Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

ΣΜΕΧΑ: 10 παρατηρήσεις για επενδύσεις ταμείων

Δέκα ενδεικτικά & χαρακτηριστικά σημεία ”κριτικής” επί του σχεδίου των προτάσεων της Επιτροπής για την αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου για επενδύσεις & την αξιοποίηση της περιουσίας των ασφαλιστικών οργανισμών που υπάγονται στο υπουργείο Κοιν. Ασφάλισης παραθέτει ο ΣΜΕΧΑ. Σε αυτά περιλαμβάνονται εξαιρέσεις στους επενδυτικούς περιορισμούς, αλλά και ”ενστάσεις” για θέματα ομολόγων.

ΣΜΕΧΑ: 10 παρατηρήσεις για επενδύσεις ταμείων
Σε 10 σημεία επικεντρώνονται οι παρατηρήσεις του ΣΜΕΧΑ επί του σχεδίου των προτάσεων της Επιτροπής για την αναμόρφωση και τον εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου για επενδύσεις και την αξιοποίηση της περιουσίας των ασφαλιστικών οργανισμών που υπάγονται στο υπουργείο Κοινωνικής Ασφάλισης.

Ο ΣΜΕΧΑ αναφέρει ορισμένες ”ενδεικτικές αλλά χαρακτηριστικές περιπτώσεις, οι οποίες δεν είναι οι μόνες που στρεβλώνουν την έννοια της διαχείρισης των διαθεσίμων”:



Περίπτωση 1η

To σχέδιο των προτάσεων προβλέπει: ”για να ρευστοποιηθούν μετοχές ανώνυμων τραπεζικών εταιριών απαιτείται η έκδοση κοινής απόφασης του υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος”.

Δηλαδή, εάν θέλει ένα ταμείο να ρευστοποιήσει έστω έναν μικρό αριθμό τραπεζικών μετοχών κάτι τέτοιο θα πρέπει να εγκρίνεται από τον υπουργό και τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, πρακτική που περιπλέκει την έννοια της διαχείρισης.

Περίπτωση 2η



Το σχέδιο προβλέπει:

Α) ”να προτιμώνται μετοχές που έχουν μεγάλη ρευστότητα και εμπορευσιμότητα και ανήκουν σε εταιρίες υψηλής ή μεσαίας κεφαλαιοποίησης με υψηλό δείκτη φερεγγυότητας”.

Β) να δίνεται έμφαση σε μετοχές εταιριών του δείκτη FTSE/ASE-20 και κυρίως σε μετοχές εταιριών των οποίων η κεφαλαιοποίηση ξεπερνάει το 1 δισ. ευρώ. Επίσης και σε μετοχές εταιριών του δείκτη FTSE/ASE-40 και κυρίως σε μετοχές εταιριών των οποίων η κεφαλαιοποίηση ξεπερνάει τα 250 εκατ. ευρώ.



Και από την άλλη, επιτρέπει την επένδυση σε μετοχές εταιριών που διατίθενται σε δημόσια εγγραφή για να εισαχθούν στο ΧΑΑ, χωρίς προϋποθέσεις και χωρίς αυτές να συμμετέχουν στους παραπάνω χρηματιστηριακούς δείκτες. Σημειώνεται ότι για να εισαχθεί μία μετοχή σε κάποιον δείκτη πρέπει να έχει κάποια έστω μικρή ”ιστορία” στο χρηματιστήριο και να μην είναι νέα.

Περίπτωση 3η

Στο σημείο που αναφέρεται στις εταιρίες υψηλής ή μεσαίας κεφαλαιοποίησης με υψηλό δείκτη φερεγγυότητας, αξίζει να επισημανθεί πως οι περισσότερες ελληνικές εταιρίες δεν αξιολογούνται από πιστοληπτικούς οργανισμούς, με εξαίρεση ορισμένες τράπεζες και εταιρίες υψηλής κεφαλαιοποίησης. Συνεπώς είναι πρακτικά δύσκολη η σύνθεση του χαρτοφυλακίου μόνο από μετοχές με υψηλό δείκτη φερεγγυότητας.

Περίπτωση 4η

Το σχέδιο από τη μία πλευρά εισάγει την έννοια του benchmarking, δηλαδή τη σύγκριση της πορείας του χαρτοφυλακίου με κάποιο βασικό χρηματιστηριακό δείκτη, και από την άλλη αναφέρει ότι ”οι επενδύσεις σε μετοχές εταιριών που ανήκουν στον ίδιο κλάδο δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν ποσοστό 30% του μετοχικού χαρτοφυλακίου των ασφαλιστικών οργανισμών”.

Κάτι τέτοιο είναι ανεφάρμοστο στο ελληνικό χρηματιστήριο, καθώς οι μετοχές του τραπεζικού κλάδου συμμετέχουν με ποσοστό άνω του 30% στους βασικούς χρηματιστηριακούς δείκτες. Για παράδειγμα η στάθμιση της Εθνικής Τράπεζας και της Alpha Bank στον δείκτη υψηλής κεφαλαιοποίησης είναι 22,27% και 11,01% με αποτέλεσμα και οι δύο μαζί να ξεπερνούν το 30% (σταθμίσεις στις 2/3/07).

Περίπτωση 5η

Για τα ομόλογα προβλέπει ότι η αποτίμηση των τίτλων του ελληνικού δημοσίου θα γίνεται με βάση τις τιμές που δημοσιεύει η Ηλεκτρονική Δευτερογενής Αγορά Τίτλων (ΗΔΑΤ) της Τράπεζας της Ελλάδος.

Όπως είναι γνωστό, το ΗΔΑΤ είναι ένα σύστημα που εξυπηρετεί μόνο τις τράπεζες ενώ οι τιμές κλεισίματος πάνω στις οποίες βασίζεται η αποτίμηση του ομολόγου που έχουν στην κατοχή τους τα χαρτοφυλάκια είναι δύσκολο να προσδιοριστούν μέσω της αγοράς του ΗΔΑΤ, δηλαδή της Ηλεκτρονικής Δευτερογενούς Αγοράς Τίτλων.

Εάν η κυβέρνηση και η Τράπεζα της Ελλάδος ήθελαν πραγματικά να κατανοήσουν τον σπουδαίο ρόλο που διαδραματίζει η διαδικασία διαμόρφωσης της τιμής ενός χρεογράφου και η διαφάνεια της τιμής μέσω της διάχυσης της πληροφορίας προς την αγορά, τότε θα ενθάρρυναν τη μεταφορά της αγοράς των ομολόγων στο σύστημα του Χρηματιστηρίου Αθηνών.

Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι εφικτό όσο το κόστος μεταφοράς των τίτλων από το σύστημα ΗΔΑΤ της ΤτΕ στο σύστημα ΣΑΤ του Χρηματιστηρίου Αθηνών δεν είναι μηδενικό. Η ενοποίηση των δύο συστημάτων θα πρέπει να αποτελέσει κομβικό σημείο και να αντιμετωπιστεί από τους φορείς εποπτείας και την Πολιτεία ως προτεραιότητα.

Δεν μπορούμε να μιλάμε για διαφορετικά συστήματα εκκαθάρισης και διακανονισμού σε μία χώρα του μεγέθους της Ελλάδας όταν σε πανευρωπαϊκή αλλά και παγκόσμια κλίμακα βλέπουμε συγχωνεύσεις γιγάντων για να πέφτουν τα κόστη και να διευκολύνονται τα μέλη και οι επενδυτές.

Η προτεινόμενη από την Επιτροπή διαδικασία οδηγεί στη διάσπαση της συγκέντρωσης των συναλλαγών και γίνεται εις βάρος της διαδικασίας εύρεσης της ορθής τιμής αλλά και της διαφάνειας της τιμής προς τους υπόλοιπους επενδυτές.

Περίπτωση 6η

Η Επιτροπή προτείνει ”οι ασφαλιστικοί οργανισμοί θα μπορούν να συγκροτούν ίδια ή ομαδικά αμοιβαία κεφάλαια, να συστήνουν Ανώνυμες Εταιρείες Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων (ΑΕΔΑΚ) στις οποίες συμμετέχει μία νόμιμα λειτουργούσα στην Ελλάδα Τράπεζα ή να αναθέτουν τη συγκρότηση αμοιβαίων κεφαλαίων σε ήδη λειτουργούσες ΑΕΔΑΚ”.

Στην ουσία αποτελεί μία ακόμα πολιτική συγκέντρωσης της αγοράς διαχείρισης κεφαλαίων στα χέρια λίγων, δημιουργώντας συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού και αποκλείοντας ικανότερους διαχειριστές.

Στην ίδια φιλοσοφία βασίζεται το σύνολο των προτάσεων καθώς είναι δομημένες έτσι ώστε οι τράπεζες ή οι εκπρόσωποί τους να συμμετέχουν σε όλες τις εργασίες (αναφέρονται ως σύμβουλοι, διαχειριστές, σύμβουλοι ακινήτων, ως μέλη των δύο βασικών επιτροπών κ.λπ.).

Αντίθετα, για τη διαχείριση των διαθεσίμων και την παροχή συμβουλών δε γίνεται επαρκής αναφορά στις ΕΠΕΥ ούτε στους εκπροσώπους τους, οι οποίες έχουν άδεια και εποπτεύονται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, δηλαδή το κράτος) τόσο για τη διαχείριση χαρτοφυλακίου όσο και για την παροχή επενδυτικών συμβουλών.

Περίπτωση 7η

Προβλέπει την πρόσληψη πιστοποιημένων στελεχών, για τη στελέχωση των επί μέρους τμημάτων (ανάλυσης και στρατηγικής, μέτρησης απόδοσης και διαχείρισης κινδύνου κ.λπ.), αλλά δεν προβλέπει πιστοποιήσεις για τα στελέχη των δύο Επιτροπών δηλαδή της Επιτροπής Επενδυτικής Πολιτικής και Υποστήριξης και της Επιτροπής Ελέγχου, που θα στελεχώνονται από διορισμένα στελέχη της εκάστοτε κυβέρνησης και τραπεζικούς, προφανώς ”ελεγχόμενους” από την κυβέρνηση.

Δηλαδή, οι ελεγχόμενοι θα είναι ταυτόχρονα και ελεγκτές διορισμένοι από την κυβέρνηση και θα το κάνουν χωρίς να έχουν τα κατάλληλα προσόντα;

Περίπτωση 8η

Το σχέδιο προβλέπει επενδύσεις στο Χρηματιστήριο Παραγώγων Αθηνών. Δεν γνωρίζουν ότι το Χρηματιστήριο Παραγώγων Αθηνών έχει απορροφηθεί από το Χρηματιστήριο Αθηνών;

Περίπτωση 9η

Προτείνεται η επένδυση σε μερίδια μετοχικών αμοιβαίων κεφαλαίων χωρίς προϋποθέσεις. Την ίδια στιγμή όμως προτείνεται η επενδυτική πολιτική και οι στόχοι να καθορίζονται με τρόπο ώστε ”να βοηθά στην κατανόηση, ταυτοποίηση και μέτρηση των αναμενόμενων επιπέδων απόδοσης και κινδύνου”.

Για να γίνει αυτό θα πρέπει προηγουμένως να υπάρχει αξιολόγηση του αναμενόμενου επιπέδου κινδύνου-απόδοσης και των αμοιβαίων κεφαλαίων.

Περίπτωση 10η

Από τη μία πλευρά θέτει ορισμένους περιορισμούς ως προς το ανώτατο ποσοστό επί του μετοχικού κεφαλαίου που μπορεί να επενδύσει ένας ασφαλιστικός οργανισμός σε μία μετοχή (”οι ασφαλιστικοί οργανισμοί δεν επιτρέπεται να τοποθετούν πάνω από το 8% του μετοχικού χαρτοφυλακίου τους σε μετοχές του ιδίου εκδότη”).

Από την άλλη όμως εξαιρεί από τους περιορισμούς:

Α) Τις επενδύσεις σε τραπεζικές μετοχές όπου το Δημόσιο έχει πάνω από το 8% του μετοχικού κεφαλαίου.

Β) Την αύξηση πέραν των ορίων στη περίπτωση αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου μιας εταιρίας. Όταν δηλαδή μια εταιρία πραγματοποιεί αύξηση κεφαλαίου και το ταμείο ασκεί τα δικαιώματα που του αναλογούν.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v