«Παρά την πρόοδο που έχει γίνει στη χρηματοδότηση για την εφαρμογή κλιματικών πολιτικών, τόσο η μετάβαση σε οικονομία χαμηλών εκπομπών, όσο και η προσαρμογή στην αλλαγή του κλίματος χρειάζονται ακόμα σημαντική ενίσχυση», επεσήμανε ο Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας στο συνέδριο «The Seventh Sustainability Summit for SE Europe and the Mediterranean».
Όπως είπε, «οι σχετικές επενδύσεις εξακολουθούν να μην είναι επαρκείς και υπάρχουν κρίσιμες προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν σε θεσμικό επίπεδο, προκειμένου να κινητοποιηθεί το τεράστιο ποσό των χρηματοδοτικών πόρων που απαιτείται. Για παράδειγμα, υπάρχει έλλειψη κοινών μεθοδολογιών και επαρκούς διαφάνειας στις αξιολογήσεις των επιδόσεων των εταιριών σε θέματα ESG, κάτι που δεν συμβάλλει στη δημιουργία ισχυρής ενιαίας αγοράς για τη χρηματοδότηση της βιωσιμότητας. Επιπλέον, τα πολλαπλά εθελοντικά πλαίσια αναφοράς των εκθέσεων βιωσιμότητας και η απουσία σχεδίων μετάβασης των εταιριών δυσχεραίνουν την αποτελεσματική κατανομή κεφαλαίων και τη λήψη ορθών αποφάσεων για επενδύσεις και διαχείριση κινδύνων. Επίσης, ο ρυθμός και το μέγεθος της χρηματοδότησης για έργα προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή παραμένουν αρκετά κάτω από αυτά που χρειάζεται».
«Στο σημερινό απαιτητικό περιβάλλον, αυτές οι προκλήσεις και αδυναμίες θα πρέπει να ωθήσουν σε πιο ισχυρές και αποφασιστικές ενέργειες. Οι προσπάθειές μας χρειάζεται να επιταχυνθούν και να συντονιστούν, τόσο σε εθνικό, όσο σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Η στόχευση για βιώσιμη ανάπτυξη — όπως αντικατοπτρίζεται και στους 17 Στόχους των Ηνωμένων Εθνών — μπορεί να είναι καταλύτης της παγκόσμιας λύσης στις επάλληλες κρίσεις που η ανθρωπότητα αντιμετωπίζει, με σωστή διαχείριση των αυξανόμενων από την κλιματική αλλαγή κινδύνων, με δημιουργία ευκαιριών για ανάπτυξη, με όφελος για την κοινωνία και την οικονομία. Ειδικά η μετάβαση στην οικονομία χαμηλών εκπομπών αναμένεται να επιφέρει διαρθρωτικές αλλαγές, νέες θέσεις εργασίας και νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες – για παράδειγμα στην ενεργειακή απόδοση διεργασιών και προϊόντων, στην ανάπτυξη δικτύων και πράσινων υποδομών, στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αλλά και σε δράσεις και έργα που σχετίζονται με την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή».
«Για την ευρωπαϊκή οικονομία, και ιδιαίτερα για τη ζώνη του ευρώ, δεν θα υπάρξει οριστική απάντηση στις νέες μεγάλες προκλήσεις – είτε στις κρίσεις που προανέφερα, όπως η κλιματική αλλαγή και η πράσινη μετάβαση με τις αυξημένες ανάγκες επενδύσεων και χρηματοδότησης – χωρίς μεγαλύτερη και ευρύτερη δημοσιονομική ενοποίηση, ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης και δημιουργία μιας πραγματικής ένωσης των αγορών κεφαλαίων. Δεν πρέπει όμως να περιμένουμε να ωριμάσουν οι πολιτικές συνθήκες στην ζώνη του ευρώ για να προχωρήσουν όλα αυτά μαζί. Για παράδειγμα, η ένωση των αγορών κεφαλαίων είναι ήδη ώριμη να υλοποιηθεί άμεσα, όπως αντίστοιχα και οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη διαχείριση των τραπεζικών κρίσεων και το ευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης καταθέσεων».