Οι συλλογικές μηνύσεις πλήττουν τις ξένες εταιρίες

Ένας αριθμός-ρεκόρ μη αμερικανικών εταιριών αντιμετωπίζει συλλογικές μηνύσεις από Αμερικανούς μετόχους εφέτος, σύμφωνα με σχετική έρευνα της PwC που δημοσιοποιείται τη Δευτέρα. Σύμφωνα με αυτήν, η παρατηρούμενη ενίσχυση οφείλεται εν μέρει στη νομοθεσία Sarbanes-Oxley.

του Andrei Postelnicu στη Νέα Υόρκη

Ένας αριθμός-ρεκόρ μη αμερικανικών εταιριών αντιμετωπίζει συλλογικές μηνύσεις από Αμερικανούς μετόχους εφέτος, σύμφωνα με σχετική έρευνα της PwC που δημοσιοποιείται τη Δευτέρα.

Μέχρι στιγμής εφέτος, έχουν λάβει χώρα 21 υποθέσεις. Η PwC εκτιμά ότι μέχρι το τέλος του έτους θα ξεπερασθεί ο προηγούμενος αριθμός-ρεκόρ των 23 υποθέσεων το 2002. Πέρυσι, οι συλλογικές μηνύσεις προς μη αμερικανικές εταιρίες είχαν φθάσει τις 15.

Αυτή η έρευνα έπεται εκθέσεων που καταδεικνύουν ότι η ενισχυμένη νομοθετική επιβάρυνση στις ΗΠΑ έχει προκαλέσει αναθεώρηση του σχεδιασμού αρκετών εταιριών του εξωτερικού για εισαγωγή στο αμερικανικό χρηματιστήριο, ενώ άλλες, ήδη εισηγμένες εξετάζουν την απόσυρση των μετοχών τους.

Η Grace Lamont, συνεργάτης της PwC που ηγήθηκε της ομάδας η οποία εκπόνησε την έρευνα, δήλωσε: ”Δεν νομίζω πως αυτό αντανακλά μια συγκεκριμένη εχθρότητα προς τις ευρωπαϊκές εταιρίες, αλλά το γενικό περιβάλλον”. Η έρευνα της PwC διαπιστώνει πως ποσοστό μεγαλύτερο του 65% των περιπτώσεων σχετίζεται με ζητήματα λογιστικής αποτύπωσης.

Η κ. Lamont τόνισε πως οι επιπτώσεις από τις απαιτήσεις ανακοίνωσης των εσωτερικών ελέγχων στον Νόμο Sarbanes-Oxley, καθώς και η ροπή προς τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα στην Ευρώπη ενδέχεται να καταστήσουν πιο ευάλωτες κάποιες εταιρίες. Ωστόσο, όπως προσθέτει, δεν υπάρχουν αποδείξεις αύξησης του αριθμού των εθελοντικών απομακρύνσεων των μη αμερικανικών επιχειρήσεων από τη χρηματιστηριακή αγορά των ΗΠΑ.

Στο παρελθόν, εταιρίες όπως η γερμανική Porsche, η ιαπωνική Fuji Films και η Daiwa Securities έχουν αναφέρει την αυξανόμενη νομοθετική επιβάρυνση στον απόηχο της νομοθεσίας Sarbanes-Oxley ως τη βασική αιτία αναθεώρησης των σχεδίων εισαγωγής τους στην αμερικανική κεφαλαιαγορά.

Ο John Thain, διευθύνων σύμβουλος του New York Stock Exchange, ήταν ο πρώτος που αμφισβήτησε το νομοθετικό καθεστώς στις ΗΠΑ επισημαίνοντας τις επιπτώσεις του στις συμμετοχές ξένων εταιριών.

Τόσο το NYSE όσο και ο Nasdaq έχουν ενισχύσει τις προσπάθειες προσέλκυσης ξένων επιχειρήσεων εν τω μέσω μείωσης του αριθμού των επιχειρήσεων που επιλέγουν τις αμερικανικές κεφαλαιαγορές για απορρόφηση κεφαλαίων. Η κ. Lamont τόνισε πως από τη στιγμή που οι αμερικανικές κεφαλαιαγορές αντιστοιχούν στο 40% των παγκόσμιων κεφαλαιαγορών, οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να τις αγνοήσουν ανεξαρτήτως του κόστους συμμόρφωσης.

Ενώ οι περισσότερες εκ των εφετινών συλλογικών μηνύσεων αφορούν τον κλάδο υψηλής τεχνολογίας και τον τραπεζικό, παρατηρείται μια ποικιλία. Οι εταιρίες που εμπλέκονται περιλαμβάνουν τη Royal Dutch/Shell, τη Nortel Networks, τη Nokia, την Adecco και την Parmalat.

H PwC σημείωσε πως πλέον οι συλλογικές μηνύσεις αμερικανικού τύπου εξάγονται στην Ευρώπη και σε άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες του κόσμου.

© The Financial Times Limited 2004. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v