Σημαντική καθυστέρηση παρατηρείται στην έκδοση νέων επικουρικών συντάξεων, για αιτήσεις που κατατέθηκαν από την 1η Ιανουαρίου 2015 και μετά, από το υπερ-επικουρικό ταμείο ΕΤΕΑΕΠ, το οποίο παραμένει -όπως και ο ΕΦΚΑ- χωρίς διοικητή.
Είναι χαρακτηριστικό πως χθες, Μεγάλη Τρίτη, είχε προγραμματιστεί η πληρωμή 5.000 νέων συντάξεων, εκ των οποίων όμως μόνο οι 2.272 αφορούν αιτήσεις που υπολογίστηκαν με τον μαθηματικό τύπο που εισήγαγε ο νόμος Κατρούγκαλου. Πρόκειται για αιτήσεις κυρίως δημοσίων υπαλλήλων (πρ. ΤΕΑΔΥ) και εργαζομένων σε ΔΕΚΟ.
Συνολικά, οι εκκρεμείς αιτήσεις για επικουρική σύνταξη (καθώς το ΕΤΕΑΕΠ εκδίδει και τα εφάπαξ) είναι 112.000 και για να καταφέρει να τις εκκαθαρίσει μέσα στον επόμενο χρόνο (έως τον Μάρτιο του 2019), θα πρέπει να διεκπεραιώνει πάνω από 8.500 τον μήνα.
Η βασικότερη αιτία της καθυστέρησης είναι η αδυναμία συγκέντρωσης στοιχείων για τις αποδοχές από το 2002 και μετά. Είναι ενδεικτικό πως το πρώην ΕΤΕΑΜ, το παλαιό επικουρικό των μισθωτών του πρώην ΙΚΑ, αναμένεται να ξεκινήσει την έκδοση αποφάσεων για νέες επικουρικές από τον Ιούνιο του 2018.
Στο Μνημόνιο, όπως έχει συμπληρωθεί και επικαιροποιηθεί, υπάρχει δέσμευση ώστε έως τον Απρίλιο να έχουν εκδοθεί τουλάχιστον 13.800 συντάξεις από αιτήσεις που υποβλήθηκαν από 1.1.2015 έως 31.12.2016, κάτι που δεν επιτεύχθηκε, καθώς τον προηγούμενο μήνα πληρώθηκαν για πρώτη φορά περίπου 1.000 νέες συντάξεις, ήτοι σύνολο κάτι λιγότερο από 3.300.
Ειδικοί εκτιμούν ότι συνολικά περίπου 97.00 αφορούν αιτήσεις από 1/1/2015 και μετά, ήτοι συντάξεις που πρέπει να υπολογιστούν με το νέο σύστημα και θα είναι μειωμένες έως και κατά 38%. Οι 33.500 είναι αιτήσεις του 2015, οι 37.000 αιτήσεις του 2016 και οι 26.500 αιτήσεις του 2017.
Εκκρεμούν βέβαια και 11.000 αιτήσεις που περιμένουν από το 2014, με την αναμονή να ξεπερνά κατά περίπτωση τους 40 μήνες. Η μέση σύνταξη με τον νέο τρόπο υπολογίζεται στα 150 ευρώ, ενώ ειδικά για όσους έχουν συμπληρώσει 35ετία, η μέση επικουρική κινείται στην περιοχή των 200 ευρώ.
Το νέο σύστημα είναι αυστηρά ανταποδοτικό, χωρίς κατώτατα όρια. Ο γενικός κανόνας είναι πως το σύστημα αποδίδει πλέον 0,45% του μισθού για κάθε έτος ασφάλισης. Έτσι αν ο ασφαλισμένος φεύγει με 35ετία, θα πάρει το 15,75% του μισθού του ως επικουρική, αν φεύγει με 40ετία, θα πάρει το 18% του μισθού του, ενώ αν φύγει με 15ετία, θα λάβει το 6,75% του μισθού. Ως μισθός νοείται ο μέσος όρος των αποδοχών που έχουν εισφοροδοτηθεί για επικουρική ασφάλιση από το 2002 μέχρι τη στιγμή της συνταξιοδότησης.
Ο χρόνος ασφάλισης μετά την 1/1/2015 υπολογίζεται με το σύστημα των ατομικών μερίδων νοητής κεφαλαιοποίησης (NDC), η απόδοση ωστόσο του περίπλοκου τύπου είναι στο 0,45% του συντάξιμου μισθού. Έτσι, στους μεγάλους χαμένους συγκαταλέγονται όσοι συνταξιοδοτούνται με 15ετία ή ακόμη και 20ετία, καθώς οι απώλειες αυξάνονται σημαντικά σε όλους όσοι συνταξιοδοτούνται με λιγότερα από 30 έτη ασφάλισης.