Επενδύσεις: Ο νέος τρόπος αντίληψης του κινδύνου

Ο μύθος των «ασφαλών καταφυγίων» και η ανάγκη για αναθεώρηση του τρόπου αντίληψης του κινδύνου. Ποια μηνύματα πρέπει να λάβουν οι Ελληνες επενδυτές από την οικονομική κρίση.

Επενδύσεις: Ο νέος τρόπος αντίληψης του κινδύνου
  • Του Δημήτρη Ραπτοδήμου*

Με αφορμή την επικείμενη ψήφιση του νόμου για την ενσωμάτωση της Κοινοτικής Οδηγίας Mifid II (περί προστασίας των επενδυτών και σταθερότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος), θα ήθελα να εκφράσω κάποιες σκέψεις και να παραθέσω ορισμένα στοιχεία σχετικά με τον κίνδυνο που αναλαμβάνουν οι επενδυτές, ανάλογα με τα προϊόντα που επιλέγουν.

Και αυτό, γιατί πολλές φορές υπάρχει μια εσφαλμένη αντίληψη (σκόπιμη ή μη, με γνώση ή χωρίς γνώση), με την ενοχοποίηση ορισμένων προϊόντων ως ιδιαίτερα επικίνδυνων (π.χ. των binary options όπου επενδύονται μικρά ποσά και μάλιστα το μέγιστο ποσό κέρδους και ζημίας είναι γνωστά εκ των προτέρων), ο δε επενδυτής είναι προετοιμασμένος από πριν για το αποτέλεσμα και από την άλλη πλευρά, την εικόνα ορισμένων άλλων προϊόντων ως δήθεν «ασφαλών» και μάλιστα δήθεν «blue chips», ή έστω ως πολύ περιορισμένου κινδύνου, ο δε επενδυτής (και αυτό είναι το χειρότερο) δεν είναι προετοιμασμένος από πριν για το τυχόν δυσμενές αποτέλεσμα της επένδυσής του.

Τραπεζικές μετοχές

«Κανείς δεν έχασε αγοράζοντας τράπεζες» ήταν το γνωμικό που επικρατούσε επί δεκαετίες μεταξύ των Ελλήνων επενδυτών. Στον παρατιθέμενο πίνακα ωστόσο, παρουσιάζονται οι απώλειες των τραπεζικών μετοχών κατά την τελευταία πενταετία, οι οποίες κυμαίνονται από το 96% έως και το 99,9%. Το μέγεθος της καταστροφής αναδεικνύεται χαρακτηριστικότερα από το εξής παράδειγμα: Αν κάποιος επενδυτής είχε διαθέσει δέκα εκατομμύρια ευρώ το 2007 για να αγοράσει τραπεζικές μετοχές, σήμερα θα διέθετε χαρτοφυλάκιο αξίας μόλις περίπου χιλίων ευρώ, ή και ποσό μικρότερο (μηδενικό) από αυτό, αν είχε επιλέξει να τοποθετήσει μέρος των χρημάτων του στην ΑΤΕ Bank, στο Ταχυδρομικό Tαμιευτήριο και στην ProtonBank…

Η περίπτωση του margin στο ΧΑ

Ένας επενδυτής που αγόρασε το 2007 μη τραπεζικές μετοχές στο ΧΑ με τη χρήση margin, δεν έχει καταγράψει μέχρι σήμερα μόνο μια απώλεια 30%-50% (μέσος όρος πτώσης), αλλά πολύ μεγαλύτερη εξαιτίας α) της απώλειας στη βάση της επένδυσης και όχι στα διαθέσιμα κεφάλαιά του, β) των τόκων που χρεώθηκε. Μια ετήσια χρηματοοικονομική επιβάρυνση π.χ. κατά 5% (και μάλιστα ανατοκιζόμενη για μια δεκαετία) είναι σε θέση ακόμη και να μηδενίσει το ύψος της επένδυσης.

Εάν ο επενδυτής του παραδείγματός μας είχε αγοράσει τραπεζικές μετοχές του ΧΑ με το επιτρεπόμενο margin στη χώρα μας 1,5 φορά (στις ΗΠΑ μία φορά) του κεφαλαίου του επενδυτή (π.χ. 20.000 ευρώ), θα έχανε όχι μόνο τις 20.000 ευρώ αλλά θα χρωστούσε και επιπλέον 30.000 ευρώ, διότι η συνολική ζημία όπως και η συνολική αξία της αγοράς τραπεζικών μετοχών με margin στο ΧΑ θα ήταν 50.000 ευρώ.

Μεγάλη ζημία προκύπτει επίσης στους επενδυτές μέσω margin, σε περίπτωση που δεν διαθέτουν πρόσθετα χρήματα και έτσι η χρηματιστηριακή εταιρεία προβαίνει σε υποχρεωτική πώληση των τίτλων τους σε δυσμενή χρηματιστηριακή συγκυρία (σπάσιμο margin).

Τα «σίγουρα» ομόλογα

Ας έρθουμε όμως και στα «σίγουρα» κρατικά ομόλογα, που θεωρητικά στερούνται κινδύνου (συχνά στη θεωρία τα επιτόκιά τους ορίζονται ως αποδόσεις μηδενικού κινδύνου -risk free rate). Τα ελληνικά λοιπόν ομόλογα «κουρεύτηκαν» το 2012, χάνοντας περίπου το 80% της αξίας τους!

Σε περίπτωση αγοράς των ομολόγων με δάνειο, η ζημία των συντηρητικών επενδυτών ήταν πολύ μεγαλύτερη.

Μα θα μου πείτε πως υπάρχουν και τα ξένα ομόλογα, όπως αυτά του γερμανικού δημοσίου. Η απάντηση είναι πως εκτός από τα capital controls που ισχύουν ακόμη στη χώρα μας και καθιστούν αδύνατη την αγορά ξένων τίτλων, ένα ομόλογο είναι τόσο υψηλότερου κινδύνου, όσο μεγαλύτερη διάρκεια έχει και όσο μικρότερο κουπόνι διαθέτει. Και σήμερα, τα μακροπρόθεσμα (δεκαετή) ομόλογα του γερμανικού δημοσίου διαπραγματεύονται με απόδοση (yield) χαμηλότερη του 0,5%...

Το short selling (ακάλυπτη πώληση)

Το ύψος του κινδύνου (και ενδεχόμενο κέρδους) είναι μεγάλο, ιδιαίτερα σε μια ευμετάβλητη αγορά όπως η ελληνική. Βέβαια όσοι πούλησαν ακάλυπτα (short) μετοχές του ΧΑ πριν το 2012, χωρίς να τις έχουν αλλά δανειζόμενοι τις μετοχές αυτές, απόλαυσαν πολύ μεγάλα κέρδη στην ελληνική αγορά.

Γενικότερα θα έλεγα ότι οι επενδυτές θα πρέπει να εξετάζουν τον παράγοντα του κινδύνου όχι με βάση τα στερεότυπα του παρελθόντος, αλλά με βάση τα νέα δεδομένα που έχουν δημιουργηθεί στην παγκόσμια οικονομία και στις αγορές.

Έτσι, δεν είναι απαραίτητα κακό (ίσως να αποδειχτεί πολύ καλό) να τοποθετήσει ένα τμήμα του χαρτοφυλακίου του σε επενδύσεις υψηλότερου ρίσκου, όπου τα προϊόντα (όπως τα CFDs, binary options, κ.λπ.) επιτρέπουν το άνοιγμα μιας θέσης να μπορεί να είναι είτε αγορά, όταν προβλέπεται άνοδος, είτε πώληση, όταν προβλέπεται πτώση των τιμών.

Αντίθετα, είναι πολύ πιο επιβλαβές να είναι τοποθετημένος μακροπρόθεσμα σε προϊόντα, τον κίνδυνο των οποίων αγνοεί ή έστω υποεκτιμά.

 

• Ο κ. Δημήτριος Ραπτοδήμος είναι Διευθυντής Πωλήσεων στη NUNTIUS ΑΧΕΠΕΥ (Πιστοποίηση Δ’, e-mail: [email protected])


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v