Σύντομη αποδείχθηκε η ανάσα στις ευρωπαϊκές τραπεζικές μετοχές, αφού η χθεσινή συνεδρίαση επανέφερε στο προσκήνιο τις πτωτικές συνθήκες που επικρατούν από τις αρχές του έτους.
Ο ευρωπαϊκός τραπεζικός δείκτης Stoxx 600 Banks επέστρεψε σε χαμηλότερα επίπεδα από το καλοκαίρι του 2012, το χρονικό σημείο όπου ο κεντρικός τραπεζίτης Μάριο Ντράγκι είχε δηλώσει το περίφημο "Whatever it takes", που έκανε τις αγορές να ησυχάσουν.
Από τις αρχές του έτους οι ευρωτράπεζες χάνουν το 30% της αξίας τους, ενώ σε επιμέρους τραπεζικές μετοχές όπως οι ιταλικές, η γερμανική Deutsche Bank, η ελβετική Credit Suisse, οι απώλειες ξεπερνούν το 40% ή και το 50%.
Συνολικά από τον δείκτη Stoxx 600 Banks μόλις δύο σημειώνουν μονοψήφιες απώλειες και ελάχιστες άλλες πτώση χαμηλότερη του 20%.
Μεγάλη διαφοροποίηση στη γενικότερη αρνητική εικόνα είναι η πορεία των δανέζικων και σουηδικών τραπεζών, που εκτός του ότι σημειώνουν πολύ καλύτερη μετοχική πορεία, πλέον έχουν ξεπεράσει σε κεφαλαιοποίηση τις γαλλικές, γερμανικές και βρετανικές τράπεζες.
Με το τραπεζικό sell-off όμως να έχει πάψει να αποτελεί μονοδιάστατα ευρωπαϊκό φαινόμενο, πλέον και οι ιαπωνικές τράπεζες «χάνουν» το 30% της αξίας τους, ενώ οι αμερικανικές έχουν εισέλθει στο «μάτι του κυκλώνα» με πτώση 23%, δίνοντας στο φαινόμενο παγκόσμια διάσταση.
Π.χ. η Morgan Stanley, η Citigroup και η Bank of America υποχωρούν πάνω από 30% το 2016, μετά τη χθεσινή ημέρα.
Το ερώτημα είναι τι τελικά φοβούνται οι αγορές; Εστιάζουν στους μάκρο ή τους μίκρο κίνδυνους; Φοβούνται δηλαδή την πιθανότητα μιας νέας ύφεσης στις ΗΠΑ, την πιο υποτονική ανάπτυξη στην οικονομία της Ευρωζώνης, την ανυπαρξία πληθωριστικών πιέσεων, ή οι φόβοι εστιάζουν στο «μικρό» επίπεδο και αφορούν τους υπερμοχλευμένους ισολογισμούς συγκεκριμένων τραπεζών και την υπερέκθεση των τραπεζών στον τομέα της ενέργειας;
Ένα δεδομένο που αποτελεί σίγουρα αιτία ως τώρα στην πτώση είναι η αλλαγή στη θεώρηση των αγορών για τα αρνητικά επιτόκια των κεντρικών τραπεζών. Πλέον, οι αγορές θεωρούν ότι τα χαμηλά επιτόκια δεν είναι σημάδι δύναμης αλλά δείγμα αδυναμίας της παγκόσμιας οικονομίας και πλέον πολλοί φοβούνται ότι οι κεντρικές τράπεζες μπορεί να χάσουν τον έλεγχο.
Η μακροχρόνια διατήρηση των αρνητικών επιτοκίων που ακολουθούν οι κεντρικές τράπεζες για να υποστηρίξουν την ανάπτυξη στις οικονομίες έχουν αποτελέσει τροχοπέδη στην κερδοφορία των τραπεζών.
Πλέον, αυτή η αλλαγή αποτυπώνεται και σε δύο πρόσφατες περιπτώσεις. Η απόφαση της ιαπωνικής κεντρικής τράπεζας στα τέλη Ιανουαρίου όχι μόνο δεν έδωσε καύσιμο στις αγορές αλλά πυροδότησε πωλήσεις στις τραπεζικές μετοχές. Την ίδια στιγμή, η χθεσινή απόφαση της κεντρικής τράπεζας της Σουηδίας να μειώσει το βασικό επιτόκιο από το -0,35% στο -0,5%, είχε ως αποτέλεσμα οι σουηδικές τράπεζες να σημειώσουν τις μεγαλύτερες απώλειές τους φέτος.
Συνεπώς, η αναμενόμενη περαιτέρω νομισματική χαλάρωση από την ΕΚΤ στο επόμενο χρονικό διάστημα μπορεί τελικά να αυξάνει τους φόβους της αγοράς αντί να τους καθησυχάζει, όπως γινόταν όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα.
Από την άλλη πλευρά πάλι, οι φόβοι για την υγεία και την κατάσταση των τραπεζών έχουν εκτοξευθεί σε τόσο υψηλά επίπεδα που για κάποιες τράπεζες μπορεί να έχουν γίνει υπερβολικοί ή και να έχουν πιάσει ταβάνι. Υπό αυτό το πρίσμα, δεν θα πρέπει να αποκλειστεί αντιστροφή της πορείας, εάν το κλίμα ηρεμήσει.
Ασφυκτικές πιέσεις στην Ελλάδα
Στο εγχώριο μέτωπο των τραπεζικών μετοχών, αυτό το εξωτερικό περιβάλλον αποτελεί κόλαφο. Το χθεσινό άνοιγμα της αγοράς έφερε με το «καλημέρα» ισχυρές πιέσεις στις τραπεζικές μετοχές, οι οποίες για μια ακόμη φορά διολίσθησαν σε νεότερα ιστορικά χαμηλά.
Η μετοχή της Εθνικής Τράπεζας πραγματοποίησε πράξεις και χαμηλότερα από 0,10 ευρώ, η Alpha Bank χαμηλότερα από το 1 ευρώ, η Eurobank από το 0,25 ευρώ και η Τράπεζα Πειραιώς από το 0,07 ευρώ.
Στη δική μας περίπτωση, όμως, η αλλαγή στην ψυχολογία ήρθε αποκλειστικά από τις ήπιες ή και ελαφρώς θετικές τοποθετήσεις των υπουργών Οικονομικών πριν την έναρξη του Eurogroup. Στη χθεσινή συνεδρίαση (11/2) μετά το αρχικό σοκ στις τιμές, οι δηλώσεις του υπουργών Οικονομικών πριν τη συνεδρίαση του Eurogroup «μάζεψαν» αρκετά τις απώλειες στο τέλος της συνεδρίασης.
Το γεγονός ότι οι δηλώσεις «ηρέμησαν» τις ανησυχίες αποτελούν στοιχείο ότι η εγχώρια πίεση οφείλεται σε μεγαλύτερο βαθμό στις εγχώριες αδυναμίες και πολύ λιγότερο στους εξωτερικούς παράγοντες ανησυχίας.
Ταυτόχρονα, η ανακοίνωση του Bauspost για συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο της Alpha Bank με ποσοστό υψηλότερο του 5%, επίσης έδρασε καταλυτικά, αφού το συγκεκριμένο hedge fund είχε αρνηθεί να συμμετάσχει στις πρόσφατες αυξήσεις κεφαλαίου των ελληνικών τραπεζών.
Βέβαια σήμερα η αγορά θα κληθεί να τιμολογήσει την παρέμβαση Τόμσεν για τις συντάξεις και τα μέτρα...