Το 2015, η επιβολή capital controls έκανε τους Έλληνες να ανακαλύψουν με το ζόρι τη χρήση του πλαστικού χρήματος. Η πανδημία στη συνέχεια απογείωσε τη χρήση καρτών.
Κάπως έτσι, το 2022 η συνολική αξία εγχώριων συναλλαγών με ελληνικές κάρτες ξεπέρασε την αξία αναλήψεων μετρητών για πρώτη φορά στα χρονικά, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του ΙΟΒΕ και τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος τα οποία δόθηκαν στη δημοσιότητα μέσω της έκθεσης για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα έδειξαν νέο άλμα 14% στην αξία των πληρωμών με πλαστικό χρήμα το 2022.
Με τους Έλληνες να πληρώνουν πλέον ακόμα και για τσίχλες στο περίπτερο με κάρτα, σε ολοένα και μεγαλύτερο ποσοστό, η αξία των συναλλαγών με κάρτες πληρωμών άγγιξε πέρυσι τα 94 δισ. ευρώ. Τα στοιχεία δείχνουν αύξηση 14% σε σχέση με τα 82,7 δισ. ευρώ του 2021 ενώ το 2020 η αξία των συναλλαγών με κάρτες πληρωμών ήταν 66 δισ. ευρώ.
Ο μέσος αριθμός συναλλαγών ανά κάρτα αυξήθηκε κατά 12% σε 94 συναλλαγές από 84 το 2021, αλλά η μέση αξία ανά συναλλαγή συνέχισε την πτωτική της πορεία και διαμορφώθηκε πέρυσι στα 48 ευρώ, όταν το 2020 ήταν στα 58 ευρώ. Πρακτικά, το πλαστικό χρήμα χρησιμοποιείται ολοένα και περισσότερο ακόμα και για αγορές μικρής αξίας.
Μάλιστα τα στατιστικά στοιχεία αποδεικνύουν απόλυτη κυριαρχία των χρεωστικών καρτών έναντι των πιστωτικών. Μέση αξία συναλλαγών ανά χρεωστική κάρτα πέρυσι στα 4.898 ευρώ (από 4.546 ευρώ το 2021) έναντι μέσης αξίας συναλλαγών ανά πιστωτική στα 2.501 ευρώ (από 2.117 ευρώ).
Χωρίς να υπάρχει ποσοτικοποίηση στοιχείων, η επίδραση της αύξησης της χρήσης πλαστικού χρήματος είναι καταλυτική στην πορεία των εσόδων του προϋπολογισμού, με στελέχη του υπουργείου Οικονομικών να προδιαγράφουν νέες ευνοϊκές επιπτώσεις, όταν προς το τέλος του έτους ολοκληρωθεί -μετά από αλλεπάλληλες καθυστερήσεις- η διασύνδεση ταμειακών μηχανών με τα POS και η διαβίβαση της ενιαίας απόδειξης σε πραγματικό χρόνο στην ΑΑΔΕ.
Με τον τρόπο αυτό εκτιμάται πως θα κλείσει ένα ακόμα παράθυρο φοροδιαφυγής το οποίο μένει ακόμα ανοιχτό, καθώς δεν είναι ασύνηθες η πληρωμή να γίνεται με κάρτα, η συναλλαγή να καταγράφεται στο POS αλλά όχι και στην ταμειακή, απαιτώντας στη συνέχεια εκτεταμένους ελέγχους και διασταυρώσεις στοιχείων για να αποκαλυφθεί η κλοπή ΦΠΑ.