Το comeback της Γαλλίας αποκαλύπτει ρήξη στον πυρήνα της ευρωζώνης

Η διαχείριση της ελληνικής κρίσης φέρνει στην επιφάνεια τις άλυτες διαφορές μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας για τη διακυβέρνηση της ευρωζώνης. Τα διαφορετικά οράματα για τη νομισματική ένωση, η οικονομική πολιτική και ο κίνδυνος περιορισμού της Δημοκρατίας.

  • της Daniela Schwarzer (*)
Το comeback της Γαλλίας αποκαλύπτει ρήξη στον πυρήνα της ευρωζώνης

Το Παρίσι έκανε ένα comeback-έκπληξη στην ευρωπαϊκή σκηνή αυτήν την εβδομάδα. Καθώς η κρίση σε ό,τι αφορά την Ελλάδα πλησιάζει σε μια αποφασιστική στιγμή, ο πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ εμφανίστηκε ως πιθανός γεφυροποιός μεταξύ της Αθήνας και των πιστωτών της. Οι αξιωματούχοι του επίσης φέρονται να βοήθησαν στη σύνταξη της επίσημης πρότασης που έστειλε στους πιστωτές αργά το βράδυ της Πέμπτης ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας.

Αυτές οι κινήσεις ήταν αξιοσημείωτες. Μέχρι τώρα το Παρίσι σε μεγάλο βαθμό –αν και απρόθυμα- ακολουθούσε σιωπηρά την πολιτική του Βερολίνου για την ευρωζώνη σε ό,τι αφορά την παροχή βοήθειας, όμως την ίδια ώρα πίεζε σκληρά για μεταρρυθμίσεις στη διακυβέρνηση της ευρωζώνης οι οποίες ακολουθούν το γερμανικό οικονομικό σκεπτικό. Τώρα, αντιτιθέμενο στη θέση του Βερολίνου ως προς το πώς να αντιμετωπιστεί το ελληνικό ζήτημα, το Παρίσι έχει φέρει στην επιφάνεια ένα βαθύ ρήγμα στην ευρωζώνη που αφορά την ίδια τη φύση της νομισματικής ένωσης.

Οι διαφωνίες μεταξύ των δυο βασικών ευρωπαϊκών δυνάμεων -του θρυλικού γαλλογερμανικού άξονα- δεν είναι κάτι καινούριο. Τις τελευταίες έξι δεκαετίες, η ευρωπαϊκή ενοποίηση συχνά επιτυγχανόταν μέσω μιας διαδικασίας στην οποία επιλύονταν μέσω σκληρών συμβιβασμών οι διαφορές μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας, συμβιβασμοί που σε μεγάλο βαθμό ήταν αποτελεσματικοί διότι θεωρούνταν δίκαιη συμφωνία και γίνονταν αποδεκτοί από άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ.

Σε ό,τι αφορά το ευρώ, εξακολουθούν να υπάρχουν άλυτες εντάσεις για το όραμα που έχουν οι δυο χώρες για το ενιαίο νόμισμα και την αλληλεπίδραση της πολιτικής και των οικονομικών.

Το Παρίσι φοβάται πως μαζί με τις γεωπολιτικές συνέπειες μιας εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη, υπάρχει ισχυρή πιθανότητα η ευρωζώνη να καταλήξει πιο «γερμανική». Αν η ευρωζώνη αφήσει μια χώρα να φύγει, μόνο μια πολύ ισχυρή επίδειξη πολιτικής βούλησης θα μπορούσε να διατηρήσει ενωμένες τις υπόλοιπες χώρες στη νομισματική ένωση.

Το Βερολίνο θα ηγούνταν αυτής της πρωτοβουλίας και τελικά θα μπορούσε να εμφανίσει τα σχέδια για περαιτέρω μεταρρυθμίσεις στη διακυβέρνηση της ευρωζώνης που βρίσκονται έτοιμα στο συρτάρι του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών. Από την άποψη της Γαλλίας, το να στηρίξει την Ελλάδα μπορεί να είναι η τελευταία ευκαιρία που θα έχει για να αποτρέψει να βγουν από το συρτάρι τα σχέδια αυτά.

Μετά από ένα Grexit, η Γερμανίδα καγκελάριος Α.Μέρκελ και ο υπουργός Οικονομικών της Β. Σόιμπλε θα είχαν νέους συμμάχους –πέραν των παραδοσιακών όπως η Ολλανδία και η Αυστρία- για να στηρίξουν τις μεταρρυθμίσεις. Τα μέλη της ευρωζώνης από την κεντρική Ευρώπη και τη Βαλτική, καθώς και χώρες του Νότου όπως η Πορτογαλία και η Ισπανία που έχουν εφαρμόσει προγράμματα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, πιθανότατα θα τάσσονταν στο πλευρό του Βερολίνου.

Η αντιμνημονιακή κυβέρνηση της Αθήνας πέτυχε μια αποφασιστική νίκη καθώς οι ψηφοφόροι στήριξαν το αίτημά της για απόρριψη ενός συμβιβασμού με τους διεθνείς πιστωτές, εγείροντας σοβαρές αμφιβολίες αναφορικά με την ικανότητα της χώρας να παραμείνει εντός της ευρωζώνης.

Έτσι, οι Γάλλοι φοβούνται πως ο συντονισμός πολιτικής με γερμανικούς κανόνες θα ενισχυόταν, καθιερώνοντας μια ορθόδοξη οικονομική προσέγγιση. Αν συμβεί αυτό, η Γερμανία ίσως είναι πρόθυμη να παραχωρήσει περισσότερες εξουσίες σε υπερεθνικούς θεσμούς που θα είχαν λόγο επί των εθνικών προϋπολογισμών, ή για να αφαιρεί την εθνική κυριαρχία όταν παραβιάζονται οι κανόνες.

Αυτό δεν είναι μοντέλο στο οποίο θα συμφωνούσε το Παρίσι. Ως οικονομία που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην εγχώρια κατανάλωση ως οδηγό για την ανάπτυξη, η Γαλλία έχει μια πολύ ισχυρότερη τάση να ευνοεί πολιτικές που στηρίζουν την καταναλωτική ζήτηση. Αν και κανένας λογικός πολιτικός στο Παρίσι δεν αρνείται ότι είναι απαραίτητο να υπάρχουν μεταρρυθμίσεις από την πλευρά της προσφοράς, η βασική υπόθεση εξακολουθεί να είναι ότι μια ισχυρή ανάπτυξη και ένα επενδυτικό περιβάλλον είναι προαπαιτούμενα τόσο για την προσαρμογή του προϋπολογισμού όσο και για τις μεταρρυθμίσεις.

Επιπλέον, αν και το γερμανικό μοντέλο, που βασίζεται στους κανόνες, επιχειρεί να αποπολιτικοποιήσει τη λήψη αποφάσεων, η γαλλική προσέγγιση έχει στην καρδιά της την πολιτική: το Παρίσι έχει προασπίσει τις συνόδους των ηγετών της ευρωζώνης από τότε που συστάθηκε η νομισματική ένωση.

Ακόμα και εντός της νομισματικής ένωσης, οι Γάλλοι θέλουν να μπορούν να κάνουν πολιτικές επιλογές και να ασκούν διακριτική οικονομική πολιτική.

Τέλος, οι ιδέες για την ανάπτυξη ενός προϋπολογισμού της ευρωζώνης που θα περιέχει εργαλεία για την αυτόματη εξομάλυνση των επιχειρηματικών κύκλων και θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να στηρίξει τις μεταρρυθμιστικές διαδικασίες, είναι πολύ πιο έντονες στους γαλλικούς κύκλους παρά στους γερμανικούς. Υπάρχει μια διαφορετική κατανόηση της αλληλεγγύης στο Παρίσι, ακόμα και αν αυτό έχει οικονομικό τίμημα για τον δεύτερη μεγαλύτερο δανειστή των προβληματικών χωρών της ευρωζώνης.

Ασχέτως του πώς θα εξελιχθεί η κρίση αναφορικά με την Ελλάδα, υπάρχει κίνδυνος η εύθραυστη ισορροπία μεταξύ της Γαλλίας και της Γερμανίας για το ευρώ να διαταραχθεί ακόμα περισσότερο. Έχει ήδη πιεστεί λόγω της κυρίαρχης θέσης της Γερμανίας από τότε που ξέσπασε η κρίση το 2010. Αν το Παρίσι και το Βερολίνο δεν μπορύν να καταλήξουν σε έναν ισχυρό συμβιβασμό για τη μελλοντική διακυβέρνηση του ευρώ, που θα είναι αποδεκτός από τα εθνικά κοινοβούλια και από τα εκλογικά σώματα, υπάρχει κίνδυνος πολιτικών επιπτώσεων.

Η Γαλλία δεν είναι η μόνη χώρα που πιθανόν να αμφισβητήσει μια νομισματική ένωση που δεν θέλει. Οι μεταβαλλόμενες πολιτικές πλειοψηφίες στην Ισπανία, την Πορτογαλία, την Ιταλία και άλλων χωρών, μπορεί να επαναστατήσουν αν έρθουν αντιμέτωπες με ένα ενιαίο νόμισμα που περιορίζει υπέρμετρα τη δυνατότητα της Δημοκρατίας για αυτοδιόρθωση.

Για μια ακόμα φορά, φαίνεται πως αυτό που θα χρειαστεί η Ευρώπη για να περάσει την ελληνική κρίση, θα είναι ένας συμβιβασμός μεταξύ των γερμανικών και γαλλικών θέσεων. Αυτό που δεν είναι ξεκάθαρο είναι αν μπορούν να βρουν μια συμφωνία που είναι αρκετά ευέλικτη για το Παρίσι, αλλά ταυτόχρονα αρκετά αυστηρή για το Βερολίνο.

(*)Διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Προγράμματος του Γερμανικού Ταμείου Μάρσαλ.

 

© The Financial Times Limited 2015. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v