Η G7 θα αναζητήσει τρόπους για να χρησιμοποιήσει τα μελλοντικά έσοδα από τα ‘παγωμένα’ ρωσικά περιουσιακά στοιχεία για να βοηθήσει την Ουκρανία, δηλώνουν οι υπουργοί Οικονομικών και κεντρικοί τραπεζίτες από την Ομάδα των 7 πιο ανεπτυγμένων βιομηχανικά χωρών, σύμφωνα με προσχέδιο ανακοίνωσης στο οποίο είχε πρόσβαση το Reuters.
Η G7 ‘πάγωσε’ ρωσικά περιουσιακά στοιχεία ύψους περίπου 300 δισ. δολαρίων λίγο μετά την εισβολή της Ρωσίας στη γειτονική της χώρα τον Φεβρουάριο του 2022.
«Σημειώνουμε πρόοδο στις συζητήσεις μας για πιθανούς τρόπους για να προωθήσουμε τα έκτακτα κέρδη που προκύπτουν από τα ‘παγωμένα’ ρωσικά περιουσιακά στοιχεία προς όφελος της Ουκρανίας», σύμφωνα με το προσχέδιο της ανακοίνωσης.
Στην ανακοίνωση δεν θα γίνουν σημαντικές αλλαγές πριν η τελική της εκδοχή δημοσιοποιηθεί αργότερα σήμερα, δήλωσε πηγή της G7.
Η Ρωσία θα προχωρήσει σε αντίποινα αν οι δυτικές χώρες χρησιμοποιήσουν παράνομα τα «παγωμένα» ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, μετέδωσε σήμερα το πρακτορείο ειδήσεων TASS επικαλούμενο τον Ρώσο υπουργό Οικονομικών Αντον Σιλουάνοφ.
«Αποφασισμένη να αυξήσει» τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας
Οι υπουργοί Οικονομικών της G7, που συναντήθηκαν στην Ιταλία, δήλωσαν επίσης «αποφασισμένοι να αυξήσουν τις κυρώσεις» εναντίον του χρηματοπιστωτικού και οικονομικού τομέα της Ρωσίας για να «μειώσουν» τα έσοδά της, σύμφωνα με προσχέδιο του τελικού ανακοινωθέντος που έλαβε το Γαλλικό Πρακτορείο.
Μεταξύ των τρόπων που εξετάστηκαν, οι υπουργοί, οι οποίοι ολοκλήρωσαν τη συνάντησή τους στη Στρέζα στις όχθες της λίμνης Ματζόρε (βόρεια), προτείνουν «να συνεχιστεί η στόχευση των ενεργειακών εσόδων της Ρωσίας και των μελλοντικών εξαγωγικών δυνατοτήτων της».
Από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν υιοθετήσει μια σειρά κυρώσεων για να προσπαθήσουν να προκαλέσουν ασφυξία στη ρωσική οικονομία με μικρή ωστόσο επιτυχία μέχρι στιγμής.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη επιβάλει 13 πακέτα κυρώσεων κατά της Ρωσίας και τώρα εξετάζει το ενδεχόμενο να στοχοθετήσει το ρωσικό υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) σε ένα νέο πακέτο κυρώσεων, που απαγορεύει τη μεταφορά του μέσω της ΕΕ.
Αυτό το νέο πακέτο κυρώσεων που συζητείται θα μπορούσε επίσης να επεκτείνει τη μαύρη λίστα της ΕΕ σε περισσότερες κινεζικές οντότητες που κατηγορούνται ότι προμηθεύουν στρατιωτικές τεχνολογίες στη Ρωσία, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές.
Αυτό το θέμα εξετάζεται επίσης στο προσχέδιο του τελικού ανακοινωθέντος των Οικονομικών της G7, που επιβεβαιώνει ότι τα μέλη της "θα αντιταχθούν στις προσπάθειες αποφυγής ή παράκαμψης των κυρώσεων...".
Εξετάζονται μέτρα κατά της Κίνας
Εν τω μεταξύ, οι υπουργοί Οικονομικών και κεντρικοί τραπεζίτες της G7 ανέφεραν σήμερα ότι «εξετάζουν τη λήψη μέτρων» ενόψει της «πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας» της Κίνας, η οποία πλημμυρίζει τις δυτικές αγορές με προϊόντα χαμηλού κόστους, σύμφωνα με το προσχέδιο του ανακοινωθέντος που είδε το AFP.
Οι ίδιοι εκφράζουν επίσης «ανησυχίες» για «την ευρεία χρήση από την Κίνα πολιτικών και πρακτικών εκτός αγοράς», που «βλάπτουν τους εργαζόμενους, τις βιομηχανίες μας και την οικονομική μας ανθεκτικότητα».
Η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν κάλεσε την Πέμπτη την G7 να σχηματίσει «ένα ξεκάθαρο και ενιαίο μέτωπο» απέναντι στη «βιομηχανική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα» της Κίνας, η οποία δημιουργεί «μακροοικονομικές ανισορροπίες», ζητώντας «απαντήσεις» από τις πληγείσες χώρες.
Οι υπουργοί Οικονομικών της G7 σκοπεύουν να «συνεχίσουν να παρακολουθούν τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας» στην Κίνα και σχεδιάζουν «να λάβουν μέτρα για ισότιμους όρους ανταγωνισμού, σύμφωνα με τις αρχές του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ)».
Την Παρασκευή, ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ κάλεσε την G7 να «παρουσιάσει ένα ενιαίο μέτωπο για την προστασία των βιομηχανικών συμφερόντων της» ενάντια στην Κίνα καλώντας ωστόσο να αποφευχθεί ένας «εμπορικός πόλεμος».
Οι δυτικές χώρες ανησυχούν για τον κίνδυνο οι τεράστιες επιδοτήσεις που χορηγεί η κινεζική κυβέρνηση σε τεχνολογίες, πράσινη ενέργεια, ηλεκτρικά οχήματα, ακόμη και μπαταρίες, να οδηγήσουν σε ένα παλιρροϊκό κύμα προϊόντων χαμηλού κόστους σε όλο τον κόσμο που θα έθετε σε κίνδυνο τους ξένους ανταγωνιστές σε αυτούς τους τομείς.
Η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε στα μέσα Μαΐου μια αξιοσημείωτη αύξηση των τελωνειακών δασμών που εφαρμόζονται σε κινεζικά προϊόντα ύψους 18 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ιδίως ηλεκτρικά οχήματα και μπαταρίες για αυτά τα οχήματα, καθώς και σε κρίσιμα μέταλλα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία συμμετέχει στις συνόδους κορυφής της G7 μαζί με τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ιταλία, έχει από την πλευρά της εμπλακεί σε αντιπαράθεση με την Κίνα, την οποία κατηγορεί ότι στρεβλώνει την ευρωπαϊκή αγορά πλημμυρίζοντας την με προϊόντα χαμηλού κόστους.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ