Έστω και κατόπιν εορτής, τόσο οι Γερμανοί όσο και η πολύ γνωστή μας τρόικα δείχνουν να κατάλαβαν το ατύχημα που προξένησε η εκτρωματική «λύση» στην Κύπρο.
Κι επιχειρούν να «μαζέψουν» την κατάσταση, όπως άλλωστε και τα λοιπά μέλη του Eurogroup, που συμφώνησαν σε αυτήν τη «λύση», είτε από την ίδια την Κύπρο και την Ελλάδα, είτε από την Αυστρία και αλλού.
Δυστυχώς, ο χρόνος δεν γυρίζει πίσω. Έτσι, τουλάχιστον κατά ένα μέρος, οι συνέπειες του «ατυχήματος» που συνέβη θα επηρεάζουν εφεξής την ευρωπαϊκή κρίση, που -όπως όλοι πρέπει να κατάλαβαν πλέον- κάθε άλλο παρά έχει τελειώσει.
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, φαίνεται
πολύ δύσκολο έως ακατόρθωτο να αλλάξει η βασική στρατηγική του Eurogroup, ήτοι η συμμετοχή καταθετών στη διάσωση των κυπριακών τραπεζών.
Εκτός κι αν επαληθευτούν κάποιες σκόρπιες πληροφορίες ότι η
Ρωσία άγεται πρακτικά στην
επίσημη ανάληψη ενός μέρους του βάρους από τη διάσωση των κυπριακών τραπεζών.
Θα το ξέρουμε σύντομα, αν και πρέπει να σημειωθεί ότι μέχρι τώρα οι επίσημες αντιδράσεις των Ρώσων είναι μάλλον προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ήδη προειδοποίησαν ότι ενδέχεται να μην ετεροχρονίσουν τις πληρωμές του δανείου προς την Κύπρο (ύψους 2,5 δισ. ευρώ) ως αντίποινα.
Το μόνο ερώτημα ως τώρα είναι αν θα γλιτώσουν εντελώς το κούρεμα ή θα κουρευτούν πολύ λιγότερο οι έχοντες καταθέσεις κάτω των 100.000 ευρώ, εις βάρος εκείνων που έχουν μεγαλύτερα ποσά - και με πόση «προοδευτικότητα».
Αναμφίβολα, κάτι τέτοιο θα αποτελέσει βελτίωση, ιδίως αν
εξαιρεθούν πλήρως τα ποσά κάτω των 100.000, διότι το αντίθετο είναι έμμεση παραβίαση της πανευρωπαϊκής εγγύησης καταθέσεων, ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις λοιπές χώρες, ιδίως του Νότου.
Ωστόσο, με δεδομένους τους αριθμούς που γνωρίζουμε, η επιβάρυνση στα υψηλότερα ποσά θα ξεπεράσει το
15%. Που σημαίνει ότι είτε πρόκειται για Ρώσους μεγιστάνες, είτε για εύπορους νοικοκυραίους, είτε (κι αυτό πολλοί το ξεχνούν) για
ντόπιες και ξένες επιχειρήσεις, που διατηρούσαν υψηλά ποσά, οι απώλειες θα είναι σημαντικές
Δεν είναι τυχαίο ότι η Ρωσία έσπευσε να προαναγγείλει εκστρατεία επαναπατρισμού των καταθέσεων.
Ασφαλώς ουδείς μπορεί να εμποδίσει για πολύ τα ξένα και ντόπια κεφάλαια που προτιμούσαν την Κύπρο να φύγουν στο εξωτερικό, ακόμη κι αν γίνει πραγματικότητα κάτι άλλο «ανήκουστο» στην ευρωζώνη, δηλαδή η θέσπιση
προσωρινών περιορισμών στη διακίνηση κεφαλαίων! Με άλλα λόγια, οι κυπριακές τράπεζες κινδυνεύουν να βρεθούν όχι απλώς χωρίς ίδια κεφάλαια, αλλά και χωρίς το ήμισυ των... πελατών τους. Πρακτικώς, θα βρεθούν χωρίς οποιαδήποτε προοπτική
ανάκαμψης, που θα επέτρεπε θεωρητικά μελλοντική ανάκτηση των χρημάτων της ανακεφαλαιοποίησής τους, αφού στην ίδια κατεύθυνση οδηγεί και η υποχρεωτική «εκχώρηση» των θυγατρικών τους στην Ελλάδα (και όχι μόνο)!
Η προοπτική να τιναχτεί στον αέρα όλο το έως πρότινος πολύ «ανθηρό» τμήμα της κυπριακής οικονομίας, που περιστρεφόταν γύρω από τα financials (έχοντας στενή διασύνδεση και με τον τομέα του real estate), είναι σχεδόν αναπόφευκτη.
Κι όλα αυτά βέβαια αν τελικά καταφέρουν να περάσει η όποια ρύθμιση από τη Βουλή της Κύπρου.
Κάτι που αν δεν συμβεί, θα ανοίξει άλλον ασκό του Αιόλου στην Ευρώπη και στην ίδια τη Μεγαλόνησο. Να σημειώσουμε απλώς ότι αν δεν περάσει το όποιο τελικό σχέδιο η κυβέρνηση Αναστασιάδη, ηλικίας περίπου... 15 ημερών, θα πέσει σύντομα.
Έτσι κι αλλιώς, δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι η παράταξη του κ. Αναστασιάδη έχει ήδη λαβωθεί πολύ σοβαρά από το γεγονός ότι ο ίδιος αποδέχθηκε το αρχικό σχέδιο, ακόμη κι
αν δεν ήταν εκείνος που όπως αναφέρουν πολλές πηγές στο εσωτερικό το «τροποποίησε» εναντίον των καταθετών με ποσά μικρότερα των 100.000 ευρώ!
Για τη γειτονική
Ελλάδα, υπάρχουν κατ' αρχάς οικονομικές συνέπειες καθώς οι καταθέσεις ελληνικών συμφερόντων στην Κύπρο υπολογίζονται έως και σε 5 δισ. ευρώ, προφανώς δε αφορούν ποσά άνω των 100.000 ευρώ.
Πέραν τούτου, είναι περιττό να πούμε ότι η περιπέτεια του τριημέρου ήταν -δικαιολογημένα-
βούτυρο στο ψωμί των αντιμνημονιακών, αφού η
χλιαρή αντίδραση των κομμάτων της συγκυβέρνησης σε όσα συνέβησαν με την Κύπρο προκάλεσε αίσθηση, ενόσω τα ίδια τα γεγονότα εξαγρίωναν ακόμη και τους πιο πιστούς ευρωπαϊστές.
Υποθέτω βάσιμα ότι το ίδιο έχει συμβεί και σε πολλές άλλες χώρες του Νότου, κάτι που μάλλον δεν πρόκειται να περάσει απαρατήρητο προσεχώς, ιδίως στην
Ιταλία, όπου η πολιτική κατάσταση είναι πολύ ευαίσθητη.
Γενικότερα, η συμμετοχή καταθετών σε διασώσεις τραπεζών, έστω κι αν αφορά ποσά πάνω από 100.000 ευρώ, δημιουργεί
προηγούμενο που δεν πρόκειται να περάσει απαρατήρητο διεθνώς.
Θα αναδιαμορφώσει δε τις ίδιες τις συνήθειες των μεγαλοκαταθετών, φέρνοντας το στοιχείο του «κινδύνου» στο προσκήνιο, μετά από πολλές δεκαετίες, στις οποίες το ίδιο το σύστημα προστάτευε -πρακτικά- όλους τους καταθέτες, μικρούς και μεγάλους.
Το χειρότερο όλων, όμως, είναι ότι η συμφωνία της περασμένης Παρασκευής για τη «διάσωση» στην Κύπρο έφερε πλήρως στην επιφάνεια την
ετεροβαρή σχέση ανάμεσα στους ισχυρούς εταίρους και στα μικρά κράτη της περιφέρειας, χαρακτηριστικό παράδειγμα των οποίων αποτελεί η Κύπρος με τον ελάχιστο πληθυσμό.
Και ταυτόχρονα, αποκάλυψε ένα τεράστιο
κενό ηγεσίας στην πολιτική σκηνή της ευρωζώνης, αλλά και του ΔΝΤ. Δεν είναι μόνο η έλλειψη έγκαιρης αντίληψης των συνεπειών που θα είχαν οι αποφάσεις τους.
Είναι η πλήρης συνειδητοποίηση εκ μέρους όχι μόνο των ειδικών, αλλά και μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης ότι το ίδιο το «σύστημα λήψης αποφάσεων» έχει πολύ μεγάλες -και
επικίνδυνες- αδυναμίες, ακριβώς λόγω της πληθώρας αντικρουόμενων οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων, που πρέπει κάπως να συγκεραστούν μέσα στους κόλπους των επίσημων και ανεπίσημων φορέων εξουσίας.
Κι όσο
περιορίζονται οι εναλλακτικές οδοί αντιμετώπισης των προβλημάτων στην ευρωζώνη (κάτι που συμβαίνει... διαρκώς λόγο της καθυστέρησης που δημιουργεί το προαναφερθέν «σύστημα», στην έγκαιρη αντιμετώπισή τους) τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος νέων «ατυχημάτων».
Η Κύπρος ίσως αποδειχτεί απλώς
προάγγελος των επόμενων.