«Η Ελλάδα πρέπει να συνεργαστεί με τα κράτη της Ευρώπης και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, για να αντιμετωπιστούν τόσο διαρθρωτικά ζητήματα της οικονομίας, όσο και η συμμετοχή της στην ευρωζώνη» ανέφερε ο Μπεν Ρόουντς, σύμβουλος του Λευκού Οίκου σε θέματα εθνικής ασφάλειας.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ, ο κ. Ρόουντς, απαντώντας σε ερώτηση για την Ελλάδα, κατά τη διάρκεια χθεσινοβραδινής ενημέρωσης σχετικά με τη συνάντηση του Αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα με τη Γερμανίδα καγκελάριο, Άγκελα Μέρκελ, στο Λευκό Οίκο, πρόσθεσε «όμως, έχουμε επίσης πει ότι πρέπει να υπάρχει ένα μονοπάτι για την ανάπτυξη που θέλαμε να δούμε, είναι μια διπλή επικέντρωση, όσον αφορά τόσο τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, όσο επίσης και ένα σχέδιο για επιστροφή στην ανάπτυξη για την Ελλάδα».
Ο σύμβουλος του Αμερικανού ηγέτη επεσήμανε ότι «πιστεύουμε πως αυτό θα επιτευχθεί καλύτερα εντός της ευρωζώνης» και «υπάρχουν πολλές αβεβαιότητες, που θα προέρχονται από κάθε είδους αστάθεια ή διάσπαση στο εσωτερικό της».
Σύμφωνα με τον κ. Ρόουντς, κατά τη χθεσινή συζήτηση που είχε ο πρόεδρος Ομπάμα με την Α.Μέρκελ, «στο επίκεντρο (της συζήτησης) ήταν πώς προχωρούμε στο ευρωπαϊκό σχέδιο, αντί να κινούμαστε μακριά από αυτό».
Στη συνέχεια, τόνισε ότι «αυτό μπορεί να γίνει κατά τρόπο που να λαμβάνει υπόψη τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν, αλλά και να προσφέρει επίσης στον ελληνικό λαό το μονοπάτι της ανάπτυξης, έτσι ώστε να έχει κάποιες ανοιχτές προσδοκίες ότι ο οικονομικός πόνος που έχει υποστεί οδηγεί σε ένα καλύτερο μέλλον και σε μεγάλες οικονομικές ευκαιρίες».
Διαβεβαιώσεις ζητά ανεξάρτητος γερουσιαστής
Ο ανεξάρτητος γερουσιαστής από την πολιτεία του Βερμόντ και μέλος της Επιτροπής Προϋπολογισμού της Γερουσίας, Μπέρνι Σάντερς, ζητά από την επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζάνετ Γέλεν, «να παράσχει διαβεβαιώσεις ότι οι αμερικανικές πολιτικές δανεισμού δεν θα κάνουν την τρομακτική οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα ακόμη χειρότερη».
Σε επιστολή του προς την κ. Γέλεν ζητά τη συνδρομή των ΗΠΑ ώστε «να διασφαλιστεί ότι οι πρόσφατα εκλεγμένοι ηγέτες στην Ελλάδα θα έχουν την υποστήριξη που χρειάζονται για να τερματίσουν τα προγράμματα λιτότητας, τα οποία έχουν προκαλέσει μεγάλα δεινά στους πολίτες. Τα τελευταία χρόνια». Όπως σημειώνει, «η ελληνική οικονομία έχει συρρικνωθεί κατά το ένα τέταρτο, η ανεργία βρίσκεται στο 25%, οι μισθοί έχουν μειωθεί αισθητά, οι υπηρεσίες υγείας έχουν καταστραφεί και πολλοί είναι αυτοί που ζουν τώρα σε απόλυτη φτώχεια».
Στη συνέχεια, αναφέρει ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής δεν μπορούν να παραμείνουν άπραγες, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα υπονομεύει τη νέα δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της Ελλάδας, προκαλώντας αποπληθωρισμό και κινδύνους χρηματοπιστωτικής αστάθειας».
Όπως επίσης τονίζει, «ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα είχε δίκιο όταν πρόσφατα είπε για την Ελλάδα ότι "δεν μπορείς να συνεχίσεις να ξεζουμίζεις χώρες που βρίσκονται στο μέσον μιας ύφεσης". Σε κάποιο σημείο, θα πρέπει να υπάρχει μια στρατηγική ανάπτυξης για να μπορέσουν (αυτές οι χώρες) να ξεπληρώσουν τα χρέη τους και να εξαλειφθούν ορισμένα από τα ελλείμματά τους».
Ο Αμερικανός γερουσιαστής υπογραμμίζει, μεταξύ άλλων, ότι «πρόσφατα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προσπάθησε να πιέσει τη νέα ελληνική κυβέρνηση για την αποδοχή των πολιτικών της λιτότητας που οι Έλληνες απέρριψαν κατηγορηματικά» και ότι «η συνέχιση της λιτότητας στην Ελλάδα θα έχει καταστροφικές συνέπειες στις ζωές των ανθρώπων που ήδη πάσχουν τρομερά».
Επίσης, κάνει αναφορά και στο γεγονός ότι «το νεοναζιστικό κόμμα Χρυσή Αυγή ήρθε στην τρίτη θέση στις πρόσφατες εκλογές».
Στην επιστολή του προς την πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ επισημαίνει ότι «θα ήταν ένα τρομερό λάθος» να ξεχαστεί η περίπτωση της Ελλάδας, θυμίζοντας παράλληλα τι έγινε με τη Γερμανία τη δεκαετία του 1920 και προσθέτοντας ότι «δεν μπορούμε να επιτρέψουμε στο φασισμό να έρθει στην εξουσία σε μια ευρωπαϊκή χώρα, λόγω της απροθυμίας μας να αντιστρέψουν επιζήμιες πολιτικές λιτότητας».
Τέλος, σημειώνεται ότι ο κ. Σάντερς έγραψε επιστολή και προς τη γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ, τον περασμένο μήνα, «εκφράζοντας παρόμοιες ανησυχίες» για την οικονομία στην Ελλάδα.