Η κλοπή σε βάρος των καταναλωτών μεγαλώνει, τα εργαλεία των κυκλωμάτων γίνονται εξυπνότερα, οι εξαγγελίες της κυβέρνησης ότι στο δόκανο θα πιαστούν τα «μεγάλα ψάρια» μένουν γράμμα κενό και οι ελλειμματικές παραδόσεις καυσίμων αυξάνονται.
Τα φαινόμενα παραβατικότητας στην αγορά καυσίμων δείχνουν ότι οι πειραγμένες αντλίες πανελλαδικά, που παραδίδουν στον πελάτη-οδηγό μικρότερη ποσότητα απ’ αυτή που πληρώνει, ξεπερνούν το 30%.
Τα στοιχεία είναι του Συνδέσμου Εμπορίας Πετρελαιοειδών, συμπίπτουν με την αύξηση των αναρτήσεων στο διαδίκτυο από καταναλωτές που πέφτουν θύματα κλοπής, και δείχνουν ότι παρά τα μεγάλα λόγια περί «μηδενικής ανοχής» και τους νόμους που ψηφίζονται, όπως αυτός για τη δέουσα επιμέλεια το Δεκέμβριο του 2023, οι ελλειμματικές παραδόσεις αυξάνονται.
Τα στοιχεία των προηγούμενων ερευνών του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου που είχαν γίνει πάντα για λογαριασμό του ΣΕΕΠΕ, υπολόγιζαν στο 27% το ποσοστό των πειραγμένων αντλιών πανελλαδικά (2023), στο 20% (2021), στο 19% (2019) και στο 15% (2016). Μέσα δηλαδή σε μια οκταετία η κλοπή στην αντλία διπλασιάστηκε.
Σαν το λαθρεμπόριο να έχει γίνει μια κανονικότητα με αποτέλεσμα κανείς να μην ασχολείται στα σοβαρά, παρ’ ότι υπάρχουν όλα τα εργαλεία που χρειάζονται. Τα πρατήρια έχουν πληρώσει πάνω από 100 εκατ. ευρώ για να βάλουν συστήματα εισροών-εκροών, χώρια τα έξοδα συντήρησης, από τα χρόνια των μνημονίων έχει θεσπιστεί η τοποθέτηση ιχνηθετών σε όλα τα καύσιμα, ενώ πρόσφατα (Δεκέμβριος 2023) ψηφίστηκε στη Βουλή ο νόμος για τη δέουσα επιμέλεια.
Σύμφωνα με τον τελευταίο αυτό νόμο, οι εταιρείες καυσίμων και τα διυλιστήρια οφείλουν πλέον να ενημερώνουν την ΑΑΔΕ όταν το πρατήριο με το οποίο συνεργάζονται, δεν παρέχει στοιχεία φορολογικού μητρώου, δεν έχει άδεια λειτουργίας, πιστοποιητικά και λοιπά προβλεπόμενα στοιχεία, δεν επιτρέπει τη λήψη δείγματος καυσίμων που διακινεί για έλεγχο ή δεν έχει εγκαταστήσει σύστημα εισροών - εκροών.
Ενα μέτρο θετικό επί της αρχής, αλλά που από μόνο του δεν φτάνει, χώρια το γεγονός ότι ο κρατικός ελεγκτικός μηχανισμός ρωτά τις εταιρείες μια φορά τον χρόνο τι έχουν κάνει για τη δέουσα επιμέλεια των πρατηρίων τους.
Επιγραμματικά, η κρατούσα εικόνα στην αγορά ελάχιστα δείχνει να έχει αλλάξει την τελευταία δεκαετία, κάνοντας τον καθένα να αναρωτιέται ποια είναι η δυσκολία να χτυπηθεί η παραβατικότητα.
Εκτός από το διογκούμενο «κλέψιμο» στην αντλία, τον τόνο δίνει η έκδοση εικονικών τιμολογίων από εταιρείες, το πετρέλαιο θέρμανσης και ναυτιλίας (αδασμολόγητο) που πωλείται ως κίνησης, οι ποσότητες που ενώ δηλώνονται ως εξαγωγές, καταλήγουν σε πρατήρια εντός της χώρας, τα «σλέπια» (σ.σ. μικρά εφοδιαστικά πλοίων) που αντί να ανεφοδιάζουν πλοία με ναυτιλιακό καύσιμο, το μεταφέρουν στα πρατήρια για να πουληθεί ως καύσιμο κίνησης, και τα εργαστήρια με διαλύτες για τη νοθεία που δουλεύουν κάτω από τη «μύτη» του κρατικού μηχανισμού.
Εχει ενδιαφέρον ότι στη τελευταία έρευνα του ΕΜΠ είχε επιχειρηθεί ένας υπολογισμός των ποσών που χάνουν οι καταναλωτές από τις πειραγμένες αντλίες. Κάνοντας την υπόθεση ότι τα πρατήρια στην υπόλοιπη Ελλάδα είναι απολύτως νόμιμα και ότι μόνο 300 (που αντιστοιχούν στο 27% του συνόλου των πρατηρίων της Αττικής και της Θεσσαλονίκης) είναι παραβατικά, με μέσες ετήσιες πωλήσεις ανά παραβατικό πρατήριο 2.500 μετρικούς τόνους, είχε υπολογίσει ότι οι καταναλωτές χάνουν ετησίως 120 εκατ. ευρώ.
Προφανώς, οι οδηγοί δεν είναι ανυποψίαστοι αυτής της κλοπής, που πολλές φορές συντελείται μπροστά στα μάτια τους με απίστευτη θρασύτητα, είναι όμως παντελώς απροστάτευτοι.
Περισσότερο σκανδαλώδης όσο καμιά άλλη περίπτωση, το σύστημα που προβλήθηκε ως το κατεξοχήν μέτρο για την πάταξη του λαθρεμπορίου και κόστισε συνολικά σε πρατηριούχους και Δημόσιο (χρηματοδοτήθηκε από το Πρόγραμμα Δημοσίων Δαπανών) πάνω από 200 εκατ. ευρώ, επί της ουσίας σήμερα δεν λειτουργεί.
Προέβλεπε την εγκατάσταση ολοκληρωμένου συστήματος παρακολούθησης και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών κι εκροών καυσίμων στο σύνολο της εφοδιαστικής αλυσίδας (από φορολογικές αποθήκες έως αντλίες πρατηρίου).
Ενώ εγκαταστάθηκε στα πρατήρια το 2013 και στις εγκαταστάσεις των εταιρειών το 2019, ακόμη και τώρα δεν είναι δυνατή η διασταύρωση των στοιχείων. Ακόμη και σήμερα οι πρατηριούχοι καταχωρούν στο σύστημα τα στοιχεία της προμηθεύτριας εταιρείας και τον όγκο καυσίμων που παραλαμβάνουν, χωρίς να υπάρχει τρόπος διασταύρωσης.
Σημειώνεται ότι ένα σύστημα που θα εντοπίζει αυτόματα διαφορές στο ισοζύγιο οι οποίες παραπέμπουν σε νοθεία, λαθρεμπόριο και ελλειμματικές παραδόσεις, θα οδηγεί σε στοχευμένους ελέγχους, το οποίο έχει εφαρμοστεί στη Βουλγαρία, μια άκρως παραβατική χώρα.