Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Οι δύο όψεις μιας επιτυχίας

Η ελληνική οικονομία, τα τελευταία 10 χρόνια, ξεπερνά σε ρυθμό ανάπτυξης τον μέσο όρο της ευρωζώνης, δίνοντας ώθηση σε επιχειρηματικά ντιλ. Αυτή όμως είναι η μία όψη του νομίσματος. Η άλλη δεν είναι τόσο ευχάριστη.

Οι δύο όψεις μιας επιτυχίας
Οι Έλληνες, ή τουλάχιστον πολλοί εξ αυτών, μπορεί να γκρινιάζουν, οι αριθμοί όμως άλλα λένε. Το μέσο βιοτικό επίπεδο του ελληνικού λαού βελτιώνεται τα 10 τελευταία χρόνια και αυτό αποτυπώνεται ανάγλυφα στην κατανάλωση.

Όμως, οι ισχυροί ρυθμοί κατανάλωσης μεταφράζονται σε αυξημένους τζίρους και συνήθως σε κέρδη για τις επιχειρήσεις που δεν ανήκουν σε κλάδους τους οποίους ο διεθνής καταμερισμός εργασίας και η παγκοσμιοποίηση ευνοούν.

Οι αυξημένοι τζίροι και τα κέρδη των επιχειρήσεων αγνοούνται από την πλειονότητα των ντόπιων επενδυτών, ιδιωτών και θεσμικών.

Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τα ξένα θεσμικά χαρτοφυλάκια, τις ξένες εταιρείες και τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια (private equity funds) που αναζητούν ευκαιρίες σε μια ταχέως αναπτυσσόμενη χώρα της ευρωζώνης, η οποία εξ ορισμού είναι χαμηλού ρίσκου.

Η αναγνώριση αυτών των χαρακτηριστικών έχει οδηγήσει ξένα θεσμικά χαρτοφυλάκια, τα τελευταία χρόνια, σε τοποθετήσεις αξίας πολλών δισ. ευρώ στην ελληνική χρηματιστηριακή αγορά, με ώθηση στις μετοχές αρκετών εταιρειών.

Έχει επίσης ευνοήσει την υλοποίηση επιχειρηματικών ντιλ μεταξύ ελληνικών εταιρειών και ξένων private equity funds και επιχειρηματικών ομίλων.

Ακόμη και χθες ήρθαμε αντιμέτωποι με αυτή την πραγματικότητα μέσω της δημόσιας προαιρετικής πρότασης του ομίλου Unilever για την εξαγορά του υπόλοιπου 33% των μετοχών της Ελαΐς και την υποχρεωτική δημόσια προσφορά της Credit Agricole για το 100% της ασφαλιστικής εταιρείας Φοίνιξ Metrolife.

Όμως, αυτές οι δημόσιες προτάσεις, οι οποίες ήταν λίγο-πολύ αναμενόμενες, θα οδηγήσουν εκτός Χ.Α. την Ελαΐς, μια ιστορική εταιρεία, η οποία πρωτοεισήλθε στο Χρηματιστήριο Αθηνών το 1947, και τη Φοίνιξ Metrolife, δείχνοντας την άλλη όψη του νομίσματος.

Αυτή η όψη δεν είναι άλλη από τον περιορισμό των εισηγμένων εταιρειών και της συνολικής κεφαλαιοποίησης του Χ.Α., αν δεν υπάρξουν αυξήσεις μετοχικών κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση εξαγορών, νέες εισαγωγές επιχειρήσεων και ιδιωτικοποιήσεις κρατικών εταιρειών.

Με τη σημερινή κεφαλαιοποίηση του Χ.Α. στα 140 δισ. ευρώ περίπου και το εκτιμώμενο ελληνικό ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) στα 191 δισ. ευρώ, ο λόγος κεφαλαιοποίησης προς ΑΕΠ βρίσκεται κοντά στο 73% περίπου.

Το ποσοστό αυτό, με βάση τα δυτικοευρωπαϊκά δεδομένα, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ούτε μεγάλο ούτε μικρό. Αν όμως η τάση της ”αποκεφαλαιοποίησης” (de-equitisation) με την παραπάνω μορφή συνεχιστεί, τότε είναι μαθηματικά βέβαιο ότι το ποσοστό θα υποχωρήσει στο μέλλον σε χαμηλότερα επίπεδα .

Υπάρχουν αρκετά επιχειρήματα υπέρ και κατά της εξαγοράς ελληνικών επιχειρήσεων από μεγάλους ξένους oμίλους. Ένα όμως είναι σίγουρο:

τα επιχειρηματικά ντιλ αυτής της μορφής έχουν συνήθως αρνητική επίδραση στην αύξηση της συνολικής κεφαλαιοποίησης του Χ.Α. και παραδόξως γι’ αυτό ευθύνονται εν μέρει οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.

Dr. Money

[email protected]


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v