Αρκετά ακόμη δισεκατομμύρια ευρώ μπορούν να επενδυθούν κατά τα επόμενα χρόνια από τις ασφαλιστικές εταιρείες στην Ελλάδα, στον βαθμό που αναβαθμιστεί η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, η αγορά ομολόγων αποκτήσει μεγαλύτερο βάθος και γίνουν κάποιες αλλαγές στο ευρωπαϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο Solvency II.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Οι επενδύσεις των εγχώριων ασφαλιστικών εταιρειών κυμαίνονται σήμερα γύρω στα 15 δισ. ευρώ (συνολικό ενεργητικό 18,4 δισ. στις 30/6/2019, με βάση τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος) και δυστυχώς το μεγαλύτερο κομμάτι τους είναι τοποθετημένο στο εξωτερικό, σε αμοιβαία κεφάλαια και κρατικά ομόλογα χωρών της Κεντρικής και της Βόρειας Ευρώπης.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει ήδη ξεκινήσει μια περιορισμένη τάση επαναπατρισμού κεφαλαίων στην Ελλάδα, καθώς έχει αρχίσει να διαμορφώνεται ένα κλίμα αισιοδοξίας για την πορεία της οικονομίας και παράλληλα οι αποδόσεις των ξένων ομολόγων έχουν καταστεί πλέον αρνητικές.
«Τώρα, με την άρση των capital controls, έχει δημιουργηθεί ένα περιβάλλον στο οποίο ίσως κάποιες εταιρείες να εξετάζουν μια τέτοια γενικότερη κατεύθυνση», απάντησε σε σχετική ερώτηση του Euro2day.gr ο πρόεδρος της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος (ΕΑΕΕ) κ. Αλέξανδρος Σαρρηγεωργίου, ωστόσο άλλοι παράγοντες της αγοράς θέτουν και μια σειρά άλλων ζητημάτων:
«Δυστυχώς, δεν υπάρχουν σήμερα οι συνθήκες στην ελληνική αγορά προκειμένου να υπάρξει μαζική επιστροφή επενδύσεων. Η αγορά κρατικών ομολόγων είναι πολύ ρηχή, με χαμηλή εμπορευσιμότητα. Θα πρέπει λοιπόν να υπάρξουν περισσότερες και μεγαλύτερες εκδόσεις από το Ελληνικό Δημόσιο. Τα εταιρικά ομόλογα είναι ελάχιστα και οι επιλογές στο Χρηματιστήριο της Αθήνας περιορισμένες. Χρειάζεται λοιπόν κάποια προεργασία προκειμένου το ύψος των επενδύσεων να ανεβεί σημαντικά», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Άλλος παράγοντας της αγοράς υποστήριξε πως «οι επενδύσεις δεν διατάσσονται αλλά κατευθύνονται από μόνες τους κάθε φορά, εκεί όπου βρίσκουν πρόσφορο έδαφος. Θετικό είναι πάντως πως η κατάσταση στην Ελλάδα βελτιώνεται σε μια περίοδο, όπου τα επιτόκια είναι αρνητικά στην Ευρώπη».
Σύμφωνα με την ΕΑΕΕ, ο κλάδος θα μπορούσε να συμβάλει με τις επενδύσεις του πολύ περισσότερο από σήμερα στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, μέσα από τη δημιουργία του δεύτερου συνταξιοδοτικού πυλώνα και μέσα από τη θέσπιση φορολογικών κινήτρων για τα ιδιωτικά συνταξιοδοτικά προγράμματα των ασφαλιστικών εταιρειών.
Ενδεικτικό είναι το στοιχείο ότι οι επενδύσεις των εγχώριων ασφαλιστικών εταιρειών αντιστοιχούν περίπου στο 7,7% του ελληνικού ΑΕΠ, όταν ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση εκτινάσσεται στο 63%!
Η χαώδης αυτή διαφορά σημαίνει ότι αν η ασφαλιστική εγχώρια βιομηχανία προσεγγίσει τα ευρωπαϊκά επίπεδα, θα μπορούσαν να υπάρξουν πρόσθετες επενδύσεις πολλών δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ. Και σε κάθε περίπτωση, στον βαθμό που η συμμετοχή της ετήσιας ασφαλιστικής παραγωγής ξεκολλήσει από πολύ χαμηλό 2% του ΑΕΠ, τότε οι επενδύσεις του κλάδου θα αρχίσουν να αυξάνονται κατά αρκετά δισ. ευρώ.
Επιπρόσθετα -ιδίως σε περιβάλλον αρνητικών επιτοκίων στην Ευρώπη-, οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν θα περιορίσουν τις επενδύσεις τους στην αγορά κρατικών ομολόγων, αλλά μπορούν να επεκταθούν και στη χρηματοδότηση μακροπρόθεσμων επενδυτικών σχεδίων προς όφελος της ελληνικής οικονομίας, μέσα από τα λεγόμενα ομόλογα υποδομών.
Πρόκειται για χρηματοδοτήσεις μακροπρόθεσμων έργων υποδομής, τα οποία θα αναβαθμίζουν την ανταγωνιστικότητα και την καθημερινότητα της Ελλάδας. Οι ασφαλιστικές εταιρείες θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν τέτοια projects, καθώς θα απολαμβάνουν θετικές αποδόσεις περιορισμένου ρίσκου, όταν αντίθετα οι εναλλακτικές τους επιλογές (ομόλογα, έντοκα γραμμάτια, καταθέσεις) πολύ πιθανόν να συνοδεύονται από αρνητικά επιτόκια.
«Για να προχωρήσουν τέτοιες επενδύσεις χρειάζονται να προηγηθούν αλλαγές στο Solvency II. Δεν πρόκειται για ελληνικό ζήτημα, αλλά για πανευρωπαϊκό» σημειώνει ο κ. Σαρρηγεωργίου, συμπληρώνοντας πως στην επικείμενη επανεξέταση του Solvency II, ασφαλιστικές εταιρείες και επόπτες θα πρέπει να βρουν μια μέση οδό.
Αναμφίβολα είναι απαραίτητη η αυστηρή εποπτεία, αλλά όχι με τόση γραφειοκρατία, τόσο κόστος και τόσους περιορισμούς, που ουσιαστικά να οδηγούν σε πολύ ακριβά προϊόντα και τελικά να αφήνουν τον κόσμο ανασφάλιστο. Γιατί την ασφάλιση την έχουν περισσότερο ανάγκη οι φτωχοί συμπολίτες μας και όχι οι πλούσιοι», καταλήγει ο κ. Σαρρηγεωργίου.