Όταν το υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωνε τον περασμένο Δεκέμβριο, λίγο πριν από την επίσκεψη του πρωθυπουργού Α. Σαμαρά στο Βερολίνο, ότι η Ελλάδα θα είχε πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 830 εκατ. ευρώ, πολλοί αναρωτήθηκαν αν ήταν τόσο, ενώ άλλοι το αμφισβήτησαν.
Όταν πριν από λίγες μέρες διέρρευσε ότι η τρόικα συμφωνούσε πως το πρωτογενές πλεόνασμα του 2013 πλησίαζε τα 3 δισ. ευρώ, όλοι σχεδόν οι αμύητοι εξεπλάγησαν.
Δεν είναι μικρό πράγμα να επιτυγχάνεις τον στόχο του 2014 για πλεόνασμα ύψους 2,7 δισ. ευρώ έναν χρόνο νωρίτερα.
Πέρα από τις παράπλευρες απώλειες, π.χ. αδυναμία πληρωμής άλλων οφειλών πλην εφορίας, που μπορεί να έχει σε μερίδα του κόσμου, η μεγάλη υπεροχή των εσόδων έναντι των δαπανών πλήν τόκων δείχνει κάτι ακόμη.
Η δημοσιονομική πολιτική συνέχισε να είναι πιο περιοριστική απ' αυτήν που θα έπρεπε να είναι με βάση το πρόγραμμα.
Αυτό προφανώς κόστισε σε θέσεις εργασίας και εισοδήματα, αλλά δεν θα μάθουμε τα ακριβή νούμερα.
Άλλωστε, οι απώλειες των θέσεων εργασίας περιορίσθηκαν στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, που δεν έχει φωνή ούτε στα κέντρα εξουσίας, ούτε στους δρόμους της πρωτεύουσας και άλλων μεγαλουπόλεων όπως π.χ. οι δημόσιοι υπάλληλοι που έχουν μπει σε διαθεσιμότητα.
Όμως, το πρωτογενές πλεόνασμα συνιστά καλό νέο για το δημόσιο χρέος που θα πρέπει να υποχωρήσει στο 124% του ΑΕΠ το 2020.
Παρ' όλα αυτά, θα πρέπει να σκαρφαλώσει κοντά στα 9 δισ. ευρώ ή 4,5% του ΑΕΠ το 2016 και να παραμείνει στο 4% για κάμποσα χρόνια προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος το 2020.
Τίποτε δεν αποκλείεται, αλλά είναι πολύ δύσκολο κάτι τέτοιο.
Μελέτη του ΟΟΣΑ δείχνει επίσης ότι οι μεγάλες μειώσεις χρέους ως προς το ΑΕΠ από τη δεκαετία του 1980 μέχρι σήμερα βασίσθηκαν κυρίως στο δίπτυχο χαμηλού κόστους δανεισμού και ισχυρών ρυθμών ανάπτυξης της οικονομίας αντί της δημοσιονομικής προσαρμογής.
Αν βασίζονταν στο υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα για να μειωθεί το χρέος, το χρονικό διάστημα θα ήταν πολύ μεγαλύτερο αφού η επίπτωση της δημοσιονομικής προσαρμογής στον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ θα ήταν αρνητική, διατηρώντας ψηλά το χρέος ως προς το ΑΕΠ επί χρόνια.
Η τελευταία εξέλιξη ίσως δεν ήταν πολιτικά και κοινωνικά αποδεκτή οπότε οι συνέπειες δεν θα περιορίζονταν στο οικονομικό πεδίο.
Επομένως, το πρωτογενές πλεόνασμα είναι μεν ευπρόσδεκτο, αλλά δεν φτάνει για να επιτευχθεί ο στόχος για μείωση του χρέους ως προς το ΑΕΠ.