Μεταξύ σφύρας και άκμονος βρίσκεται σήμερα το διοικητικό συμβούλιο του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων (ΤΑΙΠΕΔ) καθώς καλείται να αποφασίσει επί της βελτιωμένης οικονομικής προσφοράς που σχεδόν σίγουρα θα καταθέσει η Lamda Development του ομίλου Λάτση για το Ελληνικό, εν μέσω πολιτικών και επιχειρηματικών αντεγκλήσεων.
Στο Ταμείο φαίνονται να έχουν αποδεχθεί πως ούτως ή άλλως θα δεχθούν πυρά: Στην περίπτωση που γίνει δεκτή βελτιωμένη προσφορά που βρίσκεται κοντά ή λίγο πάνω από την αποτίμηση του ανεξάρτητου οίκου (περί τα 750.000.000 ευρώ «σε βάθος χρόνου») θα φουντώσουν οι αντιδράσεις από όσους θεωρούν πως το σημαντικότερο περιουσιακό στοιχείο της χώρας πωλείται φθηνά.
Αν απ' την άλλη ματαιωθεί ο διαγωνισμός (είτε επειδή η Lamda Development επιμείνει σε χαμηλότερο τίμημα, είτε επειδή θα αυξηθούν οι απαιτήσεις του ΤΑΙΠΕΔ λόγω του θορύβου που έχει δημιουργηθεί), το πλήγμα για το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων θα είναι σοβαρότατο.
Στους ισχυρούς εταίρους του ομίλου Λάτση (την κινεζική Fosun και την Al Maabar από το Αμπού Ντάμπι) φαίνεται πως στοιχηματίζουν όσοι θεωρούν πως η διαδικασία θα προχωρήσει. Υποστηρίζουν πως τυχόν ναυάγιο θα δώσει αρνητικό σήμα στις αγορές.
«Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα» έλεγε προ ημερών στέλεχος που παρακολουθεί από κοντά τις διεργασίες στο ΤΑΙΠΕΔ. Ο ίδιος τόνιζε ότι η διαδικασία για το Ελληνικό ξεκίνησε στραβά (ποιος ξεχνάει την περίοδο όπου θα το έπαιρνε έναντι 5 δισ. ευρώ το Κατάρ;) και σε εποχή κατά την οποία η χώρα βρισκόταν προ της χρεοκοπίας. Ως αποτέλεσμα υπήρξε περιορισμένο διεθνές ενδιαφέρον και στο τέλος το Ταμείο έμεινε με έναν υποψήφιο. Τώρα είναι αναγκασμένο να κινηθεί σε τεντωμένο σκοινί γιατί η αξιωματική αντιπολίτευση είναι έτοιμη να ξεθάψει το τσεκούρι του πολέμου.
Χθες μπήκε στον χορό των ανακοινώσεων και το ΠΑΣΟΚ με άποψη που θυμίζει δελφικό χρησμό. Στην ανακοίνωση αναφέρεται πως «η αξιοποίηση του Ελληνικού, μετά τη νομοθετική πρωτοβουλία του Μαρτίου 2012 που του προσέδωσε ενιαία και συνολική πολεοδομική και αναπτυξιακή ταυτότητα, παρέχει τη δυνατότητα για προσέλκυση επενδύσεων που θα τροφοδοτήσουν την ανάπτυξη και θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας».
Ταυτόχρονα, όμως, τονίζει πως «πρέπει να γίνει από όλους κατανοητό ότι τα περιουσιακά στοιχεία του Δημοσίου, όπως το Ελληνικό, όταν παραχωρούνται πρέπει να εξασφαλίζουν ένα τίμημα το οποίο δεν υπολείπεται του ελάχιστου ορίου αποτίμησης». «Πρέπει με τα σχέδια αξιοποίησης να προστατεύεται το περιβάλλον και να δημιουργούνται κοινωνικές υποδομές και εξυπηρετήσεις προς όφελος των κατοίκων της περιοχής με ένα σαφές και δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα», τονίζει το ΠΑΣΟΚ.
Η επικοινωνιακή κινητοποίηση του ομίλου Λάτση δείχνει πως υπάρχει σοβαρό ενδιαφέρον για το Ελληνικό και πιθανώς θα αυξήσει το προσφερόμενο τίμημα κατά περίπου 150.000.000 ευρώ έναντι της αρχικής οικονομικής προσφοράς.
Η κατάσταση περιπλέκεται επειδή ουδείς γνωρίζει την τεχνική προσφορά της Lamda Development (κυκλοφορούν διάφορα αποσπάσματα του σχεδίου ανάπτυξης του Ελληνικού και της παραλίας του Αγίου Κοσμά), ενώ δεν έχει ξεκαθαρίσει ο τρόπος με τον οποίο υπολογίζεται το αρχικό τίμημα, ο αριθμός των δόσεων που θα καταβληθεί, για τις δεσμεύσεις που αναλαμβάνει ο επενδυτής όσον αφορά την ολοκλήρωση των έργων κ.λπ.
Η διοίκηση της εταιρείας χρησιμοποιεί ως μόνιμη γραμμή άμυνας το επενδυτικό πλάνο, συνολικού ύψους περί τα 7 δισ. ευρώ, το γεγονός πως θα δημιουργηθούν περίπου 15.000 θέσεις εργασίας κατά την περίοδο της επένδυσης, αριθμός που θα αυξηθεί στις 50.000 άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας με την ολοκλήρωση των έργων. Επισημαίνεται, ακόμα, πως τα φορολογικά έσοδα που θα έχει το Δημόσιο σε ετήσια βάση, όταν θα ολοκληρωθούν τα έργα, θα ξεπερνούν τα 2 δισ. ευρώ.
Η απουσία διαβούλευσης
Ανεξάρτητα από τη δράση των μικροσυμφερόντων και των ιδεολογικών αγκυλώσεων (προς άγραν εκλογικής πελατείας), η κυβέρνηση φαίνεται πως δίνει λαβή για κριτική εξαιτίας της απουσίας διαβούλευσης με τους πολίτες και τις τοπικές κοινωνίες για σειρά κρίσιμων θεμάτων, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση του Ελληνικού.
Στη Βρετανία, για παράδειγμα, όταν οι δήμοι αποφάσισαν να δώσουν σε ιδιώτες τη διαχείριση των δικτύων φωτισμού προχώρησαν σε ολόκληρη εκστρατεία ενημέρωσης των πολιτών επί εβδομάδες. Δημιούργησαν ειδικές ιστοσελίδες με ερωτήσεις και απαντήσεις, έφτιαξαν ομάδες που απαντούσαν στα ερωτήματα των δημοτών και παρουσίασαν αναλυτικά στοιχεία (με συγκεκριμένους αριθμούς) για τα οφέλη.
Στην Ελλάδα, λένε παράγοντες της αγοράς, ακολουθούμε τον ακριβώς αντίθετο δρόμο και στη συνέχεια αναρωτιόμαστε γιατί υπάρχουν τόσο σφοδρές αντιδράσεις και γιατί οι πολίτες είναι θύματα του κάθε παράγοντα ο οποίος πετάει φωτοβολίδες χωρίς κανείς να μπορεί να απαντήσει.
Το μικρό περιθώριο διαβούλευσης, η απουσία ουσιαστικής ενημέρωσης των πολιτών, η εμμονή των υπευθύνων για γενικόλογες διακηρύξεις αντί για την παράθεση αριθμών που δείχνουν τα οφέλη της κοινωνίας από τις αλλαγές κάνουν διπλό κακό: Πρώτον, δίνουν λαβές σε αυτούς που πράγματι δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα επειδή βολεύονται και ενίοτε πλουτίζουν από την «ελληνική ιδιομορφία».
Δεύτερον, επιτρέπουν ακόμα και σε καλοπροαίρετους να μιλούν για σκοτεινά σημεία σε πολλά σχέδια νόμου (ή πρωτοβουλίες αξιοποίησης κρατικής περιουσίας) τα οποία μπορούν να αξιοποιηθούν από τους αετονύχηδες.
Το Ελληνικό ανήκει σε αυτήν την κατηγορία αφού ουδέποτε υπήρξε σοβαρή συζήτηση για το μέλλον του σημαντικότερου ακινήτου της χώρας.