Πέρα από τη μνημειώδη γκάφα του υπουργού Φίλη με τις περίφημες… πενταροδεκάρες και το άγχος των γονιών για το αυξημένο κόστος σε ανάγκες που έφτασαν να είναι ζωτικές για το μέλλον των παιδιών τους, είναι συγκλονιστικό ότι ουδείς ασχολείται με το πραγματικό πρόβλημα στην ελληνική παιδεία, ακόμη και αυτές τις μέρες, που το θέμα έχει βρεθεί στο φόρτε της επικαιρότητας.
Πρώτον, με το γεγονός ότι όλα τα παιδιά ανεξαιρέτως, ακόμη και αυτά που πηγαίνουν στα πιο ακριβά ιδιωτικά σχολεία, κάνουν φροντιστήρια και δεύτερον, με το γεγονός ότι το ιδιωτικό σχολείο στην Ελλάδα της υποτιθέμενης «δωρεάν παιδείας» έχει πάψει να είναι είδος πολυτελείας, ακριβώς λόγω της κάθετης πτώσης στη δημόσια εκπαίδευση.
Προφανώς, τα τρομακτικά μειονεκτήματα του συστήματος δεν γίνεται να λυθούν από τη μια μέρα στην άλλη, ενώ το πρόβλημα της αύξησης κόστους λόγω ΦΠΑ είναι άμεσο.
Ωστόσο, μόνο και μόνο από το ότι ΟΛΑ τα παιδιά, σε όποιο σχολείο κι αν πηγαίνουν, κάνουν επί χρόνια φροντιστήρια «για να περάσουν στο πανεπιστήμιο», μαζί με φροντιστήρια γλώσσας, δείχνει ότι το σύστημα έχει σπάσει σε βαθμό που πρέπει να σαρωθεί και να σχεδιαστεί από την αρχή. Εκ βάθρων!
Αυτός είναι ο γάιδαρος στην υπόθεση της ελληνικής, δήθεν δωρεάν, παιδείας. Ότι στην πραγματικότητα έχει πολύ μεγάλο διαρκές κόστος για κάθε οικογένεια. Και για αυτό τον λόγο υπάρχει τέτοια κατακραυγή σε ένα θέμα που θα έπρεπε -θεωρητικά- να απασχολεί μια μειοψηφία.
Το θέμα της αύξησης του ΦΠΑ θα περάσει σύντομα στο παρελθόν της επικαιρότητας, είτε αποφευχθεί ολοσχερώς με κάποια «ισοδύναμα», είτε όχι, που μάλλον είναι και το πιθανότερο.
Αυτό που θα παραμείνει, είναι η υφιστάμενη κατάσταση στη δήθεν δωρεάν παιδεία, από την οποία πηγάζει όχι το 6% ή το 23% του κόστους αλλά το 90% και πλέον του κόστους που υφίσταται διαχρονικά κάθε ελληνική οικογένεια, με προφανώς μεγαλύτερη αναλογικά επιβάρυνση για τους οικονομικά ασθενέστερους.
Όσο λοιπόν κι αν είναι πραγματικά «καυτή» για την τσέπη της ελληνικής οικογένειας η υπόθεση του ΦΠΑ, όσο κι αν είναι επίκαιρη, δεν είναι παρά το «σαμάρι» στην υπόθεση της παιδείας.
Προφανώς και στην περίπτωση αυτή υπάρχουν συμφέροντα, θεμιτά και μη. Μετά από δεκαετίες τέτοιας «δωρεάν παιδείας», επόμενο είναι ότι έχουν δημιουργηθεί όχι μόνο κυκλώματα παραπαιδείας, που λειτουργούν χωρίς φορολογικές επιβαρύνσεις, αλλά και τομείς κανονικής οικονομικής δραστηριότητας με χιλιάδες επιχειρήσεις και απασχολούμενους.
Ωστόσο, αν πραγματικά θέλει αυτή η κυβέρνηση να διαφοροποιηθεί από το «παλαιό», όπως επαγγέλθηκε προ των εκλογών, θα πρέπει να βάλει αυτό το θέμα ψηλά στην ατζέντα της. Και υπό αυτή την έννοια, είναι απορίας άξιο πώς το αρμόδιο υπουργείο δεν φρόντισε να ανοίξει αυτό το θέμα το ταχύτερο, ενώ κατά πάσα πιθανότητα γνώριζε καλά ότι, έτσι κι αλλιώς, ο ΦΠΑ θα το φέρει, θέλοντας και μη, στο προσκήνιο.