Το αεροδρόμιο Gatwick του Λονδίνου, ένα από τα πιο πολυσύχναστα αεροδρόμια της Μεγάλης Βρετανίας, υποχρεώθηκε πρόσφατα να κλείσει τους διαδρόμους του, εξαιτίας των υπερπτήσεων που πραγματοποιούσαν τηλεχειριζόμενα εναέρια οχήματα, τα γνωστά με τη γενική ονομασία «drones».
Όπως διαβεβαίωσαν οι βρετανικές αρχές, το περιστατικό δεν είχε σχέση με την τρομοκρατία, τα drones δεν ήταν οπλισμένα, ωστόσο ήταν προφανές ότι οι δράστες προχώρησαν εσκεμμένα στην παρακώλυση του αεροδρομίου, με επανειλημμένες υπερπτήσεις που είχαν ως αποτέλεσμα να καθηλωθούν στο αεροδρόμιο πάνω από 10.000 επιβάτες, μέσα στις πρώτες μόνο ώρες του περιστατικού!
Οι ίδιες οι αστυνομικές αρχές παραδέχτηκαν ότι ήταν δύσκολο να εντοπίσουν τους δράστες, λόγω της ταχύτητας των -επαγγελματικών δυνατοτήτων- drones, που εμφανίζονταν κι εξαφανίζονταν, για να εμφανιστούν ξανά αργότερα, ενώ η κατάρριψή τους θεωρήθηκε επικίνδυνη, λόγω των συνεπειών από τυχόν «αδέσποτες» βολές.
Πρόκειται για μια εντυπωσιακή μεν, αλλά μάλλον απλή «παρενέργεια» της μαζικοποιημένης σύγχρονης τεχνολογίας, που επιτρέπει πλέον στον οποιονδήποτε να αποκτήσει ένα ιπτάμενο όχημα, δαπανώντας κάποιες εκατοντάδες ή μερικές χιλιάδες ευρώ, ανάλογα με τις δυνατότητες του drone.
Στην πραγματικότητα, οι συνέπειες των drones είναι πολύ πιο σύνθετες, ενδεχομένως και πιο δυσδιάκριτες για τον μέσο πολίτη. Είτε πρόκειται για θέματα απλής προστασίας της ιδιωτικότητας, είτε για θέματα κατασκοπείας, είτε ακόμη και για τυχόν τρομοκρατική αξιοποίηση.
Αλλά και τα ίδια τα drones είναι ένα απειροελάχιστο κομμάτι της ολοένα και αυξανόμενης μαζικοποίησης εφαρμογών της τεχνολογίας, που αλλάζουν με ραγδαίους ρυθμούς τον τρόπο ζωής μας, παρουσιάζοντας όμως ολοένα και πιο εκτεταμένο φάσμα πιθανών παρενεργειών.
Είτε πρόκειται για την πληθώρα ηλεκτρονικών συναλλαγών, που πραγματοποιούνται 24 ώρες το 24ωρο, είτε πρόκειται για το φαινόμενο των λεγόμενων κρυπτονομισμάτων, είτε για την πλοήγηση και τον έλεγχο μέσων μεταφοράς από απόσταση, με την αξιοποίηση δορυφορικών επικοινωνιών, είτε ακόμη και για τις επιπτώσεις που ενδέχεται να έχει η γενετική και η εκμετάλλευση της αποκωδικοποίησης του ανθρώπινου DNA, στη διάρκεια ζωής αλλά και στη στοχευμένη «βελτίωση» ανθρώπινων ιδιοτήτων.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, είναι εμφανές ότι ελάχιστα κατανοητές έχουν γίνει, τουλάχιστον από τους περισσότερους, οι πιθανές επιπτώσεις, από την κακοπροαίρετη χρήση αυτών των τεχνολογιών, σε βάρος είτε συγκεκριμένων επιχειρηματικών ή ατομικών συμφερόντων, είτε ενός κοινωνικού συνόλου ευρύτερα, όπως μπορεί να συμβεί για παράδειγμα, στην περίπτωση ενός ασύμμετρου πολέμου, όπου στόχος είναι η παρακώλυση κρίσιμων υποδομών, στην περίπτωση δηλαδή ενός «κυβερνοπολέμου» (cyber warfare).
Μιλώντας ειδικότερα για την οικονομική πτυχή τέτοιου είδους φαινομένων, με έναν από τους ελάχιστους ειδικούς στην Ελλάδα, ο υπογράφων είχε την ευκαιρία να πληροφορηθεί από πρώτο χέρι για την εξάπλωση του κινδύνου της «θαλάσσιας κυβερνοπειρατείας», αλλά και για την αυξανόμενη χρήση του εκβιασμού (ransoming) μέσω της κρυπτογράφησης των δεδομένων με μη ανακτήσιμο από το θύμα τρόπο, σε συστήματα ζωτικής σημασίας για εκείνον (φαινόμενο γνωστό σε κάποιους που έχουν υποστεί ήδη την απώλεια των δεδομένων του προσωπικού τους υπολογιστή, από κακόβουλο hacker), ή και μέσω επιθέσεων άρνησης υπηρεσιών (Denial of Service-DOS Attacks).
H εκβίαση αυτών των ειδών έχει εξελιχθεί μάλιστα σε πραγματική «βιομηχανία», με οργανωμένες ομάδες που διαθέτουν τηλεφωνική και ηλεκτρονική «εξυπηρέτηση» (!) για την καταβολή των λύτρων, ενώ φημολογείται ότι συνδέονται και με το παραδοσιακό οργανωμένο έγκλημα.
Στην περίπτωση των πλοίων (λόγω της εκτεταμένης πλέον χρήσης αυτοματοποιημένων ηλεκτρονικών με κεντρικά συστήματα χειρισμού), η απώλεια πρόσβασης μπορεί να σημαίνει είτε ότι ο «πειρατής» αποκτά τον έλεγχο του μηχανοστασίου, είτε ότι έχει τη δυνατότητα να ανοίξει τις κάνουλες και να πετάξει το φορτίο στη θάλασσα, είτε ότι μπλοκάρει τα συστήματα πλοήγησης κι απειλεί να ρίξει το πλοίο κυριολεκτικά στα βράχια! Περισσότερα για το θέμα μπορείτε να δείτε εδώ.
Ομοίως, οιοσδήποτε μπορεί να αντιληφθεί τις επιπτώσεις που θα είχαν κακόβουλες ενέργειες σε κρίσιμες υποδομές όπως το ηλεκτρικό δίκτυο, η σηματοδότηση στους δρόμους, ή τα συστήματα σιδηροδρομικών μεταφορών, ή ακόμη και τα συστήματα συναλλαγών.
Πέρα όμως από τα φαινόμενα αυτά, που συναρτώνται από την κακόβουλη πρόθεση των δραστών, η ίδια η μαζική εφαρμογή της τεχνολογίας προκαλεί παρενέργειες, διεμβολίζοντας τα «παραδοσιακά» μοντέλα λειτουργίας αλλά και δημιουργώντας, σε ορισμένες περιπτώσεις, νέου τύπου μονοπώλια και ολιγοπώλια, τα οποία εξαιτίας της ραγδαίας ανάπτυξης και της γιγάντωσής τους, όχι απλώς «μεταμορφώνουν» τις ήδη υπάρχουσες αγορές, αλλά αποκτούν και κυρίαρχη, ρυθμιστική, θα λέγαμε, θέση στις περαιτέρω εξελίξεις.
Χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα σήμερα το Google, που έχει εξελιχθεί όχι μόνο σε κεντρική αρτηρία του διαδικτύου, κάνοντας κατά το δοκούν τον «τροχονόμο» στη ροή των πλοηγούμενων, μέσα από το Google Search, αλλά και σε ένα μεγαθήριο απορρόφησης διαφημιστικής δαπάνης, ανά τον κόσμο.
Γιατί όμως να γραφτούν όλα τα παραπάνω;
Διότι αυτές τις μέρες, καθώς υποδεχτήκαμε τον νέο χρόνο, έχει ιδιαίτερη σημασία να κατανοήσουμε εμείς, εδώ στη χώρα μας, που κάθε άλλο παρά στο επίκεντρο των τεχνολογικών εξελίξεων βρίσκεται, πόσο μεγάλες επιπτώσεις για κάθε πτυχή της ζωής μας έχουν οι τρέχουσες αλλά και οι ραγδαία επερχόμενες τεχνολογικές εξελίξεις.
Όχι μόνο σε θέματα καθημερινότητας και «κοινωνικής δικτύωσης» (στα οποία δείχνουμε να είμαστε μεταξύ των πρωταθλητών), αλλά και βαθύτερα σε ό,τι αφορά την ικανότητά μας, ατομικά, συλλογικά, ακόμη και ως κράτος, να αναπτύξουμε υπόβαθρο, νομικό αλλά και λειτουργικό, για τη σωστή παρακολούθηση κι ενσωμάτωση όλων αυτών των εξελίξεων στην οικονομία και την κοινωνία μας. Κάτι στο οποίο, προς το παρόν τουλάχιστον, είναι σαφές ότι δεν έχουμε ανταποκριθεί με τη δέουσα ταχύτητα (μεταξύ άλλων είμαστε ως χώρα από τις τελευταίες στην Ευρώπη σε ό,τι αφορά τα λεγόμενα Internet Skills), ίσως λόγω της αδράνειας και της «αντίστασης στην αλλαγή», που χαρακτηρίζει όχι μόνο το δημόσιο αλλά και τον ιδιωτικό τομέα.