Νέο επικοινωνιακό αυτογκόλ πέτυχε χθες η κυβέρνηση μετά την αιφνιδιαστική αλλαγή στον φόρο των ακινήτων και συγκεκριμένα την εξαίρεση του ΕΝΦΙΑ από τη ρύθμιση των 100 δόσεων.
Η ασφυκτική πίεση της τρόικας, όπως αποδείχθηκε, υπερτέρησε των αντιστάσεων του Μεγάρου Μαξίμου, που παρά τις μέχρι και χθες το πρωί διαβεβαιώσεις του οικονομικού επιτελείου ότι όλος ο ΕΝΦΙΑ εντάσσεται στη ρύθμιση, τελικά έκανε πίσω με έναν και μόνο στόχο: την άμεση επιστροφή των εκπροσώπων των δανειστών στην Αθήνα, προκειμένου να ξαναρχίσουν και να ολοκληρωθούν το συντομότερο δυνατό οι διαπραγματεύσεις.
Ωστόσο, η συγκεκριμένη άγαρμπη οπισθοχώρηση συνιστά αναπόφευκτα ένα νέο ισχυρό πλήγμα στο κυβερνητικό στρατόπεδο, κινδυνεύοντας να σβήσει με μια και μόνο κίνηση τη θετική εικόνα που είχε δημιουργηθεί από την αύξηση των δόσεων στα ληξιπρόθεσμα.
Και ναι μεν η κυβέρνηση υποβαθμίζει το ζήτημα, μιλώντας για ένα λάθος που έπρεπε να διορθωθεί, κλείνοντας παράλληλα το... μάτι στην τρόικα, ωστόσο εκ των πραγμάτων δημιουργείται ένα νέο εσωτερικό μέτωπο, το οποίο αναμένεται να κυριαρχήσει στην επικαιρότητα τις επόμενες μέρες.
Εκτός των άλλων, το Μέγαρο Μαξίμου θα έχει να αντιμετωπίσει αφενός τις σφοδρές -όπως αναμένονται- αντιδράσεις της αντιπολίτευσης και αφετέρου μία επιπλέον ψηφοφορία στη Βουλή την οποία σε καμία περίπτωση δεν περίμενε και ασφαλώς με τίποτα δεν θα ήθελε στη σημερινή συγκυρία. Πλέον θα πρέπει να πειστούν και οι βουλευτές της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ (με άγνωστη ακόμα την αντίδρασή τους) να ψηφίσουν μια διάταξη που δεν δίνει, αλλά περικόπτει, οπότε δεδομένο θα πρέπει να θεωρείται και το πολιτικό μασάζ προς αυτούς τις επόμενες ώρες, προς αποφυγήν τυχόν ατυχήματος.
Όμως, ακόμα και αναίμακτα να περάσει από τη Βουλή το ζήτημα για τα κόμματα της συγκυβέρνησης, είναι δεδομένο ότι ένα νέο κοινωνικό μέτωπο άνοιξε και έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά άλλων αντιστοίχων που μόνο καλό δεν κάνουν στα κόμματα της συγκυβέρνησης. Ειδικά ο ΕΝΦΙΑ υπενθυμίζεται πως στο παρελθόν κόστισε επικοινωνιακά πάρα πολύ στην κυβέρνηση, ιστορία που δείχνει να επαναλαμβάνεται, άγνωστο ακόμα σε τι βαθμό.
Το δημοσιονομικό κενό
Η ισχύουσα διάταξη, λένε στο Μαξίμου, έδινε τη δυνατότητα να προχωρήσουν σε ρύθμιση των χρεών τους τόσο αυτοί που είχαν έως την 1η Οκτωβρίου, αλλά και αυτοί που θα υπέβαλαν σχετικές αιτήσεις μέχρι και τον προσεχή Μάρτιο, συνεπώς θα δημιουργείτο ένα δημοσιονομικό κενό. Μόνος τρόπος για να καλυφθεί αυτό, συνεχίζουν οι ίδιες πηγές, είναι η... διόρθωση της διάταξης. Όμως αυτή θα γίνει με νέα, πιο επώδυνη διάταξη για τους πολίτες. Και γι' αυτό φυσικά έντονη ήταν η συμβολή της τριμερούς, η οποία, δίχως να έχει να χάσει τίποτα, πιέζει υπέρ το δέον την ελληνική πλευρά για πιστή εφαρμογή των συμφωνημένων.
Με τη χθεσινή εξέλιξη στον ΕΝΦΙΑ, η κυβέρνηση εκτιμά πως έκανε ένα σημαντικό βήμα ώστε να πείσει την τρόικα να επανέλθει στις συνομιλίες. «Εδώ που φτάσαμε, ελάχιστα πριν από το τέλος, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να τα σπάσουμε», είναι το μήνυμα που προκύπτει από τα δύο κόμματα που την αποτελούν, τα οποία καλούνται να ισορροπήσουν μεταξύ των κόκκινων γραμμών που έχουν χαράξει στη διαπραγμάτευση και των σκληρών απαιτήσεων των δανειστών.
Στις συσκέψεις του Αντώνη Σαμαρά και του Ευάγγελου Βενιζέλου στο Μέγαρο Μαξίμου έχει προταθεί και το ενδεχόμενο να υπάρξει πίστωση χρόνου στις διαπραγματεύσεις, όπως άλλωστε έχει υπαινιχθεί με δηλώσεις του ο αντιπρόεδρος, προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά όλα τα ανοιχτά ζητήματα στα οποία επιμένουν οι εταίροι. Έτσι δεν αποκλείεται η συμφωνία να ολοκληρωθεί πριν από την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, μέχρι τον Φεβρουάριο.
Η κυβέρνηση κάνει την ύστατη προσπάθεια για να εξασφαλίσει τους 180 βουλευτές για την εκλογή Προέδρου και την αποφυγή πρόωρων εκλογών. Μάλιστα φροντίζει να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την επικίνδυνη για τη χώρα κατάσταση που θα προκληθεί σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Χαρακτηριστική η χθεσινή τοποθέτηση του Ευάγγελου Βενιζέλου σε κομματική εκδήλωση του ΠΑΣΟΚ, ότι «αν δεν επιτευχθεί η εκλογή, η χώρα θα οδηγηθεί σε εκλογές με σκληρά διλήμματα και ακόμα πιο σκληρές καταστάσεις. Η προεκλογική περίοδος διαρκεί τριάντα ημέρες και ό,τι λέγεται και γίνεται ασκεί επιρροή στη χώρα και στην οικονομία».