Τα έντοκα γραμμάτια είναι βραχυπρόθεσμα χρεόγραφα με μέγιστη λήξη τους 12 μήνες, ενώ τιμολογούνται με βάση τους κανόνες της χρηματαγοράς.
Τα ομόλογα είναι μεγαλύτερης ληκτικότητας και μέρος της κεφαλαιαγοράς.
Είναι λοιπόν λογικό τα έντοκα να έχουν χαμηλότερο επιτόκιο, υπό φυσιολογικές συνθήκες, σε σύγκριση με τα κρατικά ομόλογα του ίδιου εκδότη, π.χ. της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Όμως, δεν είναι λογικό να δημοπρατείται το 3μηνο έντοκο και να προσφέρει απόδοση 3,10%, υποχωρώντας μάλιστα κατά μισή μονάδα σε σχέση με την προηγούμενη δημοπρασία, και να κυμαίνονται τα επιτόκια καταθέσεων ίδιας προθεσμίας σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα.
Ούτε είναι λογικό να τιμολογηθεί η προσεχής έκδοση του 5ετούς κρατικού ομολόγου στο 5%-5,50% με το 3μηνο έντοκο στο 3,10%.
Η αναντιστοιχία έγινε πιο προφανής χθες που η Τράπεζα Πειραιώς πούλησε 3ετή ομόλογα, αντλώντας 500 εκατ. ευρώ με το επιτόκιο να διαμορφώνεται στο 5%.
Εκτιμούμε ότι θα γίνει ακόμη πιο σαφής οσονούπω, αφού η απόδοση του 3ετούς ομολόγου της Πειραιώς θα είναι διαπραγματεύσιμη πιθανόν χαμηλότερα από 5% στη δευτερογενή αγορά.
Είναι προφανές ότι υπάρχουν μεγάλα περιθώρια συμπίεσης των αποδόσεων των εντόκων γραμματίων.
Αυτή η πραγματικότητα δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη με την ονομαστική αξία των εντόκων να πλησιάζει τα 15 δισ. ευρώ.