Εάν το καλοκαίρι του 2015 έλεγε κάποιος ότι δυόμισι χρόνια μετά ο Αλέξης Τσίπρας θα συμβούλευε τον Μάρτιν Σουλτς να συγκυβερνήσει με την Άγκελα Μέρκελ, θα φάνταζε γραφικός – επιεικώς.
Συνέβη όμως χθες. Και, μάλιστα, την πρωτοβουλία για την τηλεφωνική συζήτηση την είχε ο ίδιος ο πρόεδρος των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών, ο οποίος, αφήνοντας πίσω την εποχή που, ως πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου, κουνούσε το δάκτυλο στον νεοεκλεγέντα Έλληνα πρωθυπουργό, επικοινώνησε μαζί του για να τον ενημερώσει περί των γερμανικών πολιτικών εξελίξεων.
Η διαρροή από το Μαξίμου ήταν... όλα τα λεφτά: «Ο πρωθυπουργός, αφού εξέφρασε την ανησυχία του (σ.σ. στον κ.Σουλτς) για πιθανότητα παρατεταμένης πολιτικής αβεβαιότητας στη Γερμανία, εν όψη μάλιστα κρίσιμων αποφάσεων για το μέλλον της ΕΕ και για αλλαγές στην ευρωζώνη, ενεθάρρυνε τον επικεφαλής του SPD να επιστρέψει με ισχυρότερη διαπραγματευτική δύναμη στη συζήτηση για σχηματισμό κυβέρνησης”.
Λίγη ώρα αργότερα ο κ. Τσίπρας δεχόταν… τα συγχαρητήρια της Άγκελα Μέρκελ για την διπλή βράβευσή του στο Παρίσι – το ένα βραβείο άλλωστε, για το “πολιτικό σθένος”, το έλαβε και η ίδια στο πρόσφατο παρελθόν.
Τα μηνύματα Γκάμπριελ
Μία επανάληψη του GroKo (σ.σ. γερμανιστί Groβe Koalition, ήτοι Μεγάλου Συνασπισμού) αποτελεί «το πλέον επιθυμητό» σενάριο για την Αθήνα.
Όχι μόνο διότι η «Τζαμάικα» θα σήμαινε απομάκρυνση από την προοπτική «πιο κοινωνικής Ευρώπης», αλλά κι επειδή η ελληνική κυβέρνηση ήρθε πιο κοντά με το SPD τον τελευταίο χρόνο, με αποκορύφωμα τους τελευταίους προεκλογικούς μήνες στην Γερμανία.
Κορυφαίος κυβερνητικός παράγοντας σημείωνε από το καλοκαίρι του 2016 τις (άτυπες) συζητήσεις που είχε ο κ. Τσίπρας με τον τότε επικεφαλής του SPD και αντικαγκελάριο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, για τη “κοινωνική και υποστηρικτική της Ελλάδας στροφή” του κόμματός του, στην πορεία προς τις γερμανικές κάλπες.
Γι΄αυτό και στο Μαξίμου ουδείς εξεπλάγη όταν ο κ.Γκάμπριελ, ερωτηθείς για το ελληνικό χρέος λίγο πριν παραδώσει την ηγεσία στον κ.Σουλτς τον Μάιο, δήλωνε Sueddeutsche Zeitung: “Στην Ελλάδα έχει γίνει η υπόσχεση ξανά και ξανά για ελάφρυνση του χρέους, αν πραγματοποιηθούν οι μεταρρυθμίσεις. Τώρα πρέπει να τηρήσουμε την υπόσχεσή μας. Αυτό δεν πρέπει να αποτύχει εξαιτίας της γερμανικής αντίστασης”.
Ή όταν στην τελευταία συνεδρίαση της Μπούντεσταγκ, λίγο πριν από τις γερμανικές εκλογές τον Σεπτέμβριο, κατακεραύνωνε τον Βόλφγκαγκ Σόιμπλε, επειδή, “ακόμη και στα τέλη του προηγούμενου χρόνου (σ.σ. του 2016) υποστήριζε πως η Ελλάδα θα πρέπει να βγει από το ευρώ».
Απευθυνόμενος στην Άγκελα Μέρκελ μάλιστα, πρόσθεσε: «Δόξα τω Θεώ τον εμποδίσατε εσείς και άλλοι να συνεχίσει να ακολουθεί αυτήν την πολιτική. Σε διαφορετική περίπτωση θα τιναζόταν η Ευρώπη στον αέρα. Εμείς είμαστε οι οικονομικά κερδισμένοι της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αυτή είναι η αλήθεια».
Όχι ψευδαισθήσεις
Από την άλλη, κανείς, επίσης, στο Μαξίμου δεν έχει την ψευδαίσθηση πως ένας νέος GroKo θα στρώσει τον δρόμο της Ελλάδας και της «νέας Ευρώπης» με λουλούδια ή ότι θα ανοίξει τους κρουνούς ... των θετικών αντιμέτρων.
«Για μάχες από καλύτερες θέσεις μιλάμε», διευκρινίζουν, παραπέμποντας και στις δρομολογημένες συζητήσεις Βερολίνου-Παρισιού για τη «νέα αρχιτεκτονική της Ευρώπης» που αποτελεί «όραμα» του Μανουέλ Μακρόν – του ...νεώτερου «φίλου του Τσίπρα» (σ.σ. όχι ηλικιακά).
“Καθαρότητα” ή συναινέσεις;…
Η αμέσως επόμενη φράση του κ. Τσίπρα προς τον κ.Σουλτς, κατά την χθεσινή τηλεφωνική επικοινωνία, είχε αποδέκτες εντός ελληνικών και… κομματικών συνόρων: "Η πραγματικά αριστερή και προοδευτική στάση δεν είναι να διατηρείς τη καθαρότητα των θέσεων σου αλλά να δίνεις μάχες για εφικτές αλλαγές προς όφελος των πολλών”.
Το εάν η επισήμανση περί της αναποτελεσματικής “καθαρότητας των θέσεων” αφορούσε μόνο τους συμβιβασμούς του παρελθόντος ή προετοιμάζει το έδαφος για ανάλογες κινήσεις στο άμεσο μέλλον – πολιτικού και όχι μόνο διαπραγματευτικού ενδιαφέροντος – μένει να φανεί.
Ήταν ο κ. Τσίπρας άλλωστε που στο πρόσφατο αναπτυξιακό συνέδριο στην Κομοτηνή μίλησε για την εγχώρια ανάγκη συναινέσεων και συνεννοήσεων, επικαλούμενος ακριβώς τις προσπάθειες που καταβάλλονται στο Βερολίνο προκειμένου να σχηματισθεί (άλλη μία) κυβέρνηση συνεργασίας.
Όπως σημειώνουν επιτελικά στελέχη της κυβέρνησης, η απλή αναλογική, οι αναζητήσεις για τη “δημοκρατική επανεκκίνηση της Ευρώπης” και οι ενδείξεις για μία “αριστερή” στροφή της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας (αφού πλήρωσε εκλογικά τον μέχρι τώρα σφικτό εναγκαλισμό της με την Δεξιά), θα θέσουν “αντικειμενικά” επί τάπητος μία τέτοια συζήτηση και στην Ελλάδα.
Όπως προσθέτουν δε, “αυτό δεν θα γίνει μόλις ‘μυρίσουν’ εκλογές αλλά πολύ νωρίτερα”, με τους όρους να τους καθορίζει η έξοδος (και πώς…) της χώρας από “τα μνημόνια”, η εικόνα της κυβέρνησης, η ορμή ή η καθήλωση της ΝΔ, το πρόσημο και η δυναμική (;) του υπό σύσταση κεντροαριστερού φορέα.