Η αναδιάρθρωση χρέους είναι γεγονός!

Οι αποφάσεις για αναδιάρθρωση, έστω και ειδικής μορφής, μοιάζουν να έχουν ληφθεί, αλλά, για την Ελλάδα, οι δυσκολίες είναι πάντα μπροστά. Ο ρόλος της συγκυρίας και οι διαπραγματεύσεις με Ε.Ε. - ΔΝΤ. Άρθρο του Κ. Μποτόπουλου.

  • του Κώστα Μποτόπουλου (*)
Η αναδιάρθρωση χρέους είναι γεγονός!
Οι πρώτες εβδομάδες του Οκτωβρίου έμελλαν να είναι αποφασιστικής σημασίας για τη συζήτηση περί της «αναδιάρθρωσης» του χρέους και εν γένει της οικονομικής κατάστασης στη χώρα μας.

Στο πρόσφατο αυτό διάστημα, με σειρά μη υποκείμενων σε παρερμηνεία δηλώσεων τόσο του επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου όσο και του Έλληνα υπουργού Οικονομικών, κατέστη σαφές ότι αυτό που κάποιοι, και από αυτό εδώ το βήμα, θεωρούσαμε πιθανό (βλ. τα από 28/4/2010 και 15/6/2010 άρθρα μου στο Euro2day), στην πράξη έχει ήδη συντελεστεί: η «αναδιάρθρωση» δεν είναι πια ενδεχόμενο, αλλά απόφαση.

Φυσικά μιλάμε για μια ειδική μορφή της: την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του δανείου που έλαβε, ή μάλλον λαμβάνει, η Ελλάδα από Ε.Ε. - ΕΚΤ - ΔΝΤ, τη σύναψη περαιτέρω δανείου (με νέους όρους αποπληρωμής και άλλο μνημόνιο) ή πιθανότατα τον συνδυασμό και των δύο.

Όσα είπαν ή άφησαν να εννοηθούν οι κ. Στρος-Καν και Γ. Παπακωνσταντίνου, αλλά και μια σειρά εξελίξεις-αποκαλύψεις που αποκρυσταλλώθηκαν το τελευταίο διάστημα, δεν αφήνουν καμία αμφιβολία: το παιχνίδι είναι στην αρχή και, για να μη χαθεί (κάτι που δεν αντέχει η Ελλάδα, αλλά, κυρίως, δεν συμφέρει τους δανειστές-εταίρους μας), δεν υπάρχει άλλος τρόπος από μια σειρά διευκολύνσεις - λογικές, επιβραβευτικές της ως τώρα ελληνικής προσπάθειας και οι οποίες προσιδιάζουν περισσότερο σε «συνεννοημένη επαναδιαπραγμάτευση» παρά σε «ήπια χρεοκοπία».

Όπως και να τις πούμε, πάντως, δεν παύουν να συνιστούν κάποιου είδους «αναδιάρθρωση», λιγότερο οδυνηρή από τη στάση πληρωμών ή την έξοδο από το ευρώ, αλλά αποκαλυπτική της δυσκολίας των περιστάσεων και των δομικών προβλημάτων του αρχικού «σχεδίου διάσωσης» της Ελλάδας.

Ας δούμε, με τη νηφαλιότητα που αρμόζει στο ζήτημα, τις επιμέρους παραμέτρους που δικαιολογούν αυτήν τη θέση:

Ο ρόλος της συγκυρίας. Δύο γεγονότα, που μάλλον συμπτωματικά συνέπεσαν, έχουν δημιουργήσει ένα εντελώς νέο σκηνικό ως προς τον ρυθμό και τον τρόπο άσκησης της ελληνικής οικονομικής πολιτικής μέσω υλοποίησης των μέτρων του μνημονίου.

Πρόκειται για:

α) την επίσημη ανακοίνωση εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι το ύψος του αρχικού ελλείμματος (δημιουργημένου από την προηγούμενη κυβέρνηση και παραληφθέντος στην αρχή της θητείας της από την παρούσα) τελικά θα είναι ουσιωδώς μεγαλύτερο από όσο είχε ως τώρα υπολογιστεί (μπορεί να φτάσει το 15% με 16%). Η εξέλιξη αυτή, με ό,τι συνεπάγεται σε διορθωτικές κινήσεις, αποτέλεσε τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της ανοχής έναντι μιας διαρκούς σκλήρυνσης των εκ του μνημονίου μέτρων και δημιούργησε άμεση ανάγκη πολιτικής διεξόδου για την κυβέρνηση,

β) την ωρίμανση στο εσωτερικό της κυβέρνησης, αλλά και σε μεγάλο μέρος του πολιτικού και επιχειρηματικού κόσμου, της άποψης ότι ήρθε η ώρα να περάσουμε σε «πιο πολιτική» διαχείριση του μνημονίου, με έμφαση και προνομιακό ακροατήριο την ελληνική κοινωνία και όχι μόνο την τρόικα.

Οι επερχόμενες τοπικές εκλογές και η μάλλον επιτυχής, εκ μέρους της αντιπολίτευσης, μετατροπή τους σε «δημοψήφισμα» κατά του μνημονίου έχουν παίξει ασφαλώς ρόλο. Οι διαρκώς εντεινόμενες δυσκολίες της λεγόμενης «πραγματικής οικονομίας» σε όλο το εξάμηνο της πρώτης φάσης του δημοσιονομικού συμμαζέματος, επίσης. Οι διεθνείς εξελίξεις, για τις οποίες θα γίνει αναλυτικά λόγος πιο κάτω, ευνοούν παρομοίως την πολιτικοποίηση: όταν το ΔΝΤ, ο οργανισμός που έχει ουσιαστικά επιβάλει τη φιλοσοφία των μέτρων του μνημονίου, μιλά πλέον ανοικτά για «αποφυγή των δημοσιονομικών υπερβολών» και για «ανάγκη έμφασης στην ανάπτυξη και την απασχόληση» (στην έκθεση για τις οικονομικές προοπτικές της Ευρώπης), είναι σαφές ότι, ψυχολογικά, έχουμε περάσει σε μια νέα φάση.

Η φάση αυτή, στην Ελλάδα, εικονογραφείται από την πρώτη «κόκκινη γραμμή» που έθεσε (20 Οκτωβρίου) ο πρωθυπουργός σχετικά με τα μέτρα του μνημονίου: «Όχι άλλα βάρη σε μισθωτούς και συνταξιούχους». Ακολουθεί και ενισχύει τις όλο και περισσότερες τον τελευταίο καιρό φωνές εντός της κυβέρνησης περί «επανασυζήτησης» πτυχών της οικονομικής πολιτικής. Τη διευκολύνει το γεγονός ότι δύο κρίσιμα συμπεράσματα του πρώτου εξαμήνου εφαρμογής του μνημονίου είναι τα εξής:

α) όσο επιτυχής και να είναι η προσπάθεια εξοικονόμησης και τακτοποίησης που έχει αρχίσει και ό,τι και να γίνει με τις μεταρρυθμίσεις, στο τέλος του 2012 το χρέος θα είναι μεγαλύτερο από όσο ήταν πριν πάρουμε το δάνειο,

β) μεγαλύτερο ακόμα και από τις δαπάνες είναι το πρόβλημα των εσόδων του ελληνικού δημοσίου. Επειδή τα έσοδα είναι αυτά που συνδέονται περισσότερο με τις βαθιές αλλαγές σε θεσμούς και νοοτροπία, απαιτούν χρόνο - άρα πρέπει να κερδηθεί χρόνος.

Την επισημοποίηση, κατά κάποιον τρόπο, αυτής της αλλαγής σελίδας αποτέλεσε η δημόσια συζήτηση περί επιμήκυνσης της αποπληρωμής του ελληνικού δανείου.

? Τα συμφραζόμενα της συζήτησης περί «αναδιάρθρωσης». Την Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2010, στη Νέα Υόρκη, ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών και ο διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου έδωσαν, σε διαδοχικές συνεντεύξεις, την ίδια απάντηση στο κρίσιμο ερώτημα που τους τέθηκε για την «επόμενη μέρα» της Ελλάδας, δηλαδή για την αντιμετώπιση των δανειακών και οικονομικών αναγκών μετά το τέλος της εκταμίευσης και της τελευταίας δόσης του δανείου, το 2013.

Η απάντηση αυτή ήταν «επιμήκυνση», με παράλληλη αποκάλυψη ενός κοινού μυστικού, ότι δηλαδή κάτι τέτοιο συζητούνταν ήδη από αρκετούς μήνες, με πρωτοβουλία μάλιστα του διευθυντή του ΔΝΤ κ. Στρος-Καν (βλ. ρεπορτάζ της «Καθημερινής», από 17 Οκτωβρίου 2010). Η αποκάλυψη κατέστη αναγκαία λόγω της «ατυχούς εξέλιξης» (κατά την έκφραση του κ. Στρος-Καν) της επερχόμενης αναθεώρησης του ελληνικού ελλείμματος για το 2009.

Έχει μάλιστα τεθεί και το χρονικό πλαίσιο της επιμήκυνσης: από 2 χρόνια το λιγότερο έως 5 το περισσότερο. Ο νομικός τρόπος με τον οποίο θα επιτευχθεί είναι υπό αναζήτηση. Το πιθανότερο είναι να συναφθεί, πριν από το τέλος λειτουργίας του ισχύοντος μνημονίου, νέα συμφωνία για διαφορετικούς όρους αποπληρωμής του απομένοντος ποσού ή να συνδυαστεί η επιμήκυνση και με συμπληρωματικό δάνειο, που θα περιέχει (μαζί πιθανότατα με ένα νέο μνημόνιο) τους όρους της συνολικής αποπληρωμής. Προϋπόθεση, φυσικά, σε κάθε περίπτωση, είναι να κριθεί από την τρόικα, με τον γνωστό τρόπο της ανά τρίμηνο αποτίμησης, ότι η Ελλάδα συμμορφώνεται ικανοποιητικά στους όρους του ισχύοντος μνημονίου.

Το ημιεπίσημο άνοιγμα αυτού του ενδεχομένου συνοδεύτηκε:

α) από διαπραγματεύσεις, ή τουλάχιστον διαβουλεύσεις, της κυβέρνησης με την τρόικα περί παράτασης του μνημονίου και αύξησης των δόσεων του δανείου (βλ. ρεπορτάζ των «Νέων», από 9 - 10 Οκτωβρίου),

β) από ζωηρή συζήτηση στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το ίδιο θέμα, και μάλιστα τέθηκε επί τάπητος μια γενική φόρμουλα «λελογισμένης αναδιάρθρωσης του ελληνικού δημοσίου χρέους», που θα περιλαμβάνει επιμήκυνση, πιθανότητα μείωσης της αξίας ομολόγων (τέτοιο «haircut» η ΕΚΤ έχει ήδη ουσιαστικά δεχτεί για ελληνικά κρατικά ομόλογα) και επιτάχυνση της λειτουργίας κοινοτικών εργαλείων, όπως ο «μόνιμος μηχανισμός διάσωσης» και, πιθανώς, και μια διαδικασία «ελεγχόμενης χρεοκοπίας» (βλ. ρεπορτάζ «Νέων», από 16 - 17 Οκτωβρίου).

Φυσικά η Γερμανία, φύλακας της δημοσιονομικής ορθοδοξίας και ατμομηχανή μιας Ευρώπης a-la-carte (Germanique), αντιστέκεται σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Βέβαια οι κοινοτικοί αξιωματούχοι (κ. Ρεν, Γιούνκερ και Τρισέ) φροντίζουν να τονίζουν την ανάγκη συνέχισης και επιτάχυνσης της ως τώρα ικανοποιητικής, από τη δική τους οπτική, πορείας των μέτρων συμμόρφωσης της Ελλάδας και να μη συζητούν, επί του παρόντος, νέα μέτρα (πάντως ο κ. Ρεν απάντησε καταφατικά στην ερώτηση αν η προς τα πάνω αναθεώρηση των στοιχείων του χρέους θα έχει επιπτώσεις στην κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2011…).

Φυσικά και το ίδιο το ΔΝΤ (μέσω εκπροσώπων του και όχι του διευθυντή του) δηλώνει ότι αντιτίθεται στην «αναδιάρθρωση» (συνέντευξη Τύπου του αναπληρωτή διευθυντή του Ευρωπαϊκού Τμήματος του ΔΝΤ στις 20 Οκτωβρίου) - όχι όμως στην «επιμήκυνση» (κάτι που προκάλεσε τη δικαιολογημένη σύγχυση του Γερμανού τραπεζίτη και μέλους του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ κ. Σταρκ).

Η προσοχή στη διατύπωση, ο διαχωρισμός μεταξύ «αναδιάρθρωσης» και «επιμήκυνσης», η γνώση ότι η Γερμανία πάντα αρχίζει λέγοντας «όχι» σε ό,τι δεν προέρχεται από αυτήν, μέχρι να επιβάλει τις βασικές της θέσεις, αποτελούν χρήσιμα ερμηνευτικά εργαλεία.

Στην πραγματικότητα, όλες αυτές οι «αντιρρήσεις» αποσκοπούν στην περιχαράκωση του θέματος για λόγους αρχής και παραδειγματισμού: το κουτί της δανειακής Πανδώρας δεν ξανανοίγει από την αρχή - αλλά δεν θα χάσουμε και τα λεφτά μας αρνούμενοι μια παράταση ζωής. Οι αγορές, βαρόμετρο σε τέτοιες περιπτώσεις, αποκλιμάκωσαν θεαματικά τα spreads (από 900 κοντά στις 700 μονάδες) μόλις πείστηκαν ότι η συζήτηση περί επιμήκυνσης είναι σοβαρή και προχωρημένη. Και ακολούθησαν οι προαναγγελίες για μελέτη αναβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τους γνωστούς οίκους.

Η αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος. Παράλληλα, αλλά ασφαλώς όχι ασύνδετα, εντασσόμενες και αυτές στο πλαίσιο επιθετικότερων και πολιτικότερων κινήσεων, προχωρούν στην Ελλάδα οι διεργασίες για βαθιές αλλαγές στο τραπεζικό σύστημα.

Ισχυροποίηση του εποπτικού ρόλου της Τραπέζης της Ελλάδος, λειτουργία Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, συγχωνεύσεις τραπεζών ώστε να δημιουργηθούν λιγότερα αλλά πολύ ισχυρότερα τραπεζικά σχήματα (ένας κρατικός και το πολύ τρεις ιδιωτικοί όμιλοι), ειδικός, ακόμα κεντρικότερος, ρόλος της Εθνικής, θέση νέων υγιέστερων βάσεων για κεφαλαιακή επάρκεια και ρευστότητα (εμπνεόμενες αλλά όχι περιοριζόμενες στους όρους της νέας Συμφωνίας της Βασιλείας), αλλαγή μετοχικής σύνθεσης, λειτουργία των τραπεζών ως αιχμής του δόρατος αλλά και ως πειραματόζωων για το άνοιγμα στις διεθνείς αγορές (έγινε ήδη επιτυχώς με την Εθνική): πρόκειται για ανακατατάξεις που, αν υλοποιηθούν, θα οδηγήσουν σε πραγματική αναδιάταξη του εγχώριου τραπεζικού συστήματος. Με «αμυντικό» ακόμα πρόσημο: την επιβίωση και εξυγίανση των ίδιων των τραπεζών. Αλλά με αυξημένο, και κοινωνικό πλέον, ρόλο, στην «τρίτη φάση» του μνημονίου, δηλαδή μετά το 2012.

Η «αίτηση αναδιάρθρωσης» πολλών άλλων φορέων. Τη γενικότερη κινητικότητα, στην κατεύθυνση δημιουργίας νέων όρων του παιχνιδιού, υπογραμμίζουν και οι αντίστοιχες κινήσεις μιας σειράς φορέων και οργανώσεων: έμποροι αυτοκινήτων, ιδιωτικές επιχειρηματικές ενώσεις, κατασκευαστές, ναυτιλιακοί και τουριστικοί παράγοντες και αρκετοί άλλοι ζητούν αναβολές, επιμηκύνσεις, εξαιρέσεις στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους. Νόμοι ή νομοθετικές υποσχέσεις (αναπτυξιακός νόμος, νέα φορολογικά μέτρα, όπως ο φόρος υπεραξίας επί των μετοχικών κερδών) αναβάλλονται ή τυγχάνουν αναδιαπραγμάτευσης ενόψει των νέων εξελίξεων.

Δεν είναι τυχαίο: μαζί με την επαναδιαπραγμάτευση των όρων αποπληρωμής των δανειστικών υποχρεώσεων της χώρας βρίσκεται σε εξέλιξη και μια επαναδιαπραγμάτευση της εκπλήρωσης εσωτερικών υποχρεώσεων. Όχι ότι τέτοιες συζητήσεις και αλλαγές δεν λάμβαναν χώρα ως τώρα: τι άλλο από ένα είδος «αναδιάρθρωσης χρεών» ήταν το νέο ασφαλιστικό (στη σχέση κράτους - πολιτών με δικαίωμα προσδοκίας) ή η αναστολή καταβολής της επιστροφής του ΦΠΑ από το κράτος σε ελεύθερους επαγγελματίες και επιχειρήσεις; Η διαφορά είναι ότι τώρα η όλη συζήτηση τίθεται σε πιο ανοιχτές βάσεις.

Η δυναμική των εξελίξεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Κοσμογονία αλλαγών, που φτάνουν ως το ανώτατο επίπεδο, δηλαδή σε συζήτηση για αναθεώρηση της ίδιας της Συνθήκης της Λισαβόνας, έναν μόνο χρόνο μετά την τόσο επίπονη θέση σε εφαρμογή της, παρατηρείται, ως ετεροχρονισμένη απάντηση στην επιμονή της κρίσης, και στο ευρωπαϊκό επίπεδο.
Επιβολή αυστηρότερων κυρώσεων στους «δημοσιονομικούς παραβάτες» της Ένωσης (έστω, προς το παρόν, χωρίς «αυτοματισμό» στην τιμωρία), πολιτικές κυρώσεις (όπως η αναστολή των δικαιωμάτων ψήφου για «παραβάτες» του Συμφώνου Σταθερότητας), «ελεγχόμενη χρεοκοπία» τόσο τραπεζών (σχέδιο του επιτρόπου Μπαρνιέ), όσο και χωρών (σχέδιο Μέρκελ - Σόιμπλε), προώθηση (χωρίς ακόμη ορμή) της «οικονομικής διακυβέρνησης»: η πολιτική συζήτηση πέρα από τα ως τώρα σταθερά σχήματα έχει για τα καλά ανάψει.

Εδώ είναι που η Γερμανία έχει τα ισχυρότερα συμφέροντα και επιδιώξεις, για την πραγματοποίηση των οποίων μπορεί να «καμφθεί» σε μικρότερης σημασίας θέματα: ήδη, στο πλαίσιο της προσέγγισης με τη Γαλλία, εγκατέλειψε την επιβολή αυτόματων κυρώσεων, προκειμένου να συμφωνηθεί επί της αρχής η αναθεώρηση της Συνθήκης στο άμεσο μέλλον.

Ένα αλλαγμένο θεσμικό πλαίσιο της Ένωσης θα μπορεί να δικαιολογήσει και να υποδεχθεί καλύτερα μια αναθεωρημένη σχέση κοινοτικών οργάνων και Συμβουλίου με τα κράτη-μέλη σε δυσκολία. Η αδυναμία εξυπηρέτησης υποχρεώσεων από κράτη-μέλη δεν αφορά μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε μεγάλο βαθμό θα κριθεί με βάση ένα νέο ελληνικό πείραμα.

Δεν είναι ασφαλώς τυχαίο ότι μία από τις θεσμικές προτάσεις που έχουν κατατεθεί (στο γνωστό άρθρο στους «Financial Times» με τίτλο «Η Ευρώπη χρειάζεται μόνιμο μηχανισμό στήριξης», που αναδημοσιεύτηκε στο Euro2day) αφορά σε μια διαδικασία που να επιτρέπει σε μια χώρα-μέλος της Ε.Ε. «ελεγχόμενη αναδιάρθρωση» του χρέους της. Συντάκτης, μεταξύ άλλων, ο σύμβουλος του Έλληνα πρωθυπουργού κ. Τομάζο Πάντοα-Σκιόπα. Το άρθρο δημοσιεύθηκε τις μέρες όπου οι κ. Παπακωνσταντίνου και Στρος-Καν έδιναν την κοινή τους απάντηση στη Νέα Υόρκη.

Ο κύκλος κλείνει. Οι αποφάσεις μοιάζουν να έχουν ληφθεί - αλλά, για την Ελλάδα, οι δυσκολίες είναι πάντα μπροστά. Τουλάχιστον παραδεχθήκαμε ότι αντιμετωπίζονται με κινήσεις και επαναδιαπραγματεύσεις και όχι με αυτόματο πιλότο και μοιρολατρία.

* O κ. Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος, πρώην ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ (www.botopoulos.gr).

Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v