Παρότι ένα από τα παλαιότερα ρητά των αγορών είναι το “buy the rumor and sell the news”, οι επενδυτές δεν περίμεναν δύο τέτοιες συνεδριάσεις στο Χ.Α., ειδικά μετά το γεγονός ότι το εκλογικό αποτέλεσμα επιβεβαίωσε τις δημοσκοπήσεις. Η επιστροφή στο κάτω όριο της ισχυρής ζώνης άμυνας των 840-850 μονάδων μέσα σε δύο μέρες προφανώς αποδεικνύει το πόσο ψηλά κινήθηκαν οι μετοχές μετά τις Ευρωεκλογές του Μαΐου αλλά και πόσο υψηλές είναι οι προσδοκίες που ενσωματώθηκαν στις τιμές προεκλογικά.
Μετά από δύο ημέρες «στο κόκκινο» το Χρηματιστήριο δείχνει σήμερα σημάδια αντίδρασης με τον γενικό δείκτη στο +0,74% κατά τα πρώτα λεπτά της συνεδρίασης και την πλειονότητα των blue chips να καταγράφουν κέρδη.
Η γερή διόρθωση του διημέρου πάντως επανέφερε το upside potential στην αγορά βάσει των τελευταίων τιμών-στόχων των αναλυτών. Η μέση τιμή-στόχος για τον Γενικό Δείκτη είναι στις 932 μονάδες στο τέλος Ιουνίου, και πλέον είναι περίπου 100 μονάδες υψηλότερα από τις 840 μονάδες και το περιθώριο ανόδου που προκύπτει ξεπερνά το 10%.
Στο επίκεντρο των traders για δεύτερη συνεχόμενη συνεδρίαση βρέθηκε ο τραπεζικός κλάδος, με το 50% περίπου της αξίας συναλλαγών να πραγματοποιείται σε Αlpha Bank, Πειραιώς, Εθνική Τράπεζα και Eurobank. Το αρνητικό κλίμα στις ξένες αγορές επίσης δεν έχει βοηθήσει την αγορά, αφού ειδικά οι αμερικανικές μετοχές, με τα τελευταία θετικά στοιχεία για την αγορά εργασίας στις ΗΠΑ, περιορίζουν τις προσδοκίες για μείωση επιτοκίων από τη Fed. Η πτώση για την Alpha Bank είναι 14% από το υψηλό της Δευτέρας, 12% για την Εθνική Τράπεζα, 11% για τη Eurobank και 18% για την Τράπεζα Πειραιώς. Η Τράπεζα Αττικής διαμορφώθηκε 25% χαμηλότερα από το υψηλό της Δευτέρας.
Στη χθεσινή συνεδρίαση, βαρύνουσα σημασία είχαν και οι απόψεις θεσμικών πηγών των τραπεζών ότι «χρειάζεται σκληρή δουλειά η μείωση των NPEs» και ότι ακόμη και μετά την επίτευξη των στόχων της τριετίας στα NPEs, οι δείκτες των τραπεζών θα είναι αρκετά υψηλότεροι από τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Είναι γεγονός ότι οι ανησυχίες για τα κόκκινα δάνεια των τραπεζών παραμένουν, ενώ παρότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη εμφανίζεται αποφασισμένη να προχωρήσει κομβικές μεταρρυθμίσεις, παραμένει αμφίβολο αν θα υπάρξει συμφωνία με την ΕΕ σε θέματα όπως η μείωση της φορολογίας και των στόχων για τα πλεονάσματα.
Η εμφατική πτώση των τραπεζικών μετοχών στο διήμερο, η απόφαση του ΟΠΑΠ να κινήσει τις διαδικασίες μία μέρα μετά τις εκλογές και η πίεση σε σειρά μετοχών στη χθεσινή συνεδρίαση, μπορεί να δημιουργούν ιδιαίτερα αρνητική εικόνα στην αγορά, αλλά αυτό δεν αλλάζει τον θετικό βηματισμό των μετοχών μετά και τις ευρωεκλογές.
Παράλληλα, δεν αποτελεί αρνητική ψήφο προς τη νέα κυβέρνηση το ταμπλό. Ειδικά οι ξένοι επενδυτές είναι σαφώς πιο σίγουροι για την επόμενη μέρα της αγοράς και της οικονομίας, μετά το εκλογικό αποτέλεσμα αλλά και τον ορισμό του κυβερνητικού σχηματισμού, ο οποίος όχι μόνο δεν είχε αρνητικές εκπλήξεις αλλά περιείχε και ευρύτερες επιλογές.
Η μετοχή του ΟΠΑΠ, παρότι ήταν από τις «πηγές του κακού» για την αγορά, μπόρεσε να κρατηθεί πάνω από την τιμή μετατροπής του μερίσματος σε μετοχές (στα 9,56 ευρώ) και δείχνει ότι η αγορά αυτή θεωρεί μια τιμή βάσης για τη μετοχή και όχι τα 9,12 ευρώ ανά μετοχή που προκύπτουν από την προαιρετική δημόσια προσφορά. Όπως φαίνεται από τις εκτιμήσεις των αναλυτών, στην τιμή της προαιρετικής δημόσιας πρότασης, η εταιρεία αποτιμάται με 7,5 φορές τα EBITDA του 2020 και με μερισματική γύρω στο 7%, που κρίνεται χαμηλή. Επίσης, η μέση τιμή-στόχος των αναλυτών είναι στα 12,23 ευρώ ή 35% υψηλότερα από την προαιρετική ΔΠ.
Ταυτόχρονα, η πιο «σοφή» και θεωρητικά πιο ήρεμη αγορά των ομολόγων δεν δείχνει να συμμερίζεται τη μεταβλητότητα των μετοχών, παρότι και εκεί οι αποδόσεις κινήθηκαν σε υψηλότερα επίπεδα. Σε όλο αυτό το ανοδικό σκέλος της αγοράς, μεγάλη βαρύτητα έχουν τα ομόλογα. Το κλίμα στην αγορά των ομολόγων παραμένει εξαιρετικά ευνοϊκό, προσπερνώντας την αγορά των μετοχών, με την επίδραση να μην έχει ακόμα απεικονιστεί στις τιμές των μετοχών, συνεχίζουν να εκτιμούν οι διαχειριστές κεφαλαίων. Επίσης, με τέτοιο κλίμα στα ομόλογα, μια νέα έκδοση μπορεί να θεωρείται βέβαιη στο επόμενο διάστημα.
Τέλος, η αγορά έχει να ζυγίσει και την έξοδο της Εθνικής Τράπεζας για έκδοση ομολόγου μειωμένης εξασφάλισης (Tier II) δεκαετούς διάρκειας, με δικαίωμα ανάκλησης στην πενταετία. Με το σχήμα των αναδόχων να έχει οριστεί, η τράπεζα θέλει να «σηκώσει» συμπληρωματικά κεφάλαια έως 400 εκατ. ευρώ με επιτόκιο που δεν θα ξεπερνά το 9,25% και θα είναι επιτυχία για την τράπεζα να διαμορφωθεί το επιτόκιο κάτω από τα επίπεδα του 9%.