Αντιμέτωπη με 70 αγωγές αντίδρασης στη μεταφορά περιουσιακών στοιχείων στο Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων (ΤΑΙΠΕΔ) βρίσκεται η διοίκησή του (στη φωτό ο διευθύνων σύμβουλος Γ. Εμίρης). Οι δεκάδες προσφυγές από ομάδες πολιτών και φορείς (π.χ. οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης) που επιβαρύνουν και τα οικονομικά του ΤΑΙΠΕΔ, αφού πληρώνει τους δικηγόρους, είναι ένα από τα επιχειρήματα της διοίκησης για τις ιδιομορφίες του ελληνικού προγράμματος αποκρατικοποιήσεων.
Όπως υποστηρίζουν στελέχη που παρακολουθούν το πρόγραμμα, η τρόικα πιθανώς «θα δείξει κατανόηση» κατά τη διάρκεια του επικείμενου ελέγχου και για έναν ακόμα λόγο: το ΤΑΙΠΕΔ δεν έχει αναλάβει απλώς την πώληση κρατικών περιουσιακών στοιχείων, αλλά έχει επιφορτιστεί και με την ωρίμανση των διαγωνισμών και την επίλυση εκατοντάδων εκκρεμοτήτων που επί δεκαετίες άφηναν αδιάφορους τους πολιτικά υπεύθυνους.
«Στην ουσία λειτουργούμε ως equity fund που προσθέτει αξία στα περιουσιακά του στοιχεία πριν τα βγάλει στην αγορά», επισημαίνουν όσοι θεωρούν πως η τρόικα δεν θα εξαντλήσει την αυστηρότητά της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ΛΑΡΚΟ, με τις τεράστιες εκκρεμότητες στα μέτωπα των παράνομων κρατικών ενισχύσεων, της προστασίας του περιβάλλοντος και των μεγάλων ζημιών.
Η διοίκηση του ΤΑΙΠΕΔ αναμένεται να ενημερώσει την τρόικα πως μέχρι το τέλος του χρόνου θα γίνουν τέσσερις μεγάλοι διαγωνισμοί, εκτός από τους μικρότερους που αφορούν ακίνητα ή μαρίνες. Μεταξύ αυτών, θα περιλαμβάνονται οι διαγωνισμοί για την πώληση πλειοψηφικού πακέτου μετοχών του ΟΛΘ και του ΟΛΠ καθώς και ο νέος διαγωνισμός για τη ΔΕΠΑ.
Ειδικά για τη ΔΕΠΑ, επιχειρείται να λυθούν σύντομα οι εκκρεμότητες με τις οφειλές των ιδιωτών ηλεκτροπαραγωγών και την υπογραφή της νέας σύμβασης προμήθειας με τη ρωσική πλευρά. Όσοι παρακολουθούν τον διαγωνισμό θεωρούν πως πρέπει να προχωρήσει γρήγορα και πως «η Gazprom έκανε αρκετή ζημιά παρουσιάζοντας τη ΔΕΠΑ ως προβληματική εταιρεία».
Ωστόσο, στελέχη της αγοράς ενέργειας επισημαίνουν ότι δεν θα πρέπει να καλλιεργείται υπερβολική αισιοδοξία για τη συγκεκριμένη αποκρατικοποίηση δεδομένου ότι είναι πολύπλοκη και επιβαρύνεται από την πολύ πρόσφατη αποτυχία μετά και την αποχώρηση των Ρώσων.
Ένα ακόμα επιχείρημα της ελληνικής πλευράς είναι πως στο σημερινό δύσκολο περιβάλλον υπάρχουν και «καλές καθυστερήσεις» στις ιδιωτικοποιήσεις. Ενα παράδειγμα είναι η «Αερολιμήν Αθηνών». Για την τελευταία το Δημόσιο είχε συμφωνήσει άτυπα να πωλήσει το ποσοστό του μαζί με τη γερμανική Hochtief. Τελικά οι Γερμανοί «άδειασαν» την ελληνική πλευρά και πώλησαν το δικό τους ποσοστό στον καναδικό επενδυτικό όμιλο PSP.
Εκ πρώτης όψεως, η Ελλάδα φαίνεται χαμένη από τη συναλλαγή. Στην πραγματικότητα, όμως, το ΤΑΙΠΕΔ ωφελείται. Τις επόμενες εβδομάδες ολοκληρώνεται η διαδικασία εγκρίσεων για τη συμμετοχή του PSP στην «Αερολιμήν Αθηνών» με τους Καναδούς να ενδιαφέρονται για το ποσοστό του Δημοσίου. Έτσι, «η Ελλάδα βρίσκεται να συζητά με έναν σοβαρό επενδυτή που έχει ήδη τοποθετήσει περί τα 8 δισ. δολάρια σε υποδομές ανά τον κόσμο», επισημαίνουν κυβερνητικά στελέχη.