Το φαινόμενο των πολιτικών που έκαναν -και κάνουν- θόρυβο στα media, εκμεταλλευόμενοι ένα είδος φανφαρόνικης «αμεσότητας» που φαίνεται να έλκει σημαντικό μέρος της ελληνικής κοινής γνώμης, δεν είναι καινούργιο. Όπως καινούργιο δεν είναι και το φαινόμενο των μεταγραφών από κόμμα σε κόμμα. Πολλοί ήταν εκείνοι που μεταπήδησαν από ένα κόμμα σε άλλο, ειδικά τα τελευταία χρόνια, αλλάζοντας ταυτόχρονα ιδεολογικές θέσεις και πεποιθήσεις με περισσή ευκολία.
Στην περίπτωση του Άδωνι Γεωργιάδη, όμως, τα παραπάνω στοιχεία εμφανίζονται στον υπερθετικό βαθμό. Από υβριστής του Σαμαρά, έγινε πιστός υπασπιστής του. Κι από τηλεπωλητής βιβλίων, έγινε ίσως ο πιο συχνός καλεσμένος σε πολιτικές εκπομπές και σε δελτία των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης.
Γιατί; Διότι πολύ απλά… πουλάει. Είτε όταν ωρύεται στα τηλεοπτικά παράθυρα απέναντι στους πολιτικούς του αντιπάλους, είτε όταν τσακώνεται με τον Παπαδάκη για το ποιος είναι κωλοτούμπας και ποιος γλείφτης.
Για τον ίδιο, αλλά και τους εκάστοτε οικοδεσπότες του, λίγη σημασία έχει αν το κοινό σε μεγάλο βαθμό παρακολουθεί για χαβαλέ και χλευάζει τα τεκταινόμενα. Σημασία έχουν τα νούμερα.
Ο κ. Γεωργιάδης στην πραγματικότητα δεν έχει αλλάξει τη βασική του ιδιότητα. Παλαιότερα πωλούσε βιβλία. Τώρα πουλά «πολιτική» και το κυριότερο «παρέμβαση». Για τον Άδωνι η πολιτική δεν είναι παρά μια «αγορά», στην οποία ο ίδιος διακινεί «ιδέες» ως προϊόντα με περιορισμένη διάρκεια ζωής. Την μια περίοδο προς πώληση είναι ο αντιμνημονιακός αγώνας, την άλλη οι αρετές του μνημονίου, ίσως αύριο να είναι κάτι άλλο.
Άλλωστε, για τον καλό τον πωλητή, σημασία δεν έχει το προϊόν, σημασία έχουν οι πωλήσεις. Κι ο Άδωνις είναι καλός πωλητής. Πολιορκεί ακατάπαυστα τον υποψήφιο πελάτη, με πάθος κι επιμονή που θα ζήλευαν οι πάλαι ποτέ κράχτες στα μαγαζιά του αθηναϊκού κέντρου.
Στόχος του πάντα είναι να απλοποιήσει το προϊόν, για να κλείσει την πώληση, διότι γνωρίζει πως απευθύνεται σε μια αγορά που θέλει «απλά πράματα». Εξ ου και η συχνή επίκληση της δήθεν κοινής λογικής. Κανένα πρόβλημα δεν είναι περίπλοκο ή πολυδιάστατο. Κανένα θέμα δεν έχει περισσότερες από μία όψεις. Όλα είναι «απλά», όπως ενδομύχως επιθυμεί ο πελάτης. Και τη «λύση» τη δίνει, ενίοτε φωνάζοντας, ο Άδωνις.
Μακριά από εκείνον η αυτοσυγκράτηση, η ηπιότητα, η μετριοπάθεια. Ακόμη και η γελοιότητα είναι προτιμότερη, εφόσον φέρνει δημοσιότητα. Διότι η δημοσιότητα, όπως διδάχθηκε κραυγάζοντας και δίνοντας σόου, όταν εμπορευόταν βιβλία διά τηλεοράσεως, φέρνει τις «πωλήσεις».
Ορισμένοι έσπευσαν, ακριβώς λόγω της έκδηλης υπερβολής του στην αναζήτηση δημόσιας προβολής, να τον χαρακτηρίσουν γραφικό, ακόμη και γελοίο. Υποψιάζομαι ότι ίσως ο ίδιος γελάει με αυτήν την εύκολη κριτική.
Υποψιάζομαι ότι ο ίδιος κοιτάει πίσω και βλέπει πως ξεκίνησε σχεδόν από το πουθενά, για να αναρριχηθεί με εντυπωσιακή ταχύτητα, στα σαράντα του, στα υψηλότερα αξιώματα της ελληνικής πολιτικής. Βουλευτής, υφυπουργός, υπουργός, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας. Και συνάμα οικογενειάρχης με σύζυγο την επίσης προβεβλημένη από το ελληνικό σταρ σίστεμ Ευγενία Μανωλίδου.
Ο κ. Γεωργιάδης, είτε αρέσει είτε όχι, αποτελεί σήμερα μια εκδοχή του «ελληνικού ονείρου» της επιτυχίας, που έλαβε σάρκα και οστά μέσα σε ένα καταρρέον πολιτικό και μιντιακό σύστημα.
Είναι δε εκ των πραγμάτων η πλέον σύγχρονη έκφραση του δεξιού «λαϊκισμού». Λειτουργεί ως ένα είδος πολιτικού όπλου, που χρησιμοποιείται άλλοτε αμυντικά κι άλλοτε επιθετικά, στα πλαίσια του ανταγωνισμού με μια Αριστερά που επίσης διολίσθησε ανεπίτρεπτα στον εύκολο λαϊκισμό.
Κι αυτό το ευρύτερο φαινόμενο των κραυγών, του εκατέρωθεν λαϊκισμού, ίσως θα έπρεπε να μας απασχολήσει περισσότερο από αυτά καθεαυτά τα καμώματα του Άδωνι, διότι εν τέλει αντανακλά το επίπεδο ενός σημαντικού μέρους της κοινωνίας μας.