Χαμένοι εδώ και χρόνια στον μικρόκοσμο της ελληνικής κρίσης, η κοινωνία παρακολουθεί με τις άκρες του ματιού της τα συμβάντα στην υπόλοιπη Ευρώπη και στον κόσμο. Περιέργως, το ίδιο φαίνεται να συμβαίνει και με τα πολιτικά κόμματα, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το 90%, αν όχι περισσότερο, του δημόσιου λόγου τους.
Εντούτοις, η αλλαγή συνθηκών δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη, καθώς σε ό,τι αφορά τις σχέσεις μας με την Ευρώπη, το ούτως ή άλλως πλαστό δίλημμα «μέσα ή έξω από το ευρώ» έχει αντικατασταθεί από το πιο ρεαλιστικό «με ποιες προϋποθέσεις έχει μέλλον αυτή η Ενωμένη Ευρώπη και το ευρώ», ενώ αντίστοιχα σε διεθνές επίπεδο γίνεται ολοένα και περισσότερο αντιληπτό ότι η εποχή της αμερικανικής μονοκρατορίας βαδίζει ολοταχώς προς το τέλος της, καθώς αναδύεται ένα νέο, «πολυπολικό», πολύ πιο αβέβαιο και ασταθές σκηνικό.
Το γεγονός ότι αυτή η χρονιά περιλαμβάνει τριπλές εκλογές στη χώρα μας φαίνεται προσώρας να ενισχύει έτι περαιτέρω τη δημόσια ενδοσκόπηση, παρότι οι παράγοντες που ενδέχεται να επηρεάσουν τη νέα και εύθραυστη «κανονικότητα» στην Ελλάδα προέρχονται κυρίως από το εξωτερικό.
Ο χώρος δεν επιτρέπει να καταγράψουμε ενδελεχώς τους παράγοντες επικίνδυνης αβεβαιότητας που προκύπτουν στο εξωτερικό περιβάλλον, μια απλή αναφορά, όμως, αρκεί για να προβληματίσει τον σκεπτόμενο αναγνώστη:
- Οι προβλέψεις για την ανάπτυξη στην Ευρώπη έχουν πάρει την κατιούσα, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έσπευσε να σημειώσει ξεκάθαρα την ύπαρξη δύο ταχυτήτων, στους κόλπους της Ένωσης.
- Η κατάσταση στην Ιταλία αλλά και τη Γαλλία παραμένει οξυμένη, ενώ η τάση των γραφειοκρατών της Κομισιόν να «ξεχειλώνουν» τους υποτιθέμενους κανόνες όταν αφορούν σημαντικές χώρες-μέλη (όπως συνέβη με το έλλειμμα της Γαλλίας) διαχέει ολοένα και περισσότερο την αίσθηση στην κοινή γνώμη, ότι υπάρχουν μέλη «πολύ πιο ίσα από τα άλλα».
- Η άνοδος των ευρωσκεπτικιστών εμφανίζεται εξαιρετικά σημαντική σε διάφορες χώρες, μεταξύ αυτών και σε κράτη στα οποία η οικονομία κινήθηκε θετικά (Γερμανία), δείχνοντας ότι το πρόβλημα είναι πια πολύ πιο βαθύ και περίπλοκο.
- Σε αμφότερες τις όχθες του Ατλαντικού υπάρχουν έντονες διαμαρτυρίες για θέματα ανισότητας, αλλά και αντιδράσεις έναντι μιας παγκοσμιοποίησης, που με τον τρόπο με τον οποίο εκτυλίχθηκε, φαίνεται να έχει ως θύμα και σεβαστό τμήμα της μεσαίας πλέον τάξης. Στην περίπτωση μάλιστα των ΗΠΑ, η αναθεώρηση της παγκοσμιοποίησης εμφανίζεται πλέον να είναι μέρος της κυβερνητικής ατζέντας, παρά την προσωρινή ανακωχή στον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα.
- Στο διεθνές γεωπολιτικό σκηνικό, οι εστίες πιθανής ανάφλεξης πολλαπλασιάζονται αντί να μειώνονται, καθώς Ρωσία και Κίνα ασκούν δυναμική πολιτική έναντι των αμερικανικών (συχνά και των ευρωπαϊκών) συμφερόντων, διεκδικώντας δικές τους «σφαίρες επιρροής», είτε πρόκειται για την Κεντρική Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, είτε για την Άπω Ανατολή και τη ζώνη του Ειρηνικού, που δεν αποκλείεται (για να μην πούμε ότι θεωρείται βέβαιο) να αποτελέσει και το διεθνές οικονομικό «κέντρο βάρους» τις επόμενες δεκαετίες, εις βάρος της Δύσης.
- Ακόμη και στη γειτονική μας περιοχή, οι συνέπειες αυτών των παγκόσμιων αναταράξεων είναι πλέον ορατές. Την ίδια ώρα που η Ελλάδα προσεγγίζει μια συμφωνία με τη FYROM, μια συμφωνία που εξομαλύνει σχέσεις, η Τουρκία του Ερντογάν ακολουθεί πλέον δικό της δρόμο, αποστασιοποιούμενη από την επί δεκαετίες «πρώτη σύμμαχο» Αμερική, αλλά και από την Ευρώπη, καθώς το καθεστώς διολισθαίνει ολοένα περισσότερο προς μια ιδιόμορφη ισλαμική δεσποτεία, που συχνά εξάγει τα προβλήματά της είτε με προκλήσεις είτε και με πιο δυναμικές μορφές παρέμβασης έναντι των γειτόνων της. Παράλληλα, το «μικρό» Κόσοβο απειλεί να εξελιχθεί σε νέα εστία έντασης.
- Κι ενώ συμβαίνουν όλα αυτά (μαζί βεβαίως και με τις παρενέργειες του περίφημου Brexit), μεγάλο μέρος του πολιτικού συστήματος, στις ανεπτυγμένες χώρες, πολύ δε περισσότερο στην Ελλάδα, αρνείται να κατανοήσει πως τα όσα συμβαίνουν, συνθέτουν ένα νέο περιβάλλον, πολύ διαφορετικό σε σχέση με το τέλος του προηγούμενου αιώνα. Ένα περιβάλλον που απαιτεί κατ' αρχάς νέες θεωρητικές/ιδεολογικές προσεγγίσεις, προκειμένου να προκύψουν προτάσεις και λύσεις για τα νέα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ανεπτυγμένες κοινωνίες. Κι όσο συμβαίνει αυτό, όσο μεγαλώνει το κενό ανάμεσα στους προβληματισμούς της κοινωνίας και στην (παρωχημένη) ρητορική των συστημικών κομμάτων, τόσο αυξάνεται η επιρροή των αντισυστημικών μορφωμάτων που μπορεί να μην προσφέρουν ουσιαστικές λύσεις, πρεσβεύουν όμως την επιστροφή σε μια εξιδανικευμένη εικόνα του παρελθόντος, με αποδεδειγμένα μεγάλη ψυχολογική επίδραση.
Όλοι οι παραπάνω παράγοντες δύνανται να επηρεάσουν την έξοδο της χώρας μας από την κρίση, για διαφορετικούς λόγους, ίσως και περισσότερο απ’ ό,τι το εκλογικό αποτέλεσμα στις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Κι αυτό πρωτίστως για δύο λόγους. Ο ένας αφορά στην οικονομική αδυναμία της χώρας, σε σχέση με τη δυνατότητά της να αμυνθεί αποτελεσματικά.
Ο δεύτερος -και μάλλον σημαντικότερος- αφορά στο γεγονός ότι με τη διάρθρωση χρέους που έχει σήμερα, η χώρα μας θα εξαρτάται για δεκαετίες ολόκληρες από τη βούληση των σημερινών εταίρων της στην Ευρώπη.