Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η κατοχή μιας offshore εταιρίας, σε φορολογικά συνεργάσιμη «έδρα», είναι απολύτως νόμιμη για τους Έλληνες πολίτες κι ότι ουδέν πρόβλημα υπάρχει, εφόσον δεν αποδειχτεί ότι μέσω του συγκεκριμένου οχήματος υπήρξε παράνομη δραστηριότητα.
Το ερώτημα είναι αν αυτό πρέπει να ισχύει για τους πολιτειακούς παράγοντες.
Ας εξετάσουμε κατ' αρχάς το «ηθικό» σκέλος. Όπως είναι γνωστό, το κύριο -νόμιμο- πλεονέκτημα από τη χρήση offshore εταιριών είναι η φοροαποφυγή, λόγω των πολύ χαμηλών συντελεστών στα κέρδη των εν λόγω εταιριών.
Έχουν λοιπόν το ηθικό δικαίωμα όσοι έχουν εκλεγεί στο νομοθετικό όργανο (Βουλή) ή ηγούνται της εκτελεστικής εξουσίας, των δύο θεσμών δηλαδή που εν πολλοίς καθορίζουν και εφαρμόζουν το εκάστοτε φορολογικό σύστημα, προς το συμφέρον υποτίθεται της χώρας, να χρησιμοποιούν μεθόδους… αποφυγής του;
Η απάντηση, νομίζω, προκύπτει αβίαστα. Συνεπώς, αυτό που απομένει είναι να εξετάσουμε αν το «ηθικό» πρέπει να θωρακίζεται και νομικά, μέσω μιας απαγόρευσης όπως αυτή που αναίρεσε προσφάτως η κυβέρνηση.
Το θέμα δεν είναι τόσο απλό όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Διότι με παραπλήσια συλλογιστική και δεδομένης της ζημίας που υφίσταται η χώρα από αυτή την πρακτική, ενδεχομένως θα έπρεπε επί παραδείγματι να απαγορευθεί προσωρινά στους πολιτειακούς παράγοντες η διατήρηση μεγάλων χρηματικών ποσών στο εξωτερικό, καθώς η χώρα υφίσταται οδυνηρή ζημία από τον εκπατρισμό των καταθέσεων.
Διότι αν οι πολιτειακοί παράγοντες δεν έχουν εμπιστοσύνη στη χώρα και τις τράπεζές της, γιατί να έχουν οι άλλοι; Γιατί να έχουν οι πολίτες, οι επιχειρηματίες κι ακόμη περισσότερο, οι ξένοι επενδυτές;
Οι συμπεριφορές και στις δύο περιπτώσεις είναι απολύτως νόμιμες. Επίσης και στις δύο περιπτώσεις είναι εντελώς υποκριτικό, αν όχι εντελώς ανήθικο, να κόπτεσαι ως πολιτικός για το συμφέρον και τα έσοδα «του τόπου», ή να καλείς τους πολίτες να εμπιστευθούν τις τράπεζες, ενώ ως πρόσωπο πράττεις τα αντίθετα.
Σε άλλες χώρες, τέτοιου είδους αναντιστοιχίες λόγων και πράξεων «τιμωρούνται» συνήθως από την κοινωνία, διά του πολιτικού εξοστρακισμού, διά της ψήφου, ακόμη κι αν δεν υπάρχει νομική παράβαση. Στη χώρα μας δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι συμβαίνει αυτό.
Έτσι, δεδομένης και της εξαιρετικά δύσκολης συγκυρίας, ίσως θα έπρεπε να θεωρηθεί χρήσιμος κάθε νόμος που υποχρεώνει τους πολιτειακούς παράγοντες, βουλευτές και υπουργούς, να σκέφτονται δύο και τρεις φορές πριν ψηφίσουν ή εφαρμόσουν κάτι, αφού θα τους αφορά και θα τους καίει σε προσωπικό επίπεδο.
Διότι φοβάμαι ότι μόνο για αυτό τον λόγο θα μπορούσε να σκεφθεί κάποιος νομικές «απαγορεύσεις» πράξεων στους πολιτειακούς παράγοντες, όταν αυτές είναι απολύτως νόμιμες για τους υπόλοιπους πολίτες.
Ωστόσο, νομίζω ότι υπάρχουν πολλά άλλα ζητήματα, σαφώς μεγαλύτερης σημασίας, που θα έπρεπε να έχουν επιλυθεί, πριν ασχοληθεί το πολιτικό μας σύστημα με τέτοιου είδους "προχωρημένα" διλήμματα.
Όπως επί παραδείγματι το ότι η πολιτεία δεν έχει ακόμη φροντίσει ώστε να μην καθυστερεί κάποια χρόνια (!) η εξέταση και η δημοσιοποίηση των «Πόθεν Έσχες» των πολιτικών (φέτος δημοσιοποιήθηκαν οι δηλώσεις για τη χρήση του… 2012!), αλλά και να καθιερωθεί ένας πραγματικά αποτελεσματικός τρόπος εξέτασης του «πόθεν», αντί μιας περισσότερο ή λιγότερο πλήρους καταγραφής του… «έσχες»!
Για να μη διυλίζουμε τον κώνωπα και καταπίνουμε την... κάμηλο!