Η αδυναμία έκδοσης εγγυητικών επιστολών και τα γενικότερα προβλήματα στήριξης από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα στοιχίζουν ακριβά στις ελληνικές τεχνικές εταιρίες, οι οποίες δυσκολεύονται να αναλάβουν έργα στο εξωτερικό.
Το τελευταίο εξάμηνο ήταν ένα από τα χειρότερα από πλευράς ανάληψης διεθνών έργων για τους τρεις μεγάλους κατασκευαστικούς ομίλους του χρηματιστηρίου, με τις διοικήσεις να υποστηρίζουν πως οι ανταγωνιστές τους δανείζονται (για να χρηματοδοτήσουν την κατασκευή ενός έργου) με επιτόκιο 2%, όταν αυτοί επιβαρύνονται ακόμα και με 10%, αν ευδοκιμήσει κάποιο αίτημα δανειοδότησης.
Η εικόνα εξωραΐστηκε με τη λήξη του προηγούμενου έτους, όταν ο όμιλος ΕΛΛΑΚΤΩΡ ανακοίνωσε την ανάληψη μεγάλου οδικού έργου στη Ρουμανία, αλλά οι δύο ανταγωνιστές του (οι όμιλοι ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και J&P ΑΒΑΞ) δεν έχουν ανακοινώσει νέα διεθνή έργα από το περασμένο καλοκαίρι.
Όπως υποστήριξε την προηγούμενη εβδομάδα, κατά τη διάρκεια ομιλίας σε εκδήλωση του ΣΕΒ, ο πρόεδρος της ΕΛΛΑΚΤΩΡ Αναστ. Καλλιτσάντσης, «ακούμε από τους κ. υπουργούς ότι και άλλες χώρες της ευρωζώνης έχουν ανάλογα βάρη με την Ελλάδα. Όμως, αυτές δεν έχουν μείωση τζίρου 30 - 70%, συνολική μείωση ρευστότητας και καθυστέρηση εισπράξεων από την αγορά, καθυστέρηση εισπράξεων από το Δημόσιο, το οποίο όμως απαιτεί είσπραξη ΦΠΑ με την έκδοση τιμολογίου, απόλυτη προτεραιότητα του Δημοσίου χωρίς δυνατότητα συμψηφισμού, δραστική μείωση του δανεισμού και των πιστωτικών ορίων από τις τράπεζες, υπέρμετρη αύξηση του κόστους δανεισμού (μέχρι διψήφια νούμερα), αδυναμία χορήγησης εγγυητικών επιστολών από τις ελληνικές τράπεζες που να είναι αποδεκτές από τις διεθνείς αγορές και υποχρεωτική προεξόφληση της αξίας εισαγωγών πρώτων υλών και εξοπλισμού».
«Ακόμη και χώρες, όπως η Γκαμπόν και η Γκάνα, στην Αφρική, όταν προσκομίσαμε εγγυητική συμμετοχής από την Εθνική Τράπεζα μας τη γύρισαν πίσω», δήλωνε προ ημερών σε ενεργειακό συνέδριο ο διευθυντής Ενεργειακών και Βιομηχανικών Έργων της J& P ΑΒΑΞ Θεόδωρος Αρσενίου.
Ο ίδιος αναφέρθηκε σε έργο στο Βερολίνο, στο οποίο εν τέλει η εταιρία δεν μπόρεσε να συμμετάσχει, καθώς όταν απευθύνθηκε σε τράπεζα του εξωτερικού για να πάρει εγγυητική ζητήθηκε να καλυφθεί σε μετρητά το σύνολο του ποσού. Σε μια άλλη περίπτωση, για μια εγγυητική 36 εκατ. ευρώ, η εταιρία αναγκάσθηκε να πληρώσει 8,5 εκατ. ευρώ για να τη διασφαλίσει. Σημειώνεται πως στο εννεάμηνο του 2013 ο όμιλος J&P ΑΒΑΞ είδε τα έσοδά του από τις διεθνείς αγορές να υποχωρούν κατά σχεδόν 80 εκατ. ευρώ. Διαμορφώθηκαν σε 132,5 εκατ. από 213 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2012.
Οι διοικήσεις των τεχνικών εταιριών υποστηρίζουν πως «χωρίς στήριξη από τις τράπεζες αδυνατούμε να εργαστούμε στις διεθνείς αγορές». Παρά τη μεγάλη προσπάθεια των τελευταίων ετών, ειδικά στη Μέση Ανατολή, η συγκομιδή των μεγάλων κατασκευαστικών ομίλων είναι πενιχρή, με δεδομένη τη μεγάλη εμπειρία από έργα στην Ελλάδα, αλλά και τη μεγάλη ανάγκη για διεθνείς εργολαβίες ώστε να υποκαταστήσουν τα χαμένα έσοδα από τη χώρα μας.
«Χωρίς εγγυητικές επιστολές και χωρίς φθηνή χρηματοδότηση των διεθνών δραστηριοτήτων είναι αστείο να μιλάμε για επέκταση» δηλώνει ανώτερο στέλεχος κατασκευαστικού ομίλου. Ο ίδιος τονίζει, πάντως, πως με την εκκίνηση των μεγάλων οδικών αξόνων οι εργολήπτες θα έχουν αρκετή δουλειά εντός συνόρων. Όμως, οι οδικοί άξονες θα ολοκληρωθούν την επόμενη τριετία – πενταετία και συνεπώς είναι απαραίτητη η στήριξη των ομίλων με έργα από το εξωτερικό.
Τον Νοέμβριο του 2012, το συνολικό ανεκτέλεστο του ομίλου ΕΛΛΑΚΤΩΡ ανερχόταν σε 2,9 δισ. ευρώ, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται το ανεκτέλεστο της θυγατρικής ΗΛΕΚΤΩΡ, που δραστηριοποιείται στον τομέα της διαχείρισης απορριμμάτων.
Το 1,37 δισ. ευρώ αφορούσε έργα εξωτερικού (τότε δεν είχε «διαγραφεί» το μεγάλο έργο Blue City στο Ομάν, το οποίο ναυάγησε). Στο τέλος εννεαμήνου 2013, δηλαδή έναν χρόνο μετά, το ανεκτέλεστο υπόλοιπο της ΕΛΛΑΚΤΩΡ από το εξωτερικό είχε περιοριστεί στα 928 εκατ. ευρώ. Αφορά, πάντως, υγιέστερα έργα από το στοιχειωμένο Blue City το οποίο δεν περιλαμβάνεται στα εν εξελίξει έργα. Επιπλέον, εντός του Δεκεμβρίου, η κοινοπραξία Vinci – Strabag – ΑΚΤΩΡ επικράτησε σε μεγάλο οδικό έργο στη Ρουμανία. Η υπογραφή της σύμβασης εκκρεμεί και στην περίπτωση που δεν υπάρξουν απρόοπτα (το συγκεκριμένο έργο έχει ακυρωθεί τρεις φορές την τελευταία 15ετία...) το ανεκτέλεστο υπόλοιπο του ομίλου από τις διεθνείς αγορές θα ενισχυθεί σημαντικά.
Περί τα 20 έργα έχει αναλάβει τα τελευταία χρόνια στη Μέση Ανατολή ο όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ η διοίκηση του οποίου αποφάσισε προ μηνών να επεκταθεί και στη Σαουδική Αραβία, τη μεγαλύτερη αγορά της περιοχής.
Στα τέλη της άνοιξης είχε ανακοινώσει πως ανέλαβε την κατασκευή νοσοκομείου στο Ριάντ σε κοινοπραξία με την Arabtec, ενώ λίγους μήνες νωρίτερα είχε αναλάβει και έργο στο Ιράκ.
Η συγκομιδή των μεγάλων κατασκευαστικών ομίλων από το εξωτερικό πάντως ήταν περιορισμένη, αν και υπήρξαν άλλες ειδήσεις που δείχνουν πως ενισχύουν τους δεσμούς τους με την περιοχή. Μια τέτοια εξέλιξη ήταν η συμφωνία του ομίλου ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ με την Qatar Petroleum για συμμετοχή της τελευταίας σε μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (ΗΡΩΝ ΙΙ).
Διαμαρτυρίες και για τον ΤΑΡ
Μόνο ως υπεργολάβοι των διεθνών κολοσσών που θα αναλάβουν το έργο κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου TAP θα μπορούν να δραστηριοποιηθούν οι ελληνικές τεχνικές εταιρίες. Οι διοικήσεις τους υποστηρίζουν πως η γερμανική E.ON New Build and Technology (ENT), που έχει αναλάβει τη διαχείριση του τμήματος του ΤΑΡ που περνάει από την Ελλάδα και την Αλβανία βγάζει τους διαγωνισμούς με προδιαγραφές μόνον «για ξανθά μαλλιά και γαλάζια μάτια».
Τα παράπονα έγιναν δημοσίως από στέλεχος της J&P ΑΒΑΞ, δηλαδή της θυγατρικής του κυπριακού ομίλου J&P ο οποίος έχει κατασκευάσει σειρά αγωγών σε Αφρική και Μέση Ανατολή. Οι τεχνικές εταιρίες ενδιαφέρονται για την κατασκευή των 543 χιλιομέτρων του αγωγού φυσικού αερίου στην Ελλάδα, καθώς και για τα 205 χιλιόμετρα επί αλβανικού εδάφους.
Για το τμήμα που διέρχεται από την Ελλάδα προγραμματίζονται τρεις εργολαβίες εγκατάστασης του αγωγού (και 22 μη επανδρωμένων βαλβιδοστασίων) καθώς και μία εργολαβία για την κατασκευή του σταθμού συμπίεσης στην περιοχή των Κήπων, στα ελληνοτουρκικά σύνορα.
Από την πλευρά της, πάντως, η κοινοπραξία του αγωγού TAP υποστηρίζει ότι θα δώσει προβάδισμα σε ελληνικές επιχειρήσεις εφόσον έχουν τα απαιτούμενα προσόντα και καλύπτουν τις απαιτούμενες προδιαγραφές.