Όλα τα σενάρια πέφτουν πλέον στο τραπέζι, καθώς οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα παραμένουν σε τεντωμένο σχοινί και τα χρονοδιαγράμματα γίνονται ασφυκτικά. Οι δανειστές ζητούν να ικανοποιηθούν συγκεκριμένα προαπαιτούμενα (κυρίως δημοσιονομικού χαρακτήρα) πριν από την άφιξη της στην Αθήνα. Εν συνεχεία θέλουν να κλείσει η συζήτηση για την αξιολόγηση και στη συνέχεια να ανοίξει το κεφάλαιο επόμενη μέρα.
Η ελληνική πλευρά κινείται σε διαφορετικό άξονα. Χθες ο Ευάγγελος Βενιζέλος μίλησε για «μια παράλληλη διαπραγμάτευση για τη φάση μετά το μνημόνιο και μετά την τρόικα» υποστηρίζοντας ότι «δεν πρόκειται να υποχωρήσουμε πουθενά, απλώς θέλουμε να υπάρχει μια ενιαία αντιμετώπιση όλων των θεμάτων και να μη γίνεται αποσπασματική προσέγγιση».
Μάλιστα ο Γκίκας Χαρδούβελης είχε λίγο νωρίτερα δώσει δραματικό τόνο υποστηρίζοντας ότι «θα κρατήσουμε τη χώρα στην ευρωπαϊκή οικογένεια», προσθέτοντας ότι «η διαπραγμάτευσή μας θα είναι σκληρή, ειλικρινής και αποτελεσματική. Θέλουμε συμφωνία που να πηγαίνει τη χώρα μπροστά, και θα το πετύχουμε».
Την ίδια στιγμή, όμως, από τις Βρυξέλλες έστελναν μονότονα το ίδιο μήνυμα. «Η τρόικα θα επιστρέψει στην Αθήνα μόλις εκπληρωθούν οι προϋποθέσεις», επανέλαβε η εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μίνα Αντρέεβα, υπενθυμίζοντας ότι οι συζητήσεις για τη μεταμνημονιακή εποχή θα ξεκινήσουν μόνο όταν υπάρξει συμφωνία με την τρόικα για την ολοκλήρωση της τρέχουσας αξιολόγησης.
Αν δεν αρθεί το αδιέξοδο εντός των προσεχών ημερών (πηγές των Βρυξελλών έκαναν προχθές λόγο για κρίσιμο 48ωρο, το οποίο λήγει σήμερα), θα είναι δύσκολο ή ανέφικτο να επιτευχθεί συμφωνία ως το Eurogroup της 8ης Δεκεμβρίου. Κύκλοι της κυβέρνησης πάντως μιλούσαν χθες για το ενδεχόμενο διεξαγωγής ενός έκτακτου Eurogroup περί τις 15 Δεκεμβρίου (το οποίο θα μπορούσε να έχει τη μορφή τηλεδιάσκεψης) προκειμένου να εξασφαλιστεί ο απαιτούμενος χρόνος.
Υπό το βάρος όμως των μέχρι τώρα εξελίξεων και του ασφυκτικού χρονοδιαγράμματος δεν μπορούν να αποκλειστούν και πιο δραστικά σενάρια, όπως η παράταση της υφιστάμενης δανειακής σύμβασης και του μνημονίου.
Προκειμένου να συμβεί κάτι τέτοιο, η Αθήνα θα πρέπει να ζητήσει μικρή παράταση της υφιστάμενης δανειακής σύμβασης (για έναν ή δύο μήνες) ώστε να ολοκληρωθεί η θετική αξιολόγηση με την τρόικα κι εν συνεχεία η διαπραγμάτευση για το νέο πρόγραμμα που θα διέπει τις σχέσεις της Ελλάδας με την Ευρώπη.
Εάν ο κόμπος φτάσει στο χτένι και λήξει το έτος χωρίς να έχει συμφωνηθεί το μεταμνημονιακό καθεστώς, η παράταση θεωρείται αναγκαία, ώστε να μη βρεθούν σε κενό αέρος οι εγχώριες τράπεζες, και κατ’ επέκταση η οικονομία.
Διότι αν στις 2 Ιανουαρίου η Ελλάδα δεν έχει συμφωνημένο κάποιου είδους «πρόγραμμα» με τους Ευρωπαίους εταίρους της και η πιστοληπτική της ικανότητα παραμένει σε «junk» διαβάθμιση, η ΕΚΤ θα μπλοκάρει την άντληση φθηνής ρευστότητας για τις εγχώριες τράπεζες.
Οι τελευταίες θα αναγκασθούν να μεταφερθούν στον έκτακτο μηχανισμό άντλησης ρευστότητας της Τραπέζης της Ελλάδος, το γνωστό ELA, κάτι που θα σημάνει οπισθοδρόμηση τόσο για τις ίδιες, καθώς θα επιβαρυνθούν με υψηλό κόστος χρηματοδότησης, όσο και για την οικονομία.
Προϋπόθεση όμως για να ικανοποιηθεί αίτημα μικρής παράτασης της υφιστάμενης δανειακής σύμβασης είναι να έχει υπάρξει συμφωνία με την τρόικα ως τα τέλη Δεκεμβρίου (πρακτικά το δεύτερο 10ήμερο αφού μετά τα πάντα παγώνουν λόγω εορτών). Ταυτόχρονα, θα πρέπει να διευκρινιστεί από την πλευρά των δανειστών πως αυτό μπορεί τεχνικά να εφαρμοστεί, αλλά και να ξεπεραστούν οι αντιδράσεις που, σύμφωνα με πληροφορίες, θα πρέπει να αναμένονται από ορισμένες πρωτεύουσες της βόρειας Ευρώπης στο ενδεχόμενο παράτασης του υφιστάμενου μνημονίου. Μια εικόνα των εξελίξεων αναμένεται να υπάρξει σήμερα καθώς θα συνεδριάσει το Κολέγιο των Επιτρόπων.
Επομένως τα περιθώρια για τη θετική αξιολόγηση παραμένουν ασφυκτικά, ενώ προς το παρόν η απόσταση μεταξύ κυβέρνησης και τρόικας δείχνει αγεφύρωτη. Θα πρέπει να σημειωθεί πάντως ότι αρκετοί πίσω από το μπρα ντε φερ των τελευταίων ημερών βλέπουν μια διαπραγματευτική στρατηγική των δύο πλευρών και προσθέτουν ότι αν επέλθει η συμφωνία στα βασικά τα πάντα μπορεί να τρέξουν πολύ γρήγορα και χωρίς να χαθούν τα υφιστάμενα χρονοδιαγράμματα.
Από την άλλη πλευρά, όμως, πολιτικοί παρατηρητές σημειώνουν ότι δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι η κυβέρνηση επείγεται να κλείσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα τη συμφωνία με την τρόικα. Είναι πιθανόν να επιδιώκει πολιτικά η συμφωνία για το νέο πρόγραμμα να καθυστερήσει και να έρθει πιο κοντά στην έναρξη της διαδικασίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας.
Για να είναι το δίλημμα όσο το δυνατόν πιο επίκαιρο…