποστασιοποιεί τους δύο αντιμαχόμενους. Που, στην πράξη, δίνουν την εντύπωση ότι ηγούνται δύο αντίπαλων και απροσχημάτιστα αντιπαρατεταγμένων στρατοπέδων.

Τουλάχιστον εξ όσων είμαι σε θέση να γνωρίζω, με βάση την πείρα μου ως τέως διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας και μέλος του Γενικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δεν υπάρχει παρόμοια περίπτωση, ή έστω παρόμοιας διάρκειας και περιεχομένου, σε καμία άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Υπήρχε μια διαμάχη, μικρής σχετικά διάρκειας, περί το 2004, μεταξύ της πολωνικής κυβέρνησης και του τότε διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, η οποία, όμως, είχε πολιτικό μάλλον χαρακτήρα, ή και προσωπικό ακόμα, αλλά χωρίς επηρεασμό της οικονομίας της χώρας.

Εκείνο που μαρτυρούμε στην Κύπρο την τελευταία τριετία είναι, πραγματικά, και πρωτόγνωρο και ανεπανάληπτο. Με τους δύο κατεξοχήν διαχειριστές της οικονομίας να τελούν σε διαρκή αντιπαράθεση αντί σε διαρκή, στενή και απρόσκοπτη συνεργασία. Και με τον κ. Χριστόφια, ο οποίος δεν απέκρυψε την ικανοποίησή του όταν διορίστηκε ο κ. Αθ. Ορφανίδης, αφού, όπως δήλωσε κατ’ ιδίαν στον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αυτός προέρχεται από το Λαϊκό Κίνημα, να αδυνατεί ή να μην επιχειρεί να δώσει μια ριζική λύση στο σοβαρό αυτό πρόβλημα.

Πολύ περισσότερο που, πέραν των στενών ιδεολογικών δεσμών του με την οικογένεια Ορφανίδη, ο κ. Χριστόφιας έχει και το ευχερές πλεονέκτημα αυτός να διορίζει και να παύει τον εκάστοτε υπουργό Οικονομικών, συνταγματικώ δικαιώματι.

Ήταν και ίσως να είναι ακόμη ο Πρόεδρος Χριστόφιας σε θέση να παρέμβει. Και να τερματίσει την επιζήμια διαμάχη. Η οποία, πέραν του γεγονότος ότι εκθέτει ανεπανόρθωτα τη χώρα μας στον ζωτικό χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ευρύτερα διεθνώς, δημιουργεί σύγχυση και ανασφάλεια στο εσωτερικό, κατακερματίζει αντί να συσφίγγει τη συνεργασία στη διαμόρφωση και άσκηση της δημοσιονομικής και χρηματοπιστωτικής πολιτικής και συνιστά δυνητική εστία κλονισμού της εμπιστοσύνης των ξένων επενδυτών και καταθετών προς τη χώρα μας ως ένα σοβαρό, υπεύθυνο και αξιόπιστο χρηματοοικονομικό κέντρο.

Τρία χαρακτηριστικά περιστατικά

Η κατάσταση έχει φτάσει στα όρια του απροχώρητου. Τρία πρόσφατα συμβάντα είναι εξόχως χαρακτηριστικά της πολυεπιζήμιας αυτής αντιπαλότητας:

Πρώτον, η σπουδή του υπουργού Οικονομικών κ. Χαρίλαου Σταυράκη να υιοθετήσει με προφανή ικανοποίηση την αιτιολογία των Standard and Poor’s για την πρόσφατη, δεύτερη κατά σειράν υποβάθμιση της κυπριακής οικονομίας. Σε εκτενείς δηλώσεις του ο κ. Σταυράκης, ευθύς μετά τη δημοσιοποίηση της εν λόγω υποβάθμισης, υπέδειξε με νόημα ότι δεν είναι το υπουργείο Οικονομικών που ασκεί εποπτεία στις εμπορικές τράπεζες, αλλά η Κεντρική Τράπεζα.

Υπέδειξε την Κεντρική Τράπεζα ως την αρμόδια αρχή που επέτρεψε την υπερβολική επέκταση των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα και τις επενδύσεις τους σε ελληνικά κρατικά ομόλογα. Και, βεβαίως, απέφυγε να σχολιάσει και το τρίτο αίτιο που προφασίστηκαν οι Standards & Poor’s, δηλαδή τα ισχνά και προβληματικά δημόσια οικονομικά, τα οποία δεν είναι σε θέση να στηρίξουν τις τράπεζές μας και να καλύψουν ενδεχόμενες ζημίες τους.

Αντικειμενικά κρίνοντας τα πράγματα, δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε ούτε με τους Standards & Poor’s ούτε με τον σπεύσαντα να ομοφωνήσει υπουργό των Οικονομικών μας. Γιατί η κεφαλαιακή επάρκεια, η ρευστότητα και η κερδοφορία των κυπριακών τραπεζών δεν υποδηλούν βασιμότητα των ισχυρισμών και των αιτιάσεών τους. Και, ακόμη, γιατί οι επενδύσεις των τραπεζών μας σε ελλαδικά κρατικά ομόλογα είναι τόσο μικρές (3% περίπου του συνολικού ενεργητικού τους) που δεν θα μπορούσαν να επιφέρουν κλονισμό του τραπεζικού μας συστήματος και της οικονομίας μας ακόμη και σε περίπτωση αναδιάρθρωσης του ελλαδικού χρέους και χρεοκοπίας της Ελλάδας.

Δεν έπρεπε επίσης να διαλάθει της προσοχής του κ. Σταυράκη το ουσιώδες γεγονός ότι οι επενδύσεις των κυπριακών τραπεζών σε ελλαδικά κρατικά ομόλογα προέρχονται από κεφάλαια που αντλούν από τις δραστηριότητές τους στον ελλαδικό χώρο.

Αυτά για λόγους ουσίας. Είναι, όμως, και η ηθική πτυχή του θέματος, η οποία επέβαλλε στις κυπριακές τράπεζες, που δραστηριοποιούνται με μεγάλη κερδοφορία στον ελλαδικό χώρο, να έλθουν αρωγοί και να στηρίξουν την οικονομία της Ελλάδος σε μια ιδιαίτερα δύσκολή της ώρα.

Δεύτερον, η έντονη αντίδραση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στη φορολογία που επιχειρεί η κυβέρνηση, με πρόταση του υπουργείου Οικονομικών, επιβαρύνοντας τις καταθέσεις στις τράπεζες με ποσοστό 1%. Η παρέμβαση του κ. Τρισέ αποτελεί πολύ σοβαρό γεγονός, το οποίο πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη από τους εν Κύπρω κυβερνώντες. Ιδιαίτερα οφείλουν οι τελευταίοι να εκτιμήσουν δεόντως την υπόδειξη του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ότι με τον προωθούμενο νόμο θα πληγούν οι ίδιες οι τράπεζες και θα επιβαρυνθούν οι καταθέτες και, ακόμη, ότι η δημιουργία Ταμείου Στήριξης δεν πρέπει να συναρτάται με τη μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων ή του δημόσιου χρέους, αλλά να προορίζεται αποκλειστικά για ενδεχόμενη στήριξη των τραπεζών αν και όταν προκύψει ανάγκη.

Σαφής και κατηγορηματικός είναι επίσης ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και σε σχέση με τη διαχείριση του ταμείου αυτού, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν μπορεί και δεν πρέπει να τελεί υπό την ευθύνη της κυβέρνησης, αλλά να διοικείται από ανεξάρτητη αρχή.

Τρίτον, η ασυγκάλυπτη και δριμεία επίθεση του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας εναντίον του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας κ. Ορφανίδη στην πρόσφατη δημοσιογραφική του διάσκεψη, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης τριών χρόνων από την ανάληψη της εξουσίας από τον κ. Χριστόφια.

Ο κ. Χριστόφιας υπήρξε εν πολλοίς άδικος αλλά και αδαής σε σχέση και με το περιεχόμενο των αρμοδιοτήτων του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας και με τις ευθύνες του για την επέκταση των δραστηριοτήτων των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα. Και ως προς το πρώτο ουδόλως δικαιολογείται. Αντίθετα, αποδεικνύει πόσο επιφανειακά και πρόχειρα τυγχάνουν διαχείρισης σοβαρά κρατικά θέματα από μέρους του Ανώτατου Άρχοντα και των συνεργατών του που τον συμβουλεύουν και τον ενημερώνουν.

Ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας έχει πολύ πιο σοβαρές εξουσίες και αρμοδιότητες, και μάλιστα συνταγματικά και ευρωπαϊκά κατοχυρωμένες, από εκείνη που αποκλειστικά του αναγνώρισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, δηλαδή της εποπτείας των εμπορικών τραπεζών.

Ακόμη, ο διοικητής και δικαίωμα και καθήκον έχει να εκφέρει γνώμη και να διατυπώνει άποψη, είτε κατ’ ιδίαν είτε δημοσίως, για τα σοβαρά θέματα της οικονομίας όπως τα δημόσια οικονομικά, τα επιτόκια, ο πληθωρισμός, τα συστήματα πληρωμών και η εν γένει σταθερότητα της οικονομίας.

Ως προς το δεύτερο, δηλαδή την επέκταση των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα και τις επενδύσεις τους σε ελληνικά κρατικά ομόλογα, ο Πρόεδρος τοποθετήθηκε λανθασμένα. Υιοθέτησε τις θέσεις των υπό αμφισβήτηση διεθνών αξιολογικών οίκων και ταυτίστηκε με τις ταυτόσημες, προδήλως εσφαλμένες, απόψεις του υπουργού του των Οικονομικών. Οι οποίες ουδόλως συνάπτονται με την αντικειμενική πραγματικότητα, ούτε συνιστούν τον μέγιστο ή πιο ουσιαστικό κίνδυνο για την κυπριακή οικονομία. Συγκαλύπτουν απλώς τις κυβερνητικές ευθύνες για τα αδύναμα δημόσια οικονομικά.

Το σχετικά μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα και το διαρκώς μεγεθυνόμενο δημόσιο χρέος. Που τροφοδοτούνται από το σπάταλο κράτος των αντιπαραγωγικών δημόσιων δαπανών και των απαράδεκτων γενναιόδωρων παροχών προς τους λαθρομετανάστες, λόγω της ολοκληρωμένης ελκυστικής προς αυτούς πολιτικής, αλλά και προς τους Τουρκοκυπρίους με την πολυδάπανη δωρεάν ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη. Από τις τσέπες των φορολογούμενων Ελληνοκυπρίων πολιτών και όχι, βεβαίως, του εκτελεστικού και σε πλήρη βάση απασχολούμενου προέδρου της Κίνησης για τα Δικαιώματα των Αλλοδαπών κ. Πολυκάρπου.

Ο οποίος σχίζει τα ιμάτιά του κάθε φορά που επικρίνεται η απαράδεκτη φιλοαλλοδαπή γενναιόδωρη και σπάταλη κυβερνητική πολιτική, αλλά σιωπά ή επινοεί δικαιολογητικά όταν οι προστατευόμενοί του, και των κυβερνώντων, λαθρομετανάστες ασχημονούν, διαταράσσουν τη δημόσια τάξη, χειροδικούν εναντίον αστυνομικών οργάνων και απαιτούν γενναιόδωρα επιδόματα χωρίς να έχουν συνεισφέρει ούτε ένα σεντ στα κρατικά ταμεία.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας όφειλε να καλέσει και τον υπουργό του των Οικονομικών και τον διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, με τον οποίο τον συνδέουν σοβαροί οικογενειακοί ιδεολογικοί δεσμοί, να αφήσουν κατά μέρος τις έριδες και τα κονταροκτυπήματα και να συνεργασθούν, όπως πάντοτε όλοι επράτταμε είτε ως υπουργοί είτε ως διοικητές της Κεντρικής Τράπεζας, και όχι να ενεργεί αδέξια και μονομερώς έπειτα από τρία ολόκληρα χρόνια με δημόσια επίρριψη ευθυνών μόνο στον έναν εκ των δύο.
 
Και, βεβαίως, δεν είναι πλήρως απαλλαγμένος ευθυνών και ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας για την απαράδεκτη και διαλυτική αυτή κατάσταση που διέπει τη σχέση και τη συνεργασία του με τον υπουργό των Οικονομικών. Όμως, πολύ μεγαλύτερη ευθύνη φέρει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος και ανέχθηκε και δεν απέτρεψε την πολύ επιζήμια για την κυπριακή οικονομία και κοινωνία αυτή κατάσταση. Οι λόγοι είναι για πολλούς ίσως άγνωστοι, αλλά όχι ανύπαρκτοι.

Και ας μην κρύβεται πίσω από τη δήθεν ανεξαρτησία του αξιωματούχου κεντρικού τραπεζίτη, τον οποίο σκληρά εράπισε στην πρόσφατη συνέντευξή του, ενώ υπεραμύνθηκε πλήρως του υπουργού του. Προφανώς γιατί ο τελευταίος ενεργεί πάντοτε με βάση τις εντολές και τις οδηγίες του ιδίου του Προέδρου και του κυβερνητικού κομματικού επιτελείου. Μεταλλασσόμενος, αυτός, ένας μεγαλοαστός, σε έναν πολυευαίσθητο αρχιπρολετάριο.

* Από το κυπριακό οικονομικό περιοδικό "EUROΚΕΡΔΟΣ"

Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v