«Tο ποτήρι είναι μισογεμάτο», λέει το Χρηματιστήριο. Διότι κάπως έτσι εξηγείται η παραμονή του Γενικού Δείκτη στα πρόσφατα υψηλά του -και μάλιστα χωρίς έντονες πιέσεις τις μέρες που κυριαρχεί τυχόν αρνητική ειδησεογραφία.
«Το ποτήρι είναι μισοάδειο», λέει ένα σημαντικό μέρος της αγοράς. Διότι κάπως έτσι εξηγείται το μπαράζ σεναρίων για πολιτικές εξελίξεις, για εκλογές, για σύγκρουση με τους εταίρους για... για... για... Το οποίο μπαράζ έχει αποτέλεσμα την παγίωση ενός κλίματος αβεβαιότητας, που κρατά επί της ουσίας δέσμια την αγορά και βυθίζει βαθύτερα τις εταιρείες και τα νοικοκυριά -πολύ περισσότερο που επίκειται ένα σκληρό πακέτο μέτρων.
«Πού το βλέπετε το... νερό;», ρωτά ένα άλλο μεγάλο κομμάτι της αγοράς και της πραγματικής οικονομίας. Διότι ξέρει ότι, ακόμα κι αν όλα κλείσουν κατ' ευχήν μέσα στις προσεχείς ημέρες, θα χρειαστεί πάρα πολύς χρόνος για να εξομαλυνθεί ουσιαστικά η κατάσταση στην οικονομία, για να έρθουν ξένες επενδύσεις, για να επιστρέψουμε σε ουσιαστική ανάκαμψη -και όχι απλά σε ανάκαμψη δεικτών και αριθμών.
Και κάπως έτσι οι εξισώσεις που έχει να λύσει -όχι μόνο- η κυβέρνηση και η αγορά αποδεικνύονται όχι μόνο πολύ δύσκολες αλλά και με δεδομένα και μεταβλητές που αλλάζουν από μέρα σε μέρα.
H χρηματιστηριακή αγορά δεν δείχνει να πιστεύει ως βασικό σενάριο πως θα ζήσουμε και φέτος «σκηνές 2015». Αντίθετα, οι περισσότερες εκτιμήσεις συγκλίνουν πως τη Μεγάλη Πέμπτη -έστω και με δυσκολίες- θα προκύψει η πολυπόθητη θετική αξιολόγηση από τους θεσμούς και πως τα απαιτούμενα σχετικά μέτρα θα ψηφιστούν τελικά από την ελληνική Βουλή το αμέσως επόμενο διάστημα.
Οι λόγοι για τη συγκεκριμένη στάση της αγοράς δεν φαίνεται να έχουν την εξήγησή τους τόσο στο εσωτερικό, όσο στο εξωτερικό της χώρας:
-Οι Ευρωπαίοι για παράδειγμα δείχνουν ιδιαίτερα καθησυχαστικοί για τις εξελίξεις, με τον υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας μάλιστα να δηλώνει πως πρώτη φορά είναι τόσο αισιόδοξος για την Ελλάδα.
-Ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γαλλία έχουν κάθε λόγο και συμφέρον να θεωρούν την Ελλάδα ως μελλοντικό τόπο σταθερότητας και επενδύσεων, τώρα που η κατάσταση στη Μέση Ανατολή και στη Βόρεια Αφρική (περιοχές παραδοσιακής επενδυτικής και οικονομικής επιρροής των Γάλλων) έχει μεταβληθεί ριζικά κατά τα τελευταία χρόνια.
-Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει κανέναν λόγο να βρεθεί ταυτόχρονα αντιμέτωπη με δύο μεγάλα προβλήματα (Ελλάδα και πιθανότητα εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου).
-Και φυσικά, οι ΗΠΑ (δεν έχουν κρύψει το σχετικό ενδιαφέρον τους) θεωρούν την Ελλάδα ως έναν από τους τελευταίους (και απαραίτητους) πυλώνες σταθερότητας, σε μια ευρύτερη περιοχή γεμάτη ταραχές, κινδύνους και γεωπολιτικές αβεβαιότητες.
-Τέλος, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προχώρησε ήδη σε μια πολύ ουσιαστική κίνηση προς όφελος των ελληνικών τραπεζών, αποδεχόμενη να αγοράζει τμήμα των ελληνικών ομολόγων που έχει εκδώσει ο EFSF.
Οι επίμονοι «ταύροι»
Μέσα σ' αυτό το κλίμα, το θετικό σενάριο για την πορεία των ελληνικών μετοχών συνεχίζει να έχει τα ερείσματά του:
1. Οι μετοχές του Χρηματιστηρίου της Αθήνας διαπραγματεύονται με ελκυστικότερους δείκτες σε σύγκριση με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές.
2. Πάνω από 20 μετοχές προχωρούν σε διανομές μερισμάτων ή σε επιστροφή κεφαλαίου.
3. Τα ανταγωνιστικά επενδυτικά προϊόντα για τους Έλληνες επενδυτές προσφέρουν οριακές αποδόσεις (π.χ. επιτόκια προθεσμιακών τραπεζικών καταθέσεων χαμηλότερα του 1% και τιμές ακινήτων με πτωτική τάση), όταν οι τοποθετήσεις στο εξωτερικό εμποδίζονται από τα capital controls.
4. Οι επενδύσεις σε διεθνείς τίτλους κάθε άλλο παρά στερούνται κινδύνου.
Ο πολιτικός κίνδυνος
Επί του παρόντος, όμως, όλα αυτά δεν φαίνεται να συγκινούν το επενδυτικό κοινό, που ζητά περισσότερα πειστήρια για να αρχίσει να τοποθετείται ενεργότερα στο ελληνικό χρηματιστήριο. Έτσι εξηγείται άλλωστε η μάλλον «παράλληλη» κίνηση του Γενικού Δείκτη (+7,5% τον τελευταίο μήνα και +10,5% το τελευταίο τρίμηνο, κυρίως με τη συνδρομή των τραπεζών και ειδικότερα της... ΕΚΤ.
Τα οικονομικά εμπόδια
Επιπρόσθετα, ολοένα και περισσότερο διαμορφώνεται μια δυσμενέστερη αντίληψη για το πώς θα κινηθεί η πραγματική ελληνική οικονομία το 2016, μετά την επιδιωκόμενη θετική αξιολόγηση. Η ουσία είναι πως το κλίμα ευφορίας που υπήρχε μεταξύ πολλών επιχειρηματιών στα τέλη του 2015 έχει υποκατασταθεί από έναν έντονο προβληματισμό.
Όχι μόνο γιατί χάθηκαν αρκετοί μήνες στις διαπραγματεύσεις, όχι μόνο γιατί στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα το διεθνές κλίμα επιδεινώθηκε, αλλά και γιατί τα μέτρα που θα ληφθούν θα είναι ακόμη πιο δύσκολα από τα αρχικά προβλεπόμενα, δεδομένου ότι προστέθηκαν και τα «έκτακτα»:
-Ο γνωστός βιομήχανος κ. Ευριπίδης Δοντάς, σε συνέντευξή του, δήλωσε πως μόνο με φορολογικά μέτρα δεν μπορεί να έρθει ανάπτυξη και πως αν η πολιτική της χώρας δεν στοχεύσει στην τόνωση της παραγωγής, τότε θα δούμε και άλλα λουκέτα στην ελληνική βιομηχανία.
- Ο διευθύνων σύμβουλος της ΑΓΕΤ Ηρακλής, κ. Γιώργος Μίχος, σημείωσε πως αν η Ελλάδα θέλει να αναπτύξει πραγματικά τη βιομηχανία της, τότε θα πρέπει να προσέξει πολύ το ζήτημα του ενεργειακού κόστους, που είναι διπλάσιο από αυτό της Γαλλίας και σαφώς πιο υψηλό από τόσες άλλες χώρες.
- Και, τέλος, το εβδομαδιαίο Δελτίο του ΣΕΒ εστιάζει στην έλλειψη μίγματος πολιτικής που θα μπορούσε να τονώσει την οικονομία, ενώ ο ΙΟΒΕ αναθεωρεί την εκτίμησή για το φετινό ΑΕΠ της χώρας, μιλώντας τώρα για μια αρνητική ανάπτυξη της τάξεως του 1%.
Αύξηση εργοδοτικών εισφορών, άνοδος στον ειδικό φόρο καυσίμων, συντελεστής ΦΠΑ από το 23% στο 24% και φόρος μερισμάτων από το 10% στο 15% είναι μερικά μόνο από τα διαφαινόμενα μέτρα που θα επηρεάσουν αρνητικά το κόστος των ελληνικών επιχειρήσεων και την ανταγωνιστικότητα της χώρας στο να προσελκύσει επενδυτές από το εξωτερικό. Και όλα αυτά σε μια οικονομία που ήδη υστερεί σε ανταγωνιστικότητα και σε μια περίοδο όπου οι πλείστες ανταγωνιστικές χώρες όχι μόνο έχουν πολύ πιο ελκυστικό φορολογικό περιβάλλον, αλλά επιδιώκουν συνεχώς να το βελτιώνουν.
Χαρακτηριστική είναι η θέση του προέδρου της Nuntius Χρηματιστηριακή, κ. Μωραϊτάκη: «Όταν τόσοι και τόσοι ανταγωνιστές μας προσπαθούν να γίνουν ελκυστικότεροι, εμείς τι κάνουμε; Η απάντηση είναι πως -επί του παρόντος τουλάχιστον- δεν κάνουμε τίποτε. Πρωτοκλασάτος υπουργός μάλιστα της κυβέρνησης δήλωσε πως η Ελλάδα δεν θα αντιγράψει τις πρακτικές των άλλων χωρών, χωρίς ωστόσο να αναφέρει αν επί της θητείας του έχει έρθει επένδυση ενός ευρώ στη χώρα και χωρίς να μας αναπτύσσει τα δικά του σχέδια, έτσι ώστε... να μην αντιγράψουμε τους άλλους.
Με απλά λόγια, τι σκοπεύουμε εμείς να γράψουμε, προκειμένου να μην αντιγράψουμε;». «Εάν σε μια γειτονιά, το ένα super market πουλάει στη μισή τιμή από ένα άλλο, τότε το δεύτερο θα κλείσει», κατέληξε ο κ. Μωραϊτάκης.
Ζητείται δείγμα γραφής
Γενικότερα, δεν φαίνεται πλέον να επικρατεί η αντίληψη πως αρκεί μια θετική αξιολόγηση για να αλλάξει δραστικά η αντίληψη των ξένων για την ελληνική οικονομία και έτσι να ξεκινήσουν αθρόες επενδύσεις από το εξωτερικό. Η δήλωση του πρωθυπουργού κ. Τσίπρα για «απογείωση της οικονομίας μετά το Πάσχα» αξιολογήθηκε από την αγορά περισσότερο ως επιθυμία παρά ως αναμενόμενη εξέλιξη.
«Οι ξένοι φαίνεται πως θα θελήσουν να δουν και άλλα πράγματα, για να βάλουν το χέρι τους στην τσέπη», υποστηρίζει γνωστός χρηματιστηριακός παράγοντας, συμπληρώνοντας μάλιστα ότι δύο τουλάχιστον θετικοί καταλύτες μεταφέρονται πλέον για το φθινόπωρο ή και για αργότερα: ο πρώτος καταλύτης σχετίζεται με την ενεργότερη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και ο δεύτερος με την έναρξη της συζήτησης για την περαιτέρω ελάφρυνση του ελληνικού δημόσιου χρέους.