Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Γιατί η Δύση φοβάται τη Λιβύη...

Η Λιβύη δεν είναι απλώς «ένα ακόμη ντόμινο» στις ισλαμικές εξεγέρσεις. Ο φόβος των ισλαμιστών, το «σκιάχτρο» του Μπιν Λάντεν και ο ρόλος της χώρας στο παγκόσμιο πετρελαϊκό στερέωμα και στις οικονομικές ισορροπίες.

  • Επιμέλεια: Ντορίνα Παπαγεωργίου
Γιατί η Δύση φοβάται τη Λιβύη...
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Μουαμάρ Καντάφι επικαλείται τον ρόλο της Αλ Κάιντα και του Μπιν Λάντεν, προσπαθώντας να περιορίσει τις διεθνείς αντιδράσεις για το λουτρό αίματος που προκαλεί στη χώρα του. Ο Μπιν Λάντεν είναι πολύ αποτελεσματικό «σκιάχτρο» ειδικά για τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και γενικότερα για τον δυτικό κόσμο.

Ο George Friedman, επικεφαλής της αμερικανικής εταιρίας διεθνών πληροφοριών Stratfor, σημείωνε στη γεωπολιτική επιθεώρηση «Επανάσταση και ο Μουσουλμανικός Κόσμος» («Revolution and the Muslim World») ότι ένας από τους παράγοντες στο κύμα επαναστάσεων που σαρώνει τον αραβικό κόσμο τους τελευταίους μήνες και παρακολουθεί στενά ο πλανήτης είναι η ανάμιξη και οι αντιδράσεις των φανατικών ισλαμιστών.

Οι στρατιωτικές πτέρυγες των ισλαμιστών και ειδικά οι οπαδοί της Τζιχάντ, σημειώνει ο ίδιος, επί μακρόν προσπαθούν να ανατρέψουν καθεστώτα στον μουσουλμανικό κόσμο. Με μόνη εξαίρεση το Αφγανιστάν, έχουν αποτύχει, αλλά εξακολουθούν να θεωρούνται απειλή για αρκετά καθεστώτα, όπως της Τυνησίας, της Αιγύπτου και της Λιβύης.

Η Λιβύη δεν είναι Αίγυπτος ή Τυνησία

Το ζήτημα με τη Λιβύη είναι ότι, σε αντίθεση με την Τυνησία και την Αίγυπτο, οι εξεγέρσεις στη χώρα ίσως προκαλέσουν όχι μόνο ανατροπή της εξουσίας, αλλά και αλλαγή καθεστώτος και ίσως ακόμη και κατάλυση του κράτους.

Στην Αίγυπτο και στην Τυνησία, τα εύρωστα στρατιωτικά καθεστώτα είχαν τη δυνατότητα να διασφαλίσουν τη σταθερότητα μετά την αποχώρηση των «αιωνόβιων» ηγετών τους. Αντιθέτως, στη Λιβύη, ο επί μακρόν ηγέτης Μουαμάρ Καντάφι ηθελημένα συντήρησε τη διάσπαση και την αποδυνάμωση στη στρατιωτική εξουσία και στην εθνική ασφάλεια, ώστε αυτές να συνεχίσουν να εξαρτώνται από την ηγεσία του.

Το αποτέλεσμα είναι ότι δεν υπάρχουν θεσμοί για να παρέμβουν και να αντικαταστήσουν τον Καντάφι, εάν «πέσει». Κι αυτό σημαίνει ότι η πλουτοπαραγωγική Λιβύη θα πέσει σε χάος - που είναι το ιδανικό περιβάλλον για άνθηση των οπαδών του «ιερού πολέμου» της Τζιχάντ.

Οι Λίβυοι επί μακρόν συμμετείχαν σε στρατιωτικές επιχειρήσεις σε χώρες όπως το Αφγανιστάν, η Βοσνία, η Τσετσενία και το Ιράκ. Αφού αποχώρησε από το Αφγανιστάν στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ένας ευμεγέθης αριθμός φανατικών ισλαμιστών επέστρεψε στη Λιβύη και ξεκίνησε στρατιωτική εκστρατεία για την ανατροπή του Καντάφι. Πήραν το όνομα Libyan Islamic Fighting Group το 1995. Το 2007, το Νο2 της Αλ Κάιντα ανέφερε ότι ο LIFG επισήμως εντάχθηκε στο δίκτυο της τρομοκρατικής οργάνωσης.

Η «ευκαιρία» του φανατισμού

Όπως συμπεραίνεται σε έκθεση των ΗΠΑ που συντάχθηκε τον Ιούνιο 2008 και διέρρευσε στο WikiLeaks, πολλοί Λίβυοι φανατικοί ισλαμιστές που επέστρεψαν από πολέμους της «διεθνούς» Τζιχάντ εγκαταστάθηκαν στις ανατολικές περιοχές της χώρας, όπως στην πόλη Ντάρνα, και επηρέασαν ιδιαίτερα τους νέους ανθρώπους της περιφέρειας, δημιουργώντας εν τέλει βαθιές ρίζες στην ανατολική Λιβύη.

Για την ώρα, δεν μοιάζει πιθανό αυτοί οι φανατικοί οπαδοί της Τζιχάντ να πάρουν τον έλεγχο της Λιβύης, αν ο Καντάφι ανατραπεί και ακολουθήσει μια περίοδος χάους στη Λιβύη. Όμως, θα βρουν πολύ πιο πρόσφορο έδαφος ανάπτυξης στη χώρα απ’ όσο έβρισκαν μέχρι τώρα. Αν το καθεστώς δεν ανατραπεί και εκδηλωθεί εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στις δυτικές και στις ανατολικές περιοχές, θα βρουν ακόμη πιο πρόσφορο έδαφος μέσα στο χάος.
 
Ακόμη κι αν ο Καντάφι ή ένας θεσμός που θα τον αντικαθιστούσε κατάφερναν να αποκαταστήσουν την τάξη, οι φανατικοί ισλαμιστές είχαν μια πρωτοφανή ευκαιρία να λεηλατήσουν στρατιωτικό εξοπλισμό και όπλα κατά τη διάρκεια των ταραχών και θα βρεθούν τόσο βαριά οπλισμένοι όσο δεν ήταν ποτέ στη Λιβύη.

Το θέμα δεν είναι μόνο πώς θα καταλήξει το καθεστώς Καντάφι, αλλά και πώς θα δοκιμάσουν οι φανατικοί ισλαμιστές τα φτερά τους. Και είναι ο ένας βασικός λόγος για τον οποίο ο δυτικός κόσμος παρακολουθεί τις εξελίξεις στη Λιβύη με κομμένη την ανάσα και με πολύ περισσότερη αγωνία απ’ όσο στις περιπτώσεις της Τυνησίας ή της Αιγύπτου.

Οι αμφίδρομες οικονομικές σχέσεις

Ο άλλος βασικός λόγος είναι, φυσικά, το πετρέλαιο. Σε μια περίοδο όπου η Αμερική, η Ευρώπη αλλά και γενικότερα η παγκόσμια κοινότητα προσπαθούν να «επουλώσουν» τις πληγές της πρόσφατης χρηματοπιστωτικής κρίσης, η άνοδος του πετρελαίου μπορεί να ανατρέψει ευαίσθητες ισορροπίες και να προκαλέσει βουτιά. Κι από την άλλη, για συγκεκριμένες χώρες υπάρχουν επενδεδυμένα συμφέροντα που κινδυνεύουν να τιναχτούν στον αέρα.

Η Λιβύη είναι από τα σημαντικότερα μέλη του OPEC και κατέχει τα μεγαλύτερα εξακριβωμένα κοιτάσματα πετρελαίου της Αφρικής. Ήδη η παραγωγή της έχει μειωθεί κατά 1,2 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα ή 75% της συνολικής παραγωγής. Οι εξελίξεις προκαλούν τριγμούς στις ενεργειακές αγορές, με εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου αλλά και στα χρηματιστήρια όπου διαπραγματεύονται επιχειρήσεις με μεγάλα συμφέροντα στη χώρα.

Λίγες ευρωπαϊκές χώρες έχουν στενότερη σχέση με τη Λιβύη, που υπήρξε πρώην ιταλική αποικία, από όσο η Ιταλία. Η Λιβύη υπολογίζεται ότι προσφέρει στην Ιταλία το 25% του πετρελαίου της. Τα εμπορικά στοιχεία δείχνουν ότι το 2010 τα 27 μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης εισήγαγαν αγαθά αξίας 27,3 δισ. ευρώ από τη Λιβύη, εκ των οποίων το μεγαλύτερο ποσό, τα 11,8 δισ. ευρώ, κατευθύνθηκαν στην Ιταλία. Ακολούθησε η Γαλλία με 4,7 δισ. ευρώ, ενώ η Ισπανία και η Γερμανία έπονται με 3 δισ. ευρώ έκαστη.

Οι σπουδαιότερες από τις ξένες πετρελαϊκές, που δραστηριοποιούνται στη βορειοαφρικανική χώρα και συνολικά καταλαμβάνουν το ένα τρίτο της συνολικής παραγωγής της Λιβύης (460.000 βαρέλια ημερησίως), είναι οι εξής (σε παρένθεση τα μερίδιά τους στο λιβυκό πετρέλαιο):

ΕΝΙ, Ιταλία (13,7%)
WINTERSHALL της BASF, Γερμανία (29,2%)
TOTAL (2,7%)
MARATHON, ΗΠΑ (11,6%)
CONOCO, ΗΠΑ (2,1%)
REPSOL, Ισπανία (4,1%)
OMV, Αυστρία (10,6%)
HESS, ΗΠΑ (5,4%)
OCCIDENTAL, ΗΠΑ (0,9%)
STATOIL, Νορβηγία (0,3%).

Εν τω μεταξύ, αποδεικνύεται ότι και η Λιβύη έχει κάνει σημαντικές επενδύσεις σε μια σειρά εταιρίες, μεταξύ των οποίων και ευρωπαϊκά blue chips, μέσω του κρατικού επενδυτικού ταμείου της (SWF), που εκτιμάται ότι διαχειρίζεται περίπου 70 δισ. δολ. συνολικά.

Σύμφωνα μάλιστα με το WikiLeaks, ο επικεφαλής του ταμείου Libyan Investment Authority δήλωσε ότι πολλές αμερικανικές τράπεζες διαχειρίζονται περίπου 500 εκατ. δολ. από τα κεφάλαια του ταμείου.

Σύμφωνα, τέλος, με δηλώσεις Έλληνα διπλωμάτη στο Reuters, η ελληνική κυβέρνηση διεξάγει συνομιλίες με αξιωματούχους του λιβυκού SWF για πιθανές επενδύσεις σε ελληνικές εταιρίες, ενώ κοντά σε deal βρίσκεται εδώ και καιρό η εισηγμένη ΕΥΔΑΠ.

Το Libyan Investment Authority κατέχει:
-- 2,6% της ιταλικής τράπεζας UniCredit
-- 2,01% της ιταλικής αμυντικής Finmeccanica
-- 3% της βρετανικής εκδοτικής Pearson
-- 13% της Zara Investment Holding της Ιορδανίας
-- 7,5% της ποδοσφαιρικής ομάδας Juventus.

Επιπλέον:
*Το LIA αγόρασε 5% της τουρκικής κατασκευαστικής Emlak Konut στις αρχικές δημόσιες εγγραφές.
* Μερίδιο 1% στον ρωσικό κολοσσό αλουμινίου RUSAL.
* Πιθανόν να κατέχει μερίδιο στην αυστριακή εταιρία δομικών υλικών Wienerberger.
* Η Λιβύη κατέχει μερίδιο 2% στη Fiat.
* Το Libyan African Investment Portfolio (LAP) δημιούργησε το LAP Green Network το 2007 για επενδύσεις σε αφρικανικές τηλεπικοινωνίες.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v