Η περιεκτική αποτίμηση στην οποία θα προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποτελεί ένα σημαντικό ορόσημο στον δρόμο προς την ανάκαμψη του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, λέει η Barclays, η οποία εκτιμά πως η άσκηση θα εμφυσήσει εμπιστοσύνη στην ανθεκτικότητα και στην επαρκή κεφαλαιοποίηση των ευρωπαϊκών πιστωτικών ιδρυμάτων, αν και περιμένει πως τα αποτελέσματα θα διαφέρουν για κάθε περιοχή.
Μετά την πρόσφατη εξέταση των γερμανικών, γαλλικών, αυστριακών, ιταλικών και πορτογαλικών τραπεζών με βάση τους τρεις πυλώνες της αποτίμησης, η Barclays παρουσιάζει παρόμοια ανάλυση για τις τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες, δηλαδή την Εθνική, την Alpha Bank, τη Eurobank και την Τράπεζα Πειραιώς.
Με βάση τον πρώτο πυλώνα της άσκησης, δηλαδή την αποτίμηση του εποπτικού κινδύνου, η οποία θα κρίνει βασικά ρίσκα στους ισολογισμούς, όπως για παράδειγμα η ρευστότητα, η μόχλευση και η χρηματοδότηση, η Barclays εκτιμά πως τα προφίλ χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών είναι επαρκή και χρηματοδοτούνται στην πλειονότητά τους από τις καταθέσεις.
Ωστόσο, η εξάρτηση από τα κεφάλαια του ευρωσυστήματος παραμένει υψηλή. Μετά το άνοιγμα των αγορών για τις ελληνικές τράπεζες, που οδήγησε στις πρόσφατες εκδόσεις και των τεσσάρων, η Barclays πιστεύει πως σύντομα αυτές θα επιστρέψουν στις αγορές προκειμένου να αντικαταστήσουν μέρος της χρηματοδότησης από την κεντρική τράπεζα.
Σε ό,τι αφορά τον δεύτερο πυλώνα, δηλαδή την εκτίμηση της ποιότητας των assets, η Barclays θεωρεί πως η αποτίμηση θα βρει ότι το απόθεμα «κόκκινων» δανείων των ελληνικών τραπεζών είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη και πως ο ορισμός των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε αυτές είναι λιγότερο συντηρητικός απ' ό,τι προβλέπουν τα διεθνή πρότυπα και οι οδηγίες της EBA. Είναι πιθανό να υπάρξει αναθεώρηση της κατηγοριοποίησης των αναδιαρθρωμένων δανείων, με την Πειραιώς να εμφανίζει το μεγαλύτερο ρίσκο επανακατηγοριοποίησης αναδιαρθρωμένων δανείων, από την κατηγορία των εξυπηρετούμενων στην κατηγορία των «κακών» δανείων. Αν και οι προβλέψεις είναι επαρκείς με τη χρήση λιγότερο συντηρητικών ορισμών για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, η κάλυψη φαίνεται αδύναμη σε σχέση με το συνολικό απόθεμα των προβληματικών δανείων, εκτιμά ο οίκος.
Για το stress test, που είναι ο τρίτος πυλώνας, αναφέρει ότι, μετά την αποτίμηση της BlackRock το 2013, η οποία οδήγησε σε συνολική αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ύψους 8,3 δισ. ευρώ και στις τέσσερις τράπεζες, οι ελληνικές τράπεζες διαθέτουν εύρωστες αναλογίες κεφαλαίου με βάση την οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (CRD IV) και βρίσκονται σε σχετικά καλή θέση για τα stress test. Ωστόσο, το γεγονός ότι το σημείο έναρξης των ασκήσεων είναι οι ισολογισμοί που είναι προσαρμοσμένοι για το AQR, σημαίνει ότι υπάρχει περιθώριο για αρνητικές εκπλήξεις. Παρ' ολα αυτά, η Barclays θεωρεί ότι τα ευμεγέθη «μαξιλάρια» των τραπεζών σημαίνουν ότι οι όποιες ελλείψεις σε κεφάλαια, εάν εντοπιστούν, πιθανότατα θα είναι διαχειρίσιμες.
Η Barclays εκφράζει επιφυλάξεις για τις ελληνικές τράπεζες, λόγω της πολύ μεγάλης ποσότητας «κόκκινων» δανείων και των ακάλυπτων μη εξυπηρετούμενων δανείων σε σχέση με τα κεφάλαιά τους, καθώς και την ανακόλουθη κατηγοριοποίηση των αναδιαρθρωμένων δανείων. Αυτό σημαίνει πως το συνολικό αποτέλεσμα των stress tests θα μπορούσε να είναι πιο αδύναμο από το αναμενόμενο, παρά την πρόσφατη κεφαλαιακή ενίσχυση.
Άλλος ένας τομέας ανησυχίας είναι η έκδοση νέων ομολόγων το υπόλοιπο του 2014. Ωστόσο, με βάση την ανάλυση του οίκου, η Εθνική Τράπεζα βρίσκεται στην καλύτερη θέση για την αποτίμηση της ΕΚΤ.