Μέσα στην εβδομάδα, στο πλαίσιο των προγραμματικών δηλώσεων της νέας κυβέρνησης, ένα από τα σημαντικά ζητήματα που αναμένεται να συζητηθεί είναι αυτό των ιδιωτικοποιήσεων, καθώς αναμένεται να διατυπωθεί με μεγαλύτερη σαφήνεια η πολιτική που θα ακολουθήσει η χώρα στο συγκεκριμένο πεδίο.
Το πιθανότερο είναι πως θα ακουστούν και πάλι τα γνωστά επιχειρήματα-συνθήματα εναντίον των ιδιωτικοποιήσεων, όπως «δεν θα ξεπουλήσουμε τα φιλέτα της χώρας για μια ένα ξεροκόμματο, ή... μπιρ παρά», «μέσω των ιδιωτικοποιήσεων η χώρα χάνει την εθνική της κυριαρχία», «οι δημόσιες επιχειρήσεις είναι απαραίτητες σε κάθε κυβέρνηση για να μπορεί να χαράξει εθνική στρατηγική», «ο ιδιώτης θα εκτινάξει τις τιμές στα ύψη για να κερδοσκοπήσει, επιβαρύνοντας τους Έλληνες πολίτες» και άλλα σχετικά.
Προφανώς βέβαια, οι ιδιωτικοποιήσεις κρύβουν ενδεχομένως και κινδύνους και ο τρόπος με τον οποίο γίνονται κάθε φορά απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, ωστόσο ας πάμε να δούμε τι έγινε σε μια σειρά σχετικές υποθέσεις στο πρόσφατο παρελθόν:
Ολυμπιακή Αεροπορία: Στο όνομα της ανάγκης ενός «εθνικού αερομεταφορέα» το ελληνικό δημόσιο έχασε αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ, χρηματοδοτώντας συνεχώς «τρύπες» και ελλείμματα της πάλαι ποτέ κρατικής Ολυμπιακής. Σήμερα ωστόσο, χωρίς την ύπαρξη «εθνικού αερομεταφορέα»: α) Οι Έλληνες πολίτες διακινούνται με σύγχρονα αεροσκάφη, β) Η συνέπεια των δρομολογίων είναι μεγάλη, γ) Ο αριθμός των δρομολογίων είναι ικανοποιητικός, δ) Οι τιμές των εισιτηρίων είναι αρκετά χαμηλές ε) και όλα αυτά χωρίς ο φορολογούμενος να βάζει βαθιά το χέρι στην τσέπη.
ΟΤΕ: Οι Γερμανοί της Deutsche Telekom αγόρασαν το μεγαλύτερο μέρος της συμμετοχής τους στον ΟΤΕ προς 26 ευρώ, τίμημα που τότε είχε θεωρηθεί ξεπούλημα. Πολλοί μάλιστα έθεταν την εποχή εκείνη ζητήματα «εθνικής ασφάλειας», θέματα «αναπτυξιακής πολιτικής», αλλά και το γεγονός ότι πουλώντας το κράτος τη δημόσια περιουσία του θα απολέσει την είσπραξη των μερισμάτων από τα κέρδη του Οργανισμού.
Έξι χρόνια λοιπόν μετά την πώληση έρχονται να απαντηθούν τα προαναφερθέντα ζητήματα:
Πρώτον, το «ξεπούλημα» έγινε κυρίως στα 26 ευρώ ανά μετοχή, όταν η τιμή του τίτλου βρίσκεται σήμερα στα 7-7,5 ευρώ.
Δεύτερον, το ελληνικό δημόσιο δεν έχασε τη συγκεκριμένη περίοδο ούτε 1 ευρώ, γιατί απλώς ο ΟΤΕ δεν διένειμε μέρισμα.
Τρίτον, η εθνική ασφάλεια της χώρας δεν κινδύνευσε και οι τιμές των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών έχουν υποχωρήσει δραστικά από τότε.
Τέταρτον, ενώ οι Γερμανοί παρέλαβαν έναν ΟΤΕ με πολύ μεγάλες δανειακές υποχρεώσεις, σήμερα ο Οργανισμός συγκαταλέγεται στους τηλεπικοινωνιακούς ομίλους με την υψηλότερη ρευστότητα στην Ευρώπη.
Εμπορική Τράπεζα: Η τράπεζα «ξεπουλήθηκε» προς 26 ευρώ ανά μετοχή στους Γάλλους της Credit Agricole. Οι Γάλλοι όχι μόνο δεν εισέπραξαν ούτε 1 ευρώ μέρισμα, αλλά προχώρησαν και σε σημαντικού ύψους αυξήσεις κεφαλαίου και μάλιστα... πλήρωσαν για να δώσουν την τράπεζα στην (κρατικά ελεγχόμενη σήμερα) Alpha Bank.
Γενική Τράπεζα: Και στην περίπτωση αυτή είχαν ακουστεί τα περί «ξεπουλήματος», ωστόσο οι απώλειες της Societe Generale από το 2004 και μετά υπήρξαν ακόμη μεγαλύτερες από αυτές των συμπατριωτών τους στην Εμπορική Τράπεζα.
Ναυπηγεία Ελευσίνας: Ένα μεγάλο μέρος του τιμήματος της ιδιωτικοποίησης δεν έχει ακόμη καταβληθεί από τον αγοραστή (Όμιλος Νεώριο Σύρου), ο οποίος αντιμετωπίζει δυσεπίλυτα οικονομικά προβλήματα και προσπαθεί να επιβιώσει σε συνεργασία με τις πιστώτριες τράπεζες.
ΟΛΠ: Οι Κινέζοι της COSCO πολλαπλασίασαν την κίνηση εμπορευματοκιβωτίων στο λιμάνι του Πειραιά, έχοντας δημιουργήσει αρκετές εκατοντάδες νέες θέσεις εργασίας. Το εγχείρημα φαίνεται να έχει και συνέχεια (τρίτος προβλήτας, μεγαλύτερος μεταφορικός όγκος μέσω των σιδηροδρομικών μεταφορών στη χώρα, έμμεση συμβολή στην οικονομία).
Αστήρ Παλάς: «Στον αέρα» ακούγεται πως βρίσκεται η πώληση του «φιλέτου» του γνωστού ξενοδοχείου Αστέρα Βουλιαγμένης μαζί με όμορη έκταση. Ψάχνοντας λοιπόν το «φιλέτο» του Αστέρα Βουλιαγμένης (πολύ καλό ξενοδοχείο σε μια υπέροχη περιοχή, για να μην παρεξηγούμαστε) διαπιστώσαμε πως η εισηγμένη εταιρεία παρουσιάζει κάθε χρόνο ζημιογόνα αποτελέσματα τουλάχιστον από το 2005 έως και σήμερα.
Ορισμένοι μάλιστα που μιλούν για «ξεπούλημα του φιλέτου» αναφέρουμε πως από τότε που διεφάνη η πώληση του ξενοδοχείου η αποτίμηση της μετοχής σκαρφάλωσε κοντά στα 4 ευρώ, ενώ το τελευταίο χρονικό διάστημα -όταν αμφισβητήθηκε έντονα το σενάριο της πώλησης- ο τίτλος κατρακύλησε στα 2,54 ευρώ.
Συμπερασματικά λοιπόν, κάθε περίπτωση ιδιωτικοποίησης πρέπει να εξετάζεται ξεχωριστά και προσεκτικά. Ορισμένοι για παράδειγμα πιστεύουν πως στην επικείμενη(;) ιδιωτικοποίηση των περιφερειακών αεροδρομίων, δεν θα έπρεπε να δοθούν όλα τα αεροδρόμια σε έναν ιδιώτη, αλλά περισσότεροι ιδιώτες θα έπρεπε να λάβουν από λιγότερα, ώστε να υπάρξει και ανταγωνισμός μεταξύ τους.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, η Ιστορία έχει δείξει πως το ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων είναι πολύ σοβαρό και δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται από εύκολα συνθήματα και ευκαιριακά τσιτάτα.