Επίκαιρη επερώτηση προς τον υπουργό Δικαιοσύνης κ. Νικόλαο Παρασκευόπουλο, για την πρωτοφανή κατάσταση αποσύνθεσης που επικρατεί στον χώρο της Δικαιοσύνης κατέθεσε σύσσωμη η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας.
Με πρώτο υπογράφοντα τον Πρόεδρο του Κόμματος κ. Κυριάκο Μητσοτάκη, οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας (μεταξύ αυτών και ο Κώστας Καραμανλής) καταγγέλλουν την κυβέρνηση για τη θεσμική αναστάτωση που προκαλούν οι ατυχείς χειρισμοί και παρεμβάσεις της και κυρίως του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης, κ. Παπαγγελόπουλου. Ερωτάται παράλληλα ο Νίκος Παρασκευόπουλος «για πόσο καιρό ακόμη θα εκκρεμεί μια τόσο σοβαρή καταγγελία σε βάρος της προέδρου του Αρείου Πάγου, χωρίς να έχει δοθεί εντολή για άμεση δικαστική διερεύνηση της υποθέσεως;», με αφορμή τις καταγγελίες Βγενόπουλου για τη Βασιλική Θάνου.
Οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας κάνουν λόγο για θεσμική ακινησία, η οποία λειτουργεί παραλυτικά για τον ίδιο τον θεσμό ως πυλώνα του δημοκρατικού μας πολιτεύματος, κλονίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους δικαστικούς λειτουργούς και, επί της ουσίας, αλλοιώνει τα δημοκρατικά χαρακτηριστικά της χώρας μας, ως ευρωπαϊκού κράτους δικαίου.
Η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας αναφέρεται συγκεκριμένα στις καταγγελίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας σχετικά με πράξεις της προέδρου του Αρείου Πάγου, τους πειθαρχικούς ελέγχους σε ανώτατους δικαστικούς με παραγγελία του υπουργού Δικαιοσύνης, τις επιλεκτικές διαρροές υλικού δικογραφιών, που περιλαμβάνουν και συνομιλίες πολιτικών στελεχών της αντιπολίτευσης.
Ενδεικτικά οι βουλευτές της ΝΔ τονίζουν πως είναι:
- Η πρώτη φορά που μηνύεται πρόεδρος του Αρείου Πάγου για απόπειρα εκβίασης και δωροληψίας. Αναφέρεται εδώ στη μηνυτήρια αναφορά που υπέβαλε ο Ανδρέας Βγενόπουλος, με την οποία ζητά έρευνα για ποινικά αδικήματα στα οποία φέρεται να εμπλέκεται η πρόεδρος του Αρείου Πάγου.
- Η πρώτη φορά που καταμηνύεται από ανώτερη εισαγγελική λειτουργό, αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης (Δημήτρης Παπαγγελόπουλος) για ευθεία παρέμβαση στο έργο της (σ.σ. πρόκειται για την υπόθεση Τσατάνη).
- Είναι, επίσης, η πρώτη φορά που, σύμφωνα με δημοσιεύματα που δεν έχουν διαψευστεί, ο υπουργός Δικαιοσύνης ασκεί πειθαρχικό έλεγχο σε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και σε άλλους τέσσερις ανώτατους εισαγγελικούς λειτουργούς, σε συνέχεια αναφοράς ετέρου εισαγγελικού λειτουργού.
Στα ερωτήματα που θέτουν στον Νίκο Παρασκευόπουλο είναι:
1. Με δεδομένη την κατάσταση, η οποία έχει προκαλέσει χάος στη λειτουργία της δικαιοσύνης, τι σκοπεύετε να πράξετε ούτως ώστε να τερματιστεί η απαράδεκτη αυτή κατάσταση και να αποκατασταθεί το τρωθέν κύρος της δικαιοσύνης;
2. Συμφωνείτε με τον τρόπο λειτουργίας του κ. αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο οποίος ερωτώμενος στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας επιβεβαίωσε τις επικοινωνίες που είχε με εισαγγελέα που χειριζόταν συγκεκριμένη υπόθεση, ομολογώντας ότι υπέδειξε στην εισαγγελέα Εφετών ότι δεν πρέπει να χειριστεί μία συγκεκριμένη δικογραφία; Αν όχι, τι πράττει η κυβέρνησή σας γι' αυτό;
3. Για πόσο καιρό ακόμη θα εκκρεμεί μια τόσο σοβαρή καταγγελία σε βάρος της προέδρου του Αρείου Πάγου, χωρίς να έχει δοθεί εντολή για άμεση δικαστική διερεύνηση της υποθέσεως;
4. Θα ασκήσετε την πειθαρχική σας εξουσία κατά της προέδρου του Αρείου Πάγου στα πλαίσια της έρευνας των καταγγελιών εις βάρος της;
5. Ενόψει του ότι δώσατε πειθαρχική εξουσία στην πρόεδρο του Αρείου Πάγου, πώς θα διασφαλίσετε το αμερόληπτο και απροκατάληπτο της ποινικής διαδικασίας σε βάρος της προέδρου του Αρείου Πάγου, όταν εν δυνάμει, ελεγχόμενος από αυτήν, πειθαρχικά δικαστής θα πρέπει να την ελέγξει ποινικά;
6. Σε ποιες ενέργειες θα προβείτε ούτως ώστε να διαφυλαχθεί η αξιοπιστία και η αντικειμενικότητα στις επερχόμενες επιλογές σε Ανώτατα Δικαστήρια και στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου;
Οι επερχόμενες κρίσεις
Οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας εκφράζουν επιφυλάξεις για την επερχόμενη διαδικασία κρίσεων και επιλογής ηγεσιών στα Ανώτατα Δικαστήρια και στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, αφού η προηγούμενη στιγματίστηκε, όπως υποστηρίζουν, από την πρωτοφανή και άνευ προηγουμένου «βουτιά» στην επετηρίδα, προκειμένου να επιλεγούν οι αρεστές στην κυβέρνηση ηγεσίες των Ανωτάτων Δικαστηρίων.
Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνουν, «η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να γίνει ανεκτή».
Ολόκληρη η επερώτηση
Το τελευταίο διάστημα ο ελληνικός λαός παρακολουθεί πρωτοφανή φαινόμενα αποσυνθέσεως της Δικαιοσύνης.
Εισαγγελέας Εφετών έχει μηνύσει τον Αναπληρωτή Υπουργό Δικαιοσύνης για παρεμβάσεις στο έργο της, η Πρόεδρος του Αρείου Πάγου διενεργεί πειθαρχική έρευνα κατά της συγκεκριμένης Εισαγγελέως Εφετών, άλλος Εισαγγελέας Εφετών αναφέρει πειθαρχικώς πέντε συναδέλφους του Εισαγγελείς, ανάμεσα στους οποίους την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και τον Προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών, ενώ ελεγχόμενος επιχειρηματίας έχει καταμηνύσει την Πρόεδρο του Αρείου Πάγου αποδίδοντάς της βαρύτατες κατηγορίες, τις οποίες εκείνη έχει αποκρούσει ως ψευδείς.
Η Νέα Δημοκρατία με την από 8.3.2016 αίτηση της, ζήτησε τη σύγκληση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής των Ελλήνων αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στο χώρο της δικαιοσύνης, εξαιτίας σειράς γεγονότων που ήδη από τότε δημιουργούσαν βάσιμες ανησυχίες για τον τρόπο λειτουργίας της Δικαιοσύνης και τη διαφύλαξη της λειτουργικής και προσωπικής Ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών.
Ανάμεσα στα άλλα, στην ανωτέρω αίτηση αναφερόταν και ότι κατά την τελευταία επιλογή των ηγεσιών των ανωτάτων Δικαστηρίων, υπήρξε πρωτοφανής και άνευ προηγουμένου «βουτιά» στην επετηρίδα, προκειμένου να επιλεγούν οι αρεστές στην Κυβέρνηση ηγεσίες των ανωτάτων Δικαστηρίων, καθώς επίσης και ότι ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης κ. Παπαγγελόπουλος, από το βήμα της Βουλής είχε αναφερθεί “σε κυκλώματα που λειτουργούν στον χώρο της Δικαιοσύνης”, χωρίς να τα κατονομάσει, διαμορφώνοντας όμως με τον τρόπο αυτό τις πολιτικές προϋποθέσεις παρεμβάσεων.
Μέχρι σήμερα, η κυβέρνηση παρακολουθεί άπραγη και δεν έχει προβεί στις απαραίτητες ενέργειες, προκειμένου να εξομαλυνθεί η κατάσταση.
Πρόκειται για ακραία φαινόμενα τα οποία δεν έχουν συμβεί ποτέ ξανά στην νεότερη ιστορία της χώρας και τα οποία προκλήθηκαν από την Κυβέρνηση, η οποία, ενσυνειδήτως και σκοπίμως, πολιτικοποίησε τη λειτουργία της Δικαιοσύνης και φόρτισε πολιτικά, για να εξυπηρετήσει δικές τις πολιτικές στοχεύσεις, συγκεκριμένες υποθέσεις.
Ενδεικτικά και μόνο αναφέρονται τα εξής:
- Είναι η πρώτη φορά που καταμηνύεται από ανώτερη Εισαγγελική λειτουργό, Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης για ευθεία παρέμβαση στο έργο της.
- Η πρώτη φορά που μηνύεται Πρόεδρος του Αρείου Πάγου για απόπειρα εκβίασης και δωροληψίας.
- Είναι, επίσης, η πρώτη φόρα που, σύμφωνα με δημοσιεύματα που δεν έχουν διαψευστεί, ο Υπουργός Δικαιοσύνης ασκεί πειθαρχικό έλεγχο σε Εισαγγελέα του Άρειου Πάγου και σε άλλους τέσσερις ανώτατους Εισαγγελικούς λειτουργούς, σε συνέχεια αναφοράς ετέρου Εισαγγελικού λειτουργού.
Στα ανωτέρω προστίθεται και η επιλεκτική χρήση δικογραφιών, καθώς υλικό τους, που σε ορισμένες περιπτώσεις περιλαμβάνουν και συνομιλίες πολιτικών στελεχών της αντιπολίτευσης, διοχετεύεται σε Μέσα Ενημέρωσης.
Και όλα αυτά συμβαίνουν με την κυβέρνηση της “Πρώτης Φοράς Αριστερά”.
Είναι σαφές ότι πρόκειται για μια ανησυχητικά κρίσιμη πραγματικότητα που εκθέτει διεθνώς τη χώρα, κλονίζει τη σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στους πολίτες και τους δικαστικούς λειτουργούς, καταστρατηγεί τον συνταγματικώς κατοχυρωμένο διαχωρισμό των λειτουργιών, και αλλοιώνει τα δημοκρατικά χαρακτηριστικά της χώρας μας, ως ευρωπαϊκού κράτους δικαίου.
Επιπροσθέτως δημιουργείται μείζον ζήτημα και στην απονομή της δικαιοσύνης, καθώς το αποτέλεσμα συγκεκριμένων επιλογών κυβερνητικής πολιτικής (λ.χ. υπερ-φορολόγησης πολλών επαγγελματικών κλάδων, μεταξύ των οποίων και των δικηγόρων), είναι να μην δικάζονται εκατοντάδες χιλιάδες υποθέσεις και ουσιαστικά να μην υφίσταται σήμερα σύστημα δικαιοσύνης στην χώρα μας.
Είναι σαφές, ότι η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να γίνει ανεκτή.
Στην πραγματικότητα, η χώρα βρίσκεται σε ένα ιδιότυπο καθεστώς θεσμικής ακινησίας, το οποίο πέραν των σοβαρών οικονομικών επιπτώσεων, έχει και πολύ σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις πολιτειακών διαστάσεων, καθώς ουσιαστικά έχει πληγεί βάναυσα ο ένας από τους τρεις θεσμικούς πυλώνες της δημοκρατίας, ενώ έχει υποβαθμιστεί και η λειτουργία του κοινοβουλίου.
Ενόψει των ανωτέρω, η Νέα Δημοκρατία, ευλόγως διατηρεί σοβαρές επιφυλάξεις σχετικά με τα κριτήρια που θα ακολουθηθούν και στις επερχόμενες κρίσεις στα Ανώτατα Δικαστήρια και την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου.
Οι πολίτες ζητούν η κατάσταση αυτή να θεραπευτεί άμεσα. Η δικαιοσύνη πρέπει επιτέλους να επαναλειτουργήσει και να τεθεί, οριστικά, ένα τέλος στο χάος που έχει δημιουργηθεί κυρίως λόγω των χειρισμών του Αναπληρωτή Υπουργού Δικαιοσύνης κ. Παπαγγελόπουλου, ο οποίος ουσιαστικά έχει παραδεχτεί τις παρεμβάσεις του στη δικαιοσύνη ενώπιον της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας στις τέσσερις πρώτες συνεδριάσεις της.
Κατόπιν των ανωτέρω,
Ερωτάται ο κ. Υπουργός,
1. Με δεδομένη την κατάσταση, η οποία έχει προκαλέσει χάος στην λειτουργία της δικαιοσύνης τι σκοπεύετε να πράξετε ούτως ώστε να τερματιστεί η απαράδεκτη αυτή κατάσταση και να αποκατασταθεί το τρωθέν κύρος της δικαιοσύνης;
2. Συμφωνείτε με τον τρόπο λειτουργίας του κ. Αναπληρωτή Υπουργού Δικαιοσύνης και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο οποίος ερωτώμενος στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, επιβεβαίωσε τις επικοινωνίες που είχε με Εισαγγελέα που χειριζόταν συγκεκριμένη υπόθεση, ομολογώντας ότι υπέδειξε στην Εισαγγελέα Εφετών ότι δεν πρέπει να χειριστεί μία συγκεκριμένη δικογραφία; Αν όχι, τι πράττει η Κυβέρνησή σας για αυτό;
3. Για πόσο καιρό ακόμη θα εκκρεμεί μια τόσο σοβαρή καταγγελία σε βάρος της Προέδρου του Αρείου Πάγου, χωρίς να έχει δοθεί εντολή για άμεση δικαστική διερεύνηση της υποθέσεως;
4. Θα ασκήσετε την πειθαρχική σας εξουσία κατά της Προέδρου του Αρείου Πάγου στα πλαίσια της έρευνας των καταγγελιών εις βάρος της;
5. Εν όψει του ότι δώσατε πειθαρχική εξουσία στην Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, πώς θα διασφαλίσετε το αμερόληπτο και απροκατάληπτο της ποινικής διαδικασίας σε βάρος της Προέδρου του Αρείου Πάγου, όταν εν δυνάμει, ελεγχόμενος από αυτήν, πειθαρχικά δικαστής, θα πρέπει να την ελέγξουν ποινικά;
6. Σε ποιες ενέργειες θα προβείτε ούτως ώστε να διαφυλαχθεί η αξιοπιστία και η αντικειμενικότητα στις επερχόμενες επιλογές σε Ανώτατα Δικαστήρια και στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου;