Το μεγάλο άλμα για τη σωτηρία του ευρώ...

Η εντυπωσιακή επιτάχυνση της Ε.Ε. στον δρόμο για τη σωτηρία του κοινού νομίσματος. Η αλλαγή στάσης των Γερμανών, η συνολική λύση και τα επόμενα στοιχήματα. Πώς επωφελείται η Ελλάδα. Γράφει ο Κ. Μποτόπουλος.

  • του Κώστα Μποτόπουλου (*)
Το μεγάλο άλμα για τη σωτηρία του ευρώ...
Η αρχή του 2011 επεφύλασσε μεγάλα βήματα στο πεδίο της λεγόμενης «οικονομικής διακυβέρνησης» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή της θεσμοθέτησης κοινών πολιτικών πέρα από τις αμιγώς δημοσιονομικές.

Μπορεί εν σπέρματι αποφάσεις -συχνά αποσπασματικές ή και αντιφατικές- και, κυρίως, συζητήσεις να είχαμε αρκετές από τότε που ξέσπασε η κρίση -και ιδίως από τότε που έπεσε το πρώτο πιόνι, το οποίο είχε, ως γνωστόν, γαλανόλευκα χρώματα-, όμως η επιτάχυνση των γεγονότων υπήρξε εντυπωσιακή.

40 μόλις μέρες του νέου έτους έχουν περάσει και βρισκόμαστε μπροστά σε εντελώς νέο τοπίο, με τα ακόλουθα τρία βασικά στοιχεία (που μένει βέβαια να αποδειχθούν τέτοια και στην πράξη):

- Η Ένωση αποφάσισε να κάνει το παν για να σώσει το ευρώ, άρα κατά προτεραιότητα τις χώρες της ευρωζώνης με τα σημαντικότερα προβλήματα. 

- Η Γερμανία από κύριο φρένο μεταβλήθηκε σε βασικό υποκινητή μιας (υπό τη δική της καθοδήγηση) οικονομικής διακυβέρνησης. 

- Μετά τη λογική των ανά περίπτωση και περιορισμένου εύρους μέτρων, η Ένωση μοιάζει να αποδέχεται ότι τα προβλήματα επιδέχονται μόνο συνολική και σε βάθος χρόνου λύση.

Οι εξελίξεις αυτές πήραν μορφή στο τελευταίο Συμβούλιο Κορυφής της 4ης Φεβρουαρίου και αναγγέλθηκε ότι πρόκειται να εξειδικευθούν και να επισημοποιηθούν στα δύο Συμβούλια του Μαρτίου -το έκτακτο της 4ης και ιδίως το τακτικό της 25ης (ημερομηνία όχι μόνο της εθνικής μας γιορτής αλλά και επέτειος ενός έτους από τη θεσμοθέτηση του ειδικού για τη χώρα μας «Μηχανισμού Βοήθειας»). Έχουν δε τόση σημασία για την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ελλάδα που αξίζει, πιστεύω, να αναλυθούν ως προς τα επιμέρους στοιχεία αλλά και τις πιθανές επιπτώσεις τους.

? Μια όχι τυχαία αλληλουχία γεγονότων. Η χρονιά άρχισε με την Ιρλανδία να έχει ενταχθεί στον «γενικό» Μηχανισμό Βοήθειας και με τη συζήτηση για τη διάσωση της Πορτογαλίας, επόμενου σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις «θύματος», να κυριαρχεί.

Λόγω της θέσης της Πορτογαλίας ως πιθανού προάγγελου της Ισπανίας (που θα σηματοδοτούσε το πέρασμα από τη διάσωση μεσαίων ψαριών στην περίθαλψη θηρίων), η συζήτηση αυτή δεν περιορίστηκε στα της ιβηρικής χερσονήσου, αλλά άνοιξε και το γενικό ζήτημα της ενίσχυσης του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Ένωσης (που σήμερα διαθέτει στα χαρτιά 440 δισ. ευρώ και πρόκειται να αντικατασταθεί από ένα μόνιμο το 2013).

Κρίσιμη και καθοριστική για τη συνέχεια «λεπτομέρεια»: η συζήτηση για ενίσχυση του Ταμείου και της ευρωζώνης έχει επιτρέψει, μέχρι στιγμής, στην Πορτογαλία να αποφύγει, αντίθετα από την Ελλάδα και την Ιρλανδία, Μηχανισμούς και μνημόνια. Συνέβαλαν βέβαια και ορισμένες πιο τολμηρές κινήσεις της κυβέρνησής της, όπως ότι δεν δίστασε να ζητήσει τη συναίνεση της αντιπολίτευσης με τίμημα να συντριβεί στις προεδρικές εκλογές, ούτε να βγει, όταν όλοι της έλεγαν ότι είναι πρόωρο, επιτυχώς στις αγορές.

Η αρχή του 2011 συνέπεσε επίσης με την πρώτη θέση σε εφαρμογή του συμφωνημένου στο Συμβούλιο του περασμένου Οκτωβρίου «Ευρωπαϊκού Εξαμήνου», δηλαδή της άτυπης, πλην όμως δεσμευτικής, προ-εξέτασης των εθνικών προϋπολογισμών τόσο από όργανα της Ένωσης (την Επιτροπή καταρχήν και σε δεύτερο χρόνο το Συμβούλιο) όσο και από τα λοιπά κράτη της ευρωζώνης.

Η διαδικασία αυτή περιέχει στοιχεία ελέγχου -και μάλιστα προληπτικού- και κυρώσεων, αλλά και στοιχεία συνεννόησης και συντονισμού, και γι’ αυτό ευλόγως μπορεί να θεωρηθεί ως το πρώτο απτό μέτρο προς την κατεύθυνση της οικονομικής διακυβέρνησης.

Στη συνέχεια εμφανίστηκε, στις 11 Ιανουαρίου και σε ημιεπίσημη μορφή πρότασης του επιστημονικού συμβουλίου του Γερμανού υπουργού Οικονομίας (που «διέρρευσε», πάντως, από τον ίδιο τον υπουργό), το πρώτο «γερμανικό σχέδιο», το οποίο επικεντρωνόταν στη λεγόμενη «ελεγχόμενη πτώχευση», παραμένοντας έτσι σχεδόν αποκλειστικά στο πεδίο της αντιμετώπισης των «προβληματικών περιπτώσεων».

Δεν έκανε ωστόσο το ίδιο η πρωτοβουλία που ακολούθησε (12 Ιανουαρίου): οι «10 εντολές» οι οποίες διατυπώθηκαν στη σχετική Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περιείχαν προτεραιότητες (δημοσιονομική εξυγίανση), γενικότητες (διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών, σταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, επάνοδος των ανέργων στην απασχόληση, επίσπευση της ανάπτυξης, αξιοποίηση της ενιαίας αγοράς, προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων) αλλά και συντονιστικές κατευθύνσεις (βελτίωση των κινήτρων εργασίας, μεταρρύθμιση των συνταξιοδοτικών συστημάτων, αλλαγές στην πρόσβαση στην ενέργεια) που αντανακλούσαν τις κύριες ανησυχίες και επιδιώξεις του Βερολίνου αλλά και προανήγγελλαν αρκετά πιστά τις βασικές γραμμές του σχεδίου που έμελλε να παρουσιαστεί στις αρχές Φεβρουαρίου.

Η μετάβαση στη χρήση του όρου «οριστική λύση» ήταν το επόμενο βήμα, που πραγματοποιήθηκε διά στόματος Όλι Ρεν, επίσης στις 12 Ιανουαρίου: οι τέσσερις άξονες αυτής της πρότασης, που έχει ως επίκεντρο αλλά υπερακοντίζει την πορτογαλική περίπτωση, είναι η ενίσχυση του Ταμείου Σταθερότητας και, για πρώτη φορά επίσημα, οι μαζικές αγορές ομολόγων, η μείωση των επιτοκίων στα «πακέτα διάσωσης» και η παροχή εγγυήσεων, από κράτη-μέλη ή από την ίδια την Ένωση, για την ομαλότερη αποπληρωμή των δανείων.

Η κατεύθυνση αυτή, σχεδόν αμέσως (13 Ιανουαρίου) έγινε αποδεκτή από το δίδυμο Μέρκελ - Σόιμπλε, συνδέθηκε δε, σταδιακά, και με τρεις άλλες κρίσιμες γερμανικές «παραχωρήσεις»: το άνοιγμα της πιθανότητας για «κάποιου είδους, κάποια στιγμή» «ευρωομολόγου», την αναφορά στην «αναγκαιότητα» της οικονομικής διακυβέρνησης και την καταρχήν αποδοχή της επιμήκυνσης αποπληρωμής του ελληνικού χρέους. Το μήνυμα, πάντως, της Γερμανίας, από αυτήν τη στιγμή και διαρκώς, είναι σαφές: «Πρώτα πειθαρχία, μετά λύση» (δήλωση Μέρκελ στις 18 Ιανουαρίου).

Το δίπολο ξεκαθάρισε και ενοποιήθηκε στην τελευταία πράξη του έργου, κατά την οποία εμφανίστηκε στη σκηνή (κάτι ανάμεσα σε υποβολέα και κομπάρσο) και η Γαλλία: πρώτα στο Νταβός (27 - 28 Ιανουαρίου), με τη θερμή συνηγορία Σαρκοζί - Μέρκελ υπέρ του ευρώ και την αναγγελία κοινών πρωτοβουλιών και, πιο καθοριστικά, με την κατάθεση επίσημης γερμανογαλλικής πρότασης για ένα νέο «Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας» και τη σχετική συζήτηση στο Συμβούλιο Κορυφής της 4ης Φεβρουαρίου.

? Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας ή λιτότητας; Ας μην ξεγελιόμαστε από τις ονομασίες: «ανταγωνιστικότητα», στη συγκεκριμένη περίπτωση και συγκυρία, σημαίνει «εξυγίανση οικονομικών δεικτών, ώστε να γίνουμε (αργότερα) πιο ανταγωνιστικοί».

Όπως, στο γενικότερο πλαίσιο, η «πειθαρχία» προηγείται και επικαθορίζει τη «διάσωση», έτσι και, εντός του προτεινόμενου Συμφώνου, η βασική σύγκλιση είναι σύγκλιση δεικτών, όχι πολιτικών. Η ενοποίηση νοείται κυρίως στη βάση «κατωφλιών» (π.χ. γενίκευσης του ορίου των 67 ετών για συνταξιοδότηση), τα οποία, με τη σειρά τους, όσο κι αν θεωρητικά υπηρετούν τους στόχους του Συμφώνου Σταθερότητας (προλαμβάνοντας μάλιστα την επικείμενη αναθεώρησή του), στην πραγματικότητα εμπνέονται από μια «γερμανική» ερμηνεία αυτών των στόχων, δηλαδή μια ερμηνεία βάσει και ενόψει των γερμανικών επιδόσεων.

Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι δεν εισάγεται, για πρώτη φορά τόσο ξεκάθαρα, η έννοια του συντονισμού σε (μελλοντικές έστω) πολιτικές. Οι τρεις τομείς τους οποίους ρητά αγγίζει η γερμανογαλλική πρόταση (πέραν της ιδιαίτερα προβληματικής ιδέας περί νομοθετικής, ου μη και συνταγματικής, κατοχύρωσης της μη υπέρβασης ανεκτών ελλειμμάτων στον προϋπολογισμό) είναι οι συντάξεις, η φορολογία των επιχειρήσεων και οι μισθοί.
 
Και στους τρεις αυτούς τομείς, αν, σε πρώτη φάση, μια σχεδόν βέβαιη συνέπεια θα ήταν να ασκηθούν πιέσεις για «κοινωνική σκλήρυνση» των εθνικών μέτρων (δηλαδή για αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων και αύξηση της μισθολογικής «ευελιξίας»), τίποτα δεν προεξοφλεί ότι, όταν αρχίσει πραγματικά ο συντονισμός, κάποια πράγματα δεν θα αλλάξουν προς άλλη κατεύθυνση.

Αυτό εξαρτάται: α) από τη διαμόρφωση της γενικότερης οικονομικής κατάστασης στην Ευρώπη (δηλαδή την έξοδο, ή τα σημάδια εξόδου, από την κρίση), β) από τους συσχετισμούς δυνάμεων εντός του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (μια, σήμερα εμφανιζόμενη ως πιθανή, αλλαγή κόμματος εξουσίας του χρόνου στη Γαλλία θα ανέτρεπε, για παράδειγμα, άρδην αυτούς τους συσχετισμούς), γ) από το πόσο θα αρχίσουν να συζητούνται σε βάθος -ως προς την ουσία και τον χρονικό ορίζοντα- οι οικονομικές πολιτικές στο Συμβούλιο, άρα το αν θα αρχίσει ή όχι να παίρνει σάρκα και οστά η πραγματική οικονομική διακυβέρνηση.

Όποιος βιαστεί να προβλέψει σήμερα, προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, θα πέσει έξω. Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα αλλάξουν οι όροι της έννοιας «διαπραγμάτευση» εντός της Ένωσης. Δεν θα ταυτίζεται πια με μάχες χαρακωμάτων σε αποκλειστικά εθνικό επίπεδο (όχι βέβαια ότι θα εξαφανιστούν οι «εθνικές επιδιώξεις»), αλλά θα αφορά στη συγκρότηση συσχετισμών (κυβερνήσεων αλλά και ιδεών) σε γενικότερα ζητήματα πολιτικής.

? Τα παράπλευρα διδάγματα. Η πρόοδος της οικονομικής κυβέρνησης, με τον τρόπο και προς την κατεύθυνση που έγινε, έριξε νέο φως σε μια σειρά απολύτως συνδεόμενα αλλά πιο ειδικά ζητήματα:

- Το «ποιος κάνει τι» στην Ένωση και η σχέση των θεσμικών οργάνων με τις άτυπες πρωτοβουλίες γίνονται πιο περίπλοκα και πιο αδιαφανή. Το Συμβούλιο φαίνεται να αποκτά ακόμα κεντρικότερο ρόλο, δεν είναι όμως ακριβώς έτσι: πρώτον, γιατί, ούτως ή άλλως, από τη Συνθήκη της Λισαβόνας, το Συμβούλιο είναι ο μοχλός της οικονομικής διακυβέρνησης (ιδίως βάσει του άρθρου 136 της Συνθήκης Λειτουργίας) και, δεύτερον, γιατί εδώ δεν φαίνεται να είναι το Συμβούλιο εν σώματι που θα αποφασίζει και θα προχωρά, αλλά ένα Συμβούλιο ετεροκαθοριζόμενο και συρόμενο από τον γερμανογαλλικό «άξονα» (που κι αυτός, στο εσωτερικό του, είναι εντελώς ετεροβαρής).

Από την άλλη, είναι εμφανής η υποχώρηση του ρόλου της Επιτροπής, η οποία μοιάζει να χάνει ακόμα και το δικαίωμα πρωτοβουλίας και υποβολής (δικών της και όχι υπαγορευμένων από το Συμβούλιο) προτάσεων: το παράδειγμα της «Ομάδας εργασίας Βαν Ρομπάι», που ετοίμασε το πρώτο σχέδιο για την οικονομική διακυβέρνηση, είναι χαρακτηριστικό και όλα δείχνουν ότι δεν θα είναι μεμονωμένο.

Ήδη συνεδρίασε (18 Ιανουαρίου), για πρώτη φορά στην ιστορία της Ένωσης, η εξάδα των «καλών μαθητών» (Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία, Αυστρία, Φινλανδία, Λουξεμβούργο -όλες με «βαθμολογία» ΑΑΑ από τους γνωστούς οίκους αξιολόγησης), προαναγγέλλοντας εξάπλωση του φαινομένου της ατυπίας στην Ευρώπη της Λισαβόνας και της κρίσης.

- Διαφαίνεται μια μικρή αλλά αισθητή -και πάντως κρίσιμη- μετατόπιση του κέντρου βάρους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Όχι μόνο η ΕΚΤ αποτέλεσε, από τις πρώτες στιγμές της κρίσης, τον πιο σταθερό πόλο του συστήματος, όχι μόνο υπερέβη, εδώ και μήνες, την ορθοδοξία της, συμμετέχοντας σε εγγυήσεις και αγορές ομολόγων «προβληματικών» χωρών, όχι μόνο πρωτοστατεί, από την πρώτη στιγμή, στην ιδέα ενίσχυσης του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και βλέπει ευμενώς το «ευρωομόλογο», αλλά δίνει και (καλοδεχούμενα, κατά την άποψή μου) σημάδια «πολιτικοποίησης» του ρόλου της.

Ο λόγος του προέδρου της περί όχι μόνο ποσοτικής αλλά και «ποιοτικής» αναβάθμισης του Ταμείου, η φράση, πάντα του κυρίου Τρισέ, «Μην ανησυχείτε για τον πληθωρισμό» (που μπορεί να διαβαστεί ως «ο πληθωρισμός είναι δική μου δουλειά», ή «μην ανησυχείτε τώρα - επαγρυπνείτε», αλλά και ως «ο πληθωρισμός δεν είναι το μόνο, ίσως ούτε καν το πρώτο, ζήτημα στη σημερινή Ευρώπη»), εκφράσεις επισήμων Εκθέσεων της ΕΚΤ περί του «γιγαντιαίου άλματος» που θα συνιστούσε μια «βαθύτερη οικονομική ένωση» - όλα αυτά κάτι δείχνουν, και μάλιστα κάτι πολύ σημαντικό.

Από αυτήν την άποψη, είναι πολύ κρίσιμη η διαδικασία διαδοχής του κυρίου Τρισέ που θα γίνει φέτος, καθώς δεν θα επιλεγεί μόνο νέος επικεφαλής αλλά και θα κριθεί αν θα συνεχιστεί η σχετικά «ανοιχτή» γραμμή του σημερινού προέδρου (είναι προφανές ότι ενδεχόμενη επιλογή του κυρίου Βέμπερ δεν θα σηματοδοτούσε κάτι τέτοιο).

- Το «ευρωομόλογο», αργά αλλά σταθερά, προχωρεί. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το προτείνει επίσημα και διαπαραταξιακά (ασχέτως της τύχης της ελληνικής πρωτοβουλίας περί συλλογής υπογραφών, για την οποία μιλούσα στο από 11/1/2011 κείμενό μου στο Euro2day). Ο Γιούνκερ επιμένει και η ΕΚΤ αφήνει την πόρτα ανοιχτή.

Η Γερμανία (ειδικά δε το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα, για να έχει σε κάτι να διαφοροποιείται από τους ανένδοτους Φιλελεύθερους) αρχίζει να το συζητά, εάν και εφόσον. Η ιδέα του «ομολόγου έργου» (project bond) -την οποία έχουν κινήσει, στα καθ’ ημάς, και ο πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης και, πιο πρόσφατα, οι κυβερνητικοί βουλευτές Φλωρίδης και Καρτάλης στη γνωστή ανοικτή επιστολή της 3ης Φεβρουαρίου- αρχίζει κι αυτή τον αναγκαστικά αργό δρόμο της στους ευρωπαϊκούς κύκλους.

Το σημαντικότερο όμως είναι ότι, στην πραγματική ζωή, ένα είδος «ευρωομολόγου» κυκλοφόρησε ήδη και είχε τεράστια επιτυχία: ήταν αυτό που βγήκε στην αγορά στις 25 Ιανουαρίου, το εξέδωσε το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας για να «βοηθήσει την Ιρλανδία», είχε 5ετή διάρκεια και υπερκαλύφθηκε 9 φορές (προσφορά 48 δισ. έναντι 5 που ζητούνταν). Αν η οικονομική διακυβέρνηση προχωρήσει, δεν αποκλείεται καθόλου η εντονότερη προώθηση του «ευρωομολόγου» να είναι η πρώτη σημαντική κοινή πρωτοβουλία που θα καταλήξει σε αποτέλεσμα.

Η Ελλάδα επωφελείται. Είπαμε, η οικονομική διακυβέρνηση πάει μαζί με τη σωτηρία των αδύναμων κρίκων. Επιμήκυνση αποπληρωμής, επαναγορά ομολόγων και μείωση επιτοκίων είναι τρεις κρίσιμες για την Ελλάδα αποφάσεις, που βρίσκονται σε διαφορετικά στάδια οριστικοποίησης («κλειδωμένη» η επιμήκυνση, πιθανή, και λόγω Ιρλανδίας, η μείωση, δύσκολη, λόγω και τεχνικών εμποδίων, η επαναγορά).

Από την άλλη, ας μη μας ξεφεύγει, τουλάχιστον εδώ, ότι επιμήκυνση + μείωση επιτοκίων + επαναγορά ομολόγων θα μπορούσαν να έχουν έναν ωραίο, και διόλου ντροπιαστικό, τίτλο: «ήπια αναδιάρθρωση». Που και ανάσα θα μας δώσει και στις μέχρι στιγμής προσπάθειές μας οφείλεται και την εξαρχής επισημανθείσα, τουλάχιστον από αυτές τις στήλες (βλ. τα από 28/4/2010, 15/6/2010 και 26/10/2010 κείμενά μου στο Euro2day), μαθηματική, οικονομική και πολιτική αδυναμία να πορευθούμε μόνο με το μνημόνιο αποδεικνύει.

Η «αποκάλυψη τώρα» (27 Ιανουαρίου), του υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας, ότι είχε προτείνει από πέρυσι την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, καθώς και σοβαρές προς την ίδια κατεύθυνση εισηγήσεις υπεράνω πάσης υποψίας «δεξαμενών σκέψης» (όπως το Ινστιτούτο Bruegel, σε έκθεση που παρουσιάστηκε στις 7 Φεβρουαρίου), ιδίως τώρα όπου τα πράγματα πάνε καλύτερα, δεν είναι ασφαλώς τυχαίες.

? Τα άμεσης προτεραιότητας πολιτικά ζητήματα. Το πρώτο και διόλου εκ των προτέρων κερδισμένο στοίχημα είναι της συγκεκριμενοποίησης και υλοποίησης. Καλές οι γενικές αρχές και κατευθύνσεις, αλλά, όπως φάνηκε ήδη, στα κατ’ ιδίαν μέτρα υπάρχουν προβλήματα. Ιταλία (και φυσιολογικά και Ελλάδα) για τη συνταγματική κατοχύρωση των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Ισπανία και Πορτογαλία για την κατάργηση της ΑΤΑ, Ιρλανδία και Λουξεμβούργο για τον ελάχιστο συντελεστή φορολογίας, Αυστρία για την αλλαγή στα όρια συνταξιοδότησης, Γαλλία γενικώς και αορίστως, όταν κατάλαβε ότι δεν πάνε όλα τέλεια, έχουν ήδη προβάλει δισταγμούς ή αντιρρήσεις.

Σε βαθμό ώστε, σφυροκοπούμενος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (8 Φεβρουαρίου), ο πρόεδρος Βαν Ρομπάι δήλωσε ότι δεν υπάρχει «επίσημη πρόταση» και η συζήτηση θα γίνει «από μηδενική βάση». Η αλήθεια είναι ότι ο κύβος έχει ριφθεί, η Γερμανία δεν θα κάνει (στα βασικά, γι’ αυτήν) πίσω και κάθε συζήτηση από δω και μπρος θα διεξαχθεί στη βάση της γερμανογαλλικής πρότασης. Σημασία έχει αν θα υπάρξει πραγματική και σε βάθος συζήτηση περί θεσμών και πολιτικών και όχι εθνικές κοκορομαχίες.

Το δεύτερο στοίχημα, πιο μακρόπνοο αλλά και πιο ουσιαστικό, αφορά στη δημιουργία ενός πραγματικού χώρου κοινής πολιτικής - αυτό θα ήταν επικράτηση της «οικονομικής διακυβέρνησης». Μέχρι στιγμής έχουμε ακόμα εισαγωγή ή εξαγωγή εθνικών μέτρων ή ιδεών, που συχνά εμπίπτουν στη λογική του Προκρούστη.

Αναμένονται κοινά εργαλεία, κοινά ταμεία, κοινά αναπτυξιακά σχέδια (γιατί όχι μια «Πράσινη Ευρώπη» πέρα από τους Πράσινους;), μια ώθηση -έστω «από τα πάνω»- της ευρωπαϊκής ιδέας. Ο πρώτος σπόρος πάντως έπεσε, ακόμα κι αν δεν ξέρουμε τι δέντρο θα καρπίσει.

(*) Ο κ. Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος, πρώην Ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ www.botopoulos.gr  



* Συμφωνείτε ή διαφωνείτε με τον αρθρογράφο; Τι γνώμη έχετε;

To Εuro2day.gr ενθαρρύνει τον διάλογο και την έκφραση απόψεων από τους αναγνώστες. Σχολιάστε το άρθρο και πείτε την άποψή σας δημόσια για όσα συμβαίνουν και μας αφορούν όλους. Αν θεωρείτε το άρθρο σημαντικό, διαδώστε το με τα εργαλεία κοινωνικής δικτύωσης.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v