Δύο ενεργειακές κρίσεις - καμία λύση

Ουσιαστικά, ο πλανήτης αντιμετωπίζει δύο ενεργειακές κρίσεις. Η πρώτη οφείλεται στις περιορισμένες πηγές ενέργειας και την παραδοσιακή πολιτική της ισχύος, όπου οι μεγάλες και πλέον ενεργοβόρες οικονομίες αγωνίζονται να αποκτήσουν τους απαραίτητους φυσικούς πόρους. Η δεύτερη είναι νέα - οφείλεται στις κλιματολογικές μεταβολές και απαιτεί διεθνή συνεργασία και όχι ανταγωνισμό. Δύο αντικρουόμενες κρίσεις, με καμία ορατή λύση στον ορίζοντα.

του Gideon Rachman

Τι σοκ! Ο κ. Brendan Nelson, υπουργός Αμύνης της Αυστραλίας, έκοψε πολλές ανάσες όταν δήλωσε το προφανές. Σχολίασε ότι η Μέση Ανατολή ”αποτελεί έναν σημαντικό προμηθευτή ενέργειας, ιδίως πετρελαίου” και ότι -ως εκ τούτου- θα πρέπει ”να αναλογιστούμε τι θα συμβεί εάν αποσυρθούν τα ξένα στρατεύματα από το Ιράκ.”

Ο κ. Nelson δεν είπε ότι το Ιράκ είναι ένας ”πόλεμος για το πετρέλαιο”. Απλώς σημείωσε ότι υπάρχει πολύ πετρέλαιο εκεί πέρα - και ότι αυτό έχει μεγάλη σημασία. Δεν είπε βέβαια τίποτα καινούργιο. Αν κοιτάξουμε τα μεγάλα γεωπολιτικά ερωτήματα που βασανίζουν τον πλανήτη, στην καρδιά των περισσοτέρων βρίσκεται το πετρέλαιο.

Ουσιαστικά, ο πλανήτης αντιμετωπίζει δύο ενεργειακές κρίσεις.

Η πρώτη οφείλεται στις περιορισμένες πηγές ενέργειας και την παραδοσιακή πολιτική της ισχύος. Αφορά στον αγώνα των μεγάλων και πλέον ενεργοβόρων οικονομιών να αποκτήσουν τους φυσικούς πόρους που χρειάζονται. Μόλις χθες η International Energy Agency προειδοποίησε ότι οι μεγάλες πετρελαϊκές αγορές θα είναι ”εξαιρετικά σφιχτές” την ερχόμενη 5ετία. Η ζήτηση από την Κίνα και τις λοιπές αναδυόμενες οικονομίες αυξάνεται. Αλλά η Mary Kaldor –εκ των συγγραφέων ενός νέου βιβλίου με τον τίτλο ”Πετρελαϊκοί Πόλεμοι”- τονίζει ότι η μάχη για το πετρέλαιο είναι παλαιά και γνωστή και παραπέμπει στο ”μεγάλο παιχνίδι” του 19ου αιώνα ή σε προηγούμενες αυτοκρατορικές συγκρούσεις.



Η δεύτερη ενεργειακή κρίση είναι νέα. Οφείλεται στις κλιματολογικές μεταβολές. Απαιτεί τη διεθνή συνεργασία και όχι τον ανταγωνισμό. Ενώ η πρώτη κρίση σπρώχνει τους πολιτικούς και τους επιχειρηματίες σε αναζήτηση περισσότερου πετρελαίου και φυσικού αερίου, η δεύτερη απαιτεί τη δραστική μείωση της εξάρτησης των οικονομιών τους από τους υδρογονάνθρακες.

Οι πολιτικοί βρίσκονται ενώπιον δύο πυρών. Ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας, κ. Tony Blair, τους τελευταίους μήνες στην πρωθυπουργία προσπάθησε να προωθήσει μια διεθνή συμφωνία για τις κλιματολογικές αλλαγές. Ο ίδιος όμως πιστεύει ότι ένα από τα πιο σημαντικά -και λιγότερο ακουστά- επιτεύγματα της θητείας του ήταν να εξασφαλίσει μακροχρόνια συμφωνία για την προμήθεια της Βρετανίας σε φυσικό αέριο από τη Νορβηγία.

Θεωρητικώς, οι δύο ενεργειακές κρίσεις υποδεικνύουν την ίδια κατεύθυνση. Η ανάπτυξη εναλλακτικών, ”καθαρών” μορφών ενέργειας θα μειώσει την εξάρτηση από το πετρέλαιο και το αέριο. Αυτός είναι και ο καθοριστικός παράγοντας για όποια προσπάθεια γίνεται για τη μείωση των ρυπογόνων αερίων. Το πρόβλημα είναι ότι υπάρχουν ελάχιστες ενδείξεις για τη δυνατότητα της εναλλακτικής ενέργειας να αναπτυχθεί αρκετά γρήγορα ώστε να καλύψει τη ζήτηση πετρελαίου και αερίου. Ο κ. Blair είναι σταθερός υποστηρικτής της πυρηνικής ενέργειας. Αλλά κι αυτή ακόμη η στρατηγική -αμφιλεγόμενη ούτως ή άλλως- δύσκολα θα μπορούσε να καλυψει το κενό. Μια έρευνα που κυκλοφόρησε την περασμένη εβδομάδα από το Oxford Research Group (Too hot to handle? The Future of Civil Nuclear Power) υπογραμμίζει ότι θα πρέπει να κατασκευάζονται τέσσερις νέοι αντιδραστήρες τον μήνα από σήμερα έως το 2070 για να επέλθει μεταβολή στις εκπομπές διοξειδίων του άνθρακα.

Ενώ όμως το αποτέλεσμα της συζήτησης για την υπερθέρμανση του πλανήτη εξακολουθεί να είναι περισσότερα λόγια παρά πράξεις, η αναζήτηση νέων πηγών πετρελαίου και φυσικού αερίου συνιστά πλέον το μείζον ζήτημα της εξωτερικής πολιτικής όλων των μεγάλων δυνάμεων του πλανήτη.

Η πολυσυζητημένη είσοδος της Κίνας στην Αφρική αποτελεί την πρώτη πραγματική προσπάθεια δημιουργίας ενεργειακών πόρων και επιρροής εκτός Ασίας. Η αναζήτηση πετρελαίου είναι θεμελιώδες στοιχείο της πολιτικής της Κίνας. Στην εθνική αγορά, το Πεκίνο ανοίγει ένα νέο σταθμό ενέργειας καύσης λιθάνθρακα κάθε εβδομάδα, προς απελπισίαν των διεθνών ακτιβιστών.

Η ενέργεια είναι πλέον το πιο σημαντικό -και πολωτικό- ζήτημα που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ένταση μεταξύ Πολωνίας και Γερμανίας έχει κλιμακωθεί εξαιτίας του ρωσο-γερμανικού προγράμματος κατασκευής νέου αγωγού φυσικού αερίου μέσα στη Βαλτική Θάλασσα. Την ώρα που οι Γερμανοί βάζουν το δικό τους στοίχημα για να εξασφαλίισουν μακροχρόνια προσφορά από τη Ρωσία, ορισμένες άλλες χώρες της Ε.Ε. αγωνίζονται να διασπείρουν τις δικές τους πηγές, αφυπνισμένες με τη δυνατότητα της Ρωσίας να απειλεί να κλείσει τις κάνουλες, όπως έκανε στην Ουκρανία το 2006. Η Βρετανία έχει τη συμφωνία της με τη Νορβηγία. Οι χώρες της Βαλτικής και οι Φινλανδοί κατασκευάζουν μεγάλους νέους πυρηνικούς σταθμούς.

Ελάχιστοι είναι οι Ευρωπαίοι που δεν αλαφιάζονται όταν ακούν τον κ. Alexander Medvedev της Gazprom, του ρωσικού ενεργειακού κολοσσού, να σχολιάζει ότι ”σε 25 χρόνια, θα υπάρχουν μόνο τρεις πάροχοι φυσικού αερίου - Ρωσία, Ιράν και Κατάρ.

Οι ΗΠΑ έχουν το δικό τους ενεργειακό δίλημμα. Καταναλώνουν το 25% της παγκόσμιας κατανάλωσης πετρελαίου, ενώ έχουν το 9% της παραγωγής και 2% των αποθεμάτων πετρελαίου. Η ζήτηση υδρογονανθράκων στην Αμερική αυξάνεται και η οικονομία είναι απόλυτα εξαρτημένη από τον μαύρο χρυσό: το 97% του συστήματος μεταφορών των ΗΠΑ τροφοδοτείται με πετρέλαιο.

Ο πόλεμος στο Ιράκ δεν έχει απαλύνει το πρόβλημα. Εάν ήταν πράγματι ”πόλεμος για το πετρέλαιο,” ήταν απολύτως ανεπιτυχής. Λίγο πριν από την εισβολή, το πετρέλαιο διαμορφωνόταν στα 30 δολάρια περίπου ανά βαρέλι. Τη Δευτέρα διαμορφωνόταν στα 76 δολάρια ανά βαρέλι.

Ο πρόεδρος κ. George W. Bush ανακοίνωσε πέρσι ότι σκοπεύει να κόψει ”την εξάρτηση του έθνους από το πετρέλαιο.” Πολλά δισ. δολ. δρομολογήθηκαν σε έρευνες για εναλλακτική ενέργεια.

Όλα αυτά θυμίζουν τον προηγούμενο ενεργειακό πανικό της δεκαετίας του ’70. Το 1973, ο πρόεδρος Richard Nixon εισήγαγε το ”Εργο Ανεξαρτησία” για να απελευθερώσει τις ΗΠΑ από την ξένη ενέργεια. Ο Jimmy Carter αποκάλεσε την ενεργειακή εξάρτηση ”το ηθικό αντίστοιχο του πολέμου” και είπε ότι έως το 2000 οι ΗΠΑ θα πρέπει να λαμβάνουν το 20% της ενέργειάς τους από την ηλιακή ενέργεια. Εκτοτε η πετρελαϊκή κατανάλωση των ΗΠΑ έχει αυξηθεί 15% και προβλέπεται να αυξηθεί 24% επιπλέον έως το 2025. Η ηλιακή ενέργεια καλύπτει σήμερα σε λιγότερο από το 1% των ενεργειακών αναγκών των ΗΠΑ.

Η αμερικανική κυβέρνηση έχει αναμφίβολα καλές προθέσεις όταν δηλώνει ότι θα κόψει την πετρελαϊκή εξάρτηση. Όπως όμως πολλοί εξαρτημένοι, έχει πει τα ίδια αρκετές φορές στο παρελθόν - και η εξάρτηση έχει χειροτερέψει. Σήμερα οι ΗΠΑ ανταγωνίζονται για τις ενεργειακές προμήθειες με άλλους νέους και πεινασμένους εξαρτημένους. Η κινεζική κατανάλωση αυξάνεται κατά 7% ετησίως.

Η κλιματολογική αλλαγή στον πλανήτη αυξάνει μόνο τα ηθικά και στρατηγικά σενάρια για την εναλλακτική ενέργεια. Μιλώντας στο London School of Economics την περασμένη εβδομάδα, ο Sir Nicholas Stern, συγγραφέας πολύ σημαντικής έρευνας για τις κλιματολογικές μεταβολές, έκανε μεγάλη προσπάθεια για να βγάλει κάποια αισιοδοξία. Παραδέχτηκε ότι η εύρεση και ανάπτυξη εναλλακτικής ενέργειας αρκετά γρήγορα ώστε να αποφευχθεί η κλιματολογική καταστροφή θα είναι πολύ δύσκολη, αλλά πρόσθεσε: ”Είναι δυνατόν. Και, αν δεν είναι δυνατόν, τότε έχουμε πολύ σοβαρό πρόβλημα.”

© The Financial Times Limited 2007. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v