Οι κυβερνήσεις ξεφορτώνονται κρατικές συμμετοχές

Nέο κύμα ιδιωτικοποιήσεων σε κράτη της δυτικής Ευρώπης και στις ΗΠΑ αναμένουν οι αναλυτές, με τις κυβερνήσεις να αποσκοπούν τόσο στην κάλυψη των ελλειμμάτων τους όσο και στο κέρδος. Στη "λίστα" και η Ελλάδα.

  • του Στέφανου Κορέλλη
Οι κυβερνήσεις ξεφορτώνονται κρατικές συμμετοχές
Nέο κύμα ιδιωτικοποιήσεων σε κράτη της δυτικής Ευρώπης και στις ΗΠΑ αναμένουν οι αναλυτές.

Σε πρόσφατο ρεπορτάζ τους οι «Financial Times» δημοσίευσαν μία λίστα επιχειρήσεων στις οποίες τα κρατικά μερίδια είναι ιδιαίτερα σημαντικά και τόνισαν ότι χώρες οι οποίες βρίσκονται σε ανάγκη ενδέχεται να επιδιώξουν να πουλήσουν κρατικά μερίδια για την κάλυψη των ελλειμμάτων τους, αλλά και για να κερδίσουν.

Ήδη, η πορτογαλική κυβέρνηση στο πλαίσιο του τετραετούς προγράμματος δημοσιονομικής εξυγίανσης ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να συγκεντρώσει περί τα 6 δισ. ευρώ μέσω αποκρατικοποιήσεων μεριδίων που κατέχει σε ενεργειακούς και τραπεζικούς ομίλους της χώρας.

Στη λίστα περιλαμβάνονται εταιρείες από την Πορτογαλία, τη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, ενώ από την Ελλάδα μετέχουν ο ΟΤΕ, η ΔΕΗ και τα Ελληνικά Πετρέλαια. Βέβαια, ο κατάλογος των «F.T.» είναι ενδεικτικός και πρέπει να τονιστεί ότι δεν γίνεται λόγος για πρόθεση των κυβερνήσεων να προχωρήσουν σε εκποιήσεις, αλλά αποτυπώνεται η γενικότερη τάση. «Θα υπάρξει έκρηξη στις πωλήσεις κρατικών συμμετοχών σε επιχειρήσεις χωρών όπως η Ελλάδα, η Γερμανία, η Γαλλία και η Βρετανία», αναφέρει η έγκριτη εφημερίδα, παραθέτοντας και τη δήλωση του αναλυτή της Deutsche Bank κ. Κρις Γουίτμαν ότι «δεν υπάρχει αμφιβολία πως αυτή θα είναι η παγκόσμια τάση τα επόμενα χρόνια».

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Morgan Stanley, τις τελευταίες τρεις δεκαετίες οι ιδιωτικοποιήσεις κορυφώθηκαν περί τα τέλη της δεκαετίας του 1990, ενώ σημαντικά έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις καταγράφονται και στα μέσα της δεκαετίας του 2000, στο πλαίσιο του ευρύτερου κύματος για λιγότερο κράτος στη λειτουργία του οικονομικού συστήματος.


Οι αιτίες

Το αναμενόμενο κύμα πωλήσεων κρατικών συμμετοχών δεν αποδίδεται μόνο στην ανάγκη των κρατών να καλύψουν ελλείμματα. Τουλάχιστον όχι σε όλες τις χώρες. Μπορεί η Πορτογαλία να είναι μια τέτοια περίπτωση. Όμως, υπάρχουν κυβερνήσεις που κατά τη διάρκεια της πρόσφατης κρίσης αναγκάστηκαν να «φορτωθούν» μερίδια σε κλυδωνιζόμενες εταιρείες για να τις σώσουν από τη χρεοκοπία.

Τέτοια παραδείγματα είναι οι συμμετοχές της βρετανικής κυβέρνησης σε τράπεζες όπως η Royal Bank of Scotland, η Lloyds και η Northern Rock. Το κράτος κατέχει το 84% της πρώτης και το 43% της δεύτερης, ενώ έχει τον πλήρη έλεγχο της τρίτης τράπεζας. Παρότι έως τώρα οι συμμετοχές αυτές είναι ζημιογόνες, ο Βρετανός πρωθυπουργός κ. Γκόρντον Μπράουν έχει διαβεβαιώσει ότι την κατάλληλη στιγμή θα προχωρήσει σε εκποίηση μεριδίων ώστε η κυβέρνηση να βγάλει κέρδος. Το ίδιο έκανε η ελβετική κυβέρνηση με τη συμμετοχή που απέκτησε εν μέσω κρίσης στη UBS δίνοντας 5,7 δισ. δολάρια και την οποία πούλησε 6,9 δισ. δολάρια. Αντίστοιχα, και η γερμανική κυβέρνηση έχει πάρει το 25% της Commerzbank ως αντάλλαγμα για το πακέτο διάσωσης 18,2 δισ. ευρώ.

Ταυτόχρονα, μέσα στην εβδομάδα το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε ότι θα αρχίσει τη σταδιακή πώληση των μετοχών της Citigroup, τις οποίες είχε πάρει εν μέσω κρίσης σε αντάλλαγμα της βοήθειας που προσέφερε στην τράπεζα. Η πώληση υπολογίζεται ότι θα αποφέρει στην κυβέρνηση κέρδη ύψους 7,5 δισ, δολαρίων.


Χωρίς πολιτικό κόστος

Τα χέρια των κυβερνήσεων είναι... λυμένα διότι και σε αυτές τις περιπτώσεις εκποιήσεων δεν υπάρχει πολιτικό κόστος. Κατά πρώτον, οι συγκεκριμένες αγορές πραγματοποιήθηκαν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης υπό το βάρος της κρίσης. Ταυτόχρονα, η σταδιακή έξοδος από την κρίση ευνοεί τη λειτουργία των αγορών με χρηματοοικονομικά κριτήρια και όχι σε πλαίσιο κρατικού παρεμβατισμού. Τέλος, τα κρατικά μερίδια είναι μειοψηφικά και άρα πουλιούνται ευκολότερα. «Αν πρέπει να τις πουλήσεις από την αρχή, αυτό μπορεί να εξελιχθεί σε ιδιαίτερα δύσκολη διαδικασία», αναφέρει ο αναλυτής της HSBC κ. Ρ. Τζούλιους.

Ανάλογες κινήσεις θα γίνουν και από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Είναι ενδεικτικό ότι στον φετινό προϋπολογισμό έχει εγγραφεί κονδύλι ύψους 4 δισ. δολαρίων προς το υπουργείο Μεταφορών ώστε να δημιουργηθεί μία τράπεζα υποδομών που θα μοχλεύει μη ομοσπονδιακούς πόρους, μεταξύ αυτών και κεφάλαια από private equity funds. Βέβαια, στις ΗΠΑ τα προηγούμενα χρόνια τα deals αυτά δεν ήταν πάντα κερδοφόρα.

Είναι χαρακτηριστικές οι αποτυχημένες εξαγορές που πραγματοποίησαν πριν από την κρίση, και σε περίοδο όπου το χρήμα ήταν φθηνό, ισχυρά private funds και τράπεζες στον κλάδο των υποδομών (λιμάνια, αυτοκινητόδρομοι). Πλέον τα επενδυτικά σχήματα αρχίζουν να προσεγγίζουν τις εξαγορές κρατικών εταιρειών κοινής ωφελείας με μεγαλύτερη σύνεση και χωρίς ισχυρή μόχλευση. 


* Αναδημοσίευση από το 628ο φύλλο της εβδομαδιαίας εφημερίδας ΜΕΤΟΧΟΣ & ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ, 1 - 6 Απριλίου 2010.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v