Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Νέα οικονομική κρίση απειλεί την Τουρκία

Γιατί οι πονοκέφαλοι αναμένεται να επανέλθουν δριμύτεροι την επόμενη χρονιά. Οι εξωτερικοί παράγοντες και η προσπάθεια αποκλιμάκωσης των εντάσεων με τη Δύση. Η εθνική ασφάλεια και ο ρόλος των εκλογών του Μαρτίου.

Νέα οικονομική κρίση απειλεί την Τουρκία

Η Τουρκία υπέστη πολλές οικονομικές δυσκολίες το 2018, όμως το annus horribilis της μπορεί να προοιωνίζεται ακόμα μεγαλύτερες δοκιμασίες και βάσανα το έτος που έρχεται.

Ο πληθωρισμός άγγιξε επίπεδα-ρεκόρ, φτάνοντας έως και το 25% τον Σεπτέμβριο, έναν μήνα αφότου η αξία του νομίσματός της υποχώρησε στο πρωτοφανές επίπεδο των περίπου 7 λιρών ανά δολάριο, φοβίζοντας τους επενδυτές. Οι καταναλωτές, παρακολουθώντας εξαντλημένοι, μπορούσαν μόνο να εκφράσουν την απελπισία τους, καθώς εκτινάσσονταν οι τιμές των βασικών προϊόντων. Και αντί να ενισχύσει την εμπιστοσύνη στην οικονομία, η κυβέρνηση και τα σχέδια για να αντιμετωπίσει την κρίση προκάλεσαν μόνο χλεύη.

Χάρη σε μια σειρά ελέγχων σε τιμές και νόμισμα, καθώς και σε ορισμένες συνετές αυξήσεις επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα, η Τουρκία βγήκε από τη θερινή της κρίση χωρίς να έχει υποστεί μια καθολική κατάρρευση της οικονομίας της. Το πρόβλημα για την τουρκική οικονομία, ωστόσο, είναι πως όλα τα συστατικά που οδήγησαν στο καλοκαίρι της αστάθειας εξακολουθούν να είναι παρόντα, κάτι που σημαίνει πως θα μπορούσαν και πάλι να συνδυαστούν -και να γίνουν ακόμα χειρότερα- το 2019.

Λαμβάνοντας υπόψη όλα όσα θα μπορούσαν να πάνε στραβά στην οικονομία, ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξετάζει πώς μπορεί να διευρύνει τη στρατηγική της προεκλογικής εκστρατείας για να μεγιστοποιήσει τα κέρδη του κυβερνώντος κόμματος της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης στις τοπικές εκλογές του Μαρτίου, προκειμένου «να βγει πάλι από πάνω».

Οι εξωτερικοί παράγοντες που επηρεάζουν την τουρκική οικονομία

Όπως και το 2018, η προοπτική για την ανάπτυξη το 2018 φαίνεται ισχνή λόγω ενός συνδυασμού προβλημάτων, περιλαμβανομένου του υψηλού επιπέδου εταιρικού χρέους, του αδύναμου νομίσματος, της ανεπάρκειας ξένων επενδύσεων, της διεύρυνσης του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, του δυσθεώρητου πληθωρισμού, του προβληματικού εξαγωγικού τομέα και της ελάττωσης της καταναλωτικής εμπιστοσύνης.

Μάλιστα, η Fitch Ratings και η Moody’s γρήγορα υποβάθμισαν τις προβλέψεις τους για την ανάπτυξη της Τουρκίας, μετά τα προβλήματα του καλοκαιριού. Η Fitch προέβλεπε αρχικά ρυθμό ανάπτυξης 4,1% για το 2019, όμως αναθεώρησε την πρόβλεψή της στο 3,6% μετά τη διολίσθηση της λίρας. Αναλυτές του Bloomberg, ωστόσο, είναι ακόμα πιο απαισιόδοξοι, προβλέποντας πως η ανάπτυξη θα πέσει από το 3,5% φέτος στο 0,8% το επόμενο έτος.

A chart showing the bonds that Turkey must repay in 2019.

Η κυβέρνηση AKP έχει καταφέρει να χαλιναγωγήσει το κρατικό χρέος από τότε που ήρθε στην εξουσία το 2002, όμως ο εταιρικός τομέας της Τουρκίας έχει αποκτήσει αξιοσημείωτα βάρη τα τελευταία 15 χρόνια. Όλα αυτά τα χρέη φτάνουν σε κρίση. Οι επιχειρήσεις της χώρας θα πρέπει να αναχρηματοδοτήσουν 200 δισ. δολάρια, που αντιστοιχούν στο ένα τέταρτο του τουρκικού ΑΕΠ, το επόμενο έτος. Τα περισσότερα χρέη είναι σε δολάρια, κάτι που καθιστά όλο και πιο δύσκολο για τις επιχειρήσεις να συνεχίσουν να αποπληρώνουν τα χρέη τους όσο διολισθαίνει η λίρα. Και αν και η Τουρκία καυχήθηκε για τον ρυθμό ανάπτυξης 7% το 2017, μεγάλο μέρος της οικονομικής επέκτασης στηρίχθηκε στο χρέος.

Μέρος της εξουσίας για τη διαχείριση της στάσιμης οικονομίας της, όμως, δεν είναι στα χέρια της κυβέρνησης, διότι πολλά από τα προβλήματά της με το χρέος, τον πληθωρισμό και την αξία του νομίσματος οφείλονται σε εξωτερικούς παράγοντες.

Ένας εξωτερικός παράγοντας -που  οφείλεται και στους κυβερνητικούς χειρισμούς- που έχει βλάψει τη χώρα τα τελευταία χρόνια είναι η απότομη πτώση στις άμεσες ξένες επενδύσεις. Ορισμένοι επενδυτές έχουν αποφύγει τη χώρα μετά την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016, που οδήγησε στην επιβολή σκληρής κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Για παράδειγμα, τα επίπεδα άμεσων ξένων επενδύσεων μειώθηκαν από τα 18,7 δισ. δολάρια το 2015 στα 10,8 δισ. δολάρια το 2017. Οι εισροές χαρτοφυλακίων (το ποσό των κεφαλαίων που εισρέουν στις χρηματαγορές της Τουρκίας) μπορεί να βελτιώθηκαν στις χρηματαγορές της τα τελευταία χρόνια, όμως αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός πως η χώρα αποτελεί την επιτομή μιας αναδυόμενης αγοράς, προσφέροντας υψηλά ρίσκα και ένα αδύναμο νόμισμα -δυο στοιχεία που την καθιστούν ευκαιρία.

A chart showing Turkish economic indicators on foreign currency reserves, the consumer price index, the current account balance and foreign-denominated debt.

Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Τουρκίας, που ανέρχεται σε 46 δισ. δολάρια, είναι επίσης ένα σημαντικό θέμα που αντανακλά το πόσο ευάλωτη είναι η οικονομία στις συναλλαγματικές διακυμάνσεις. Τον Σεπτέμβριο, η λίρα υποτιμήθηκε τόσο πολύ που η Τουρκία προς στιγμήν εμφάνισε πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών για τον μήνα, μόνον όμως επειδή οι εισαγωγές προσωρινά έγιναν τόσο ακριβές που η Άγκυρα δεν μπορούσε να εισάγει αυτά που χρειαζόταν.

Όμως ο πληθωρισμός -που προκλήθηκε από την πτώση της λίρας, όπως και από εξωτερικούς παράγοντες που έχουν περιορίσει το ενδιαφέρον για τα νομίσματα των αναδυόμενων αγορών- θα είναι η πρώτη προτεραιότητα στη λίστα των πραγμάτων που θα πρέπει να κάνει η Άγκυρα στην οικονομία το 2019. Ο Ερντογάν, ωστόσο, δεν έχει κρύψει την αποστροφή του προς την αύξηση των επιτοκίων και έχει συχνά δείξει το ανάστημά του στα στελέχη της οικονομίας, θέτοντας εν αμφιβόλω την ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας της χώρας. Όμως η κυβέρνηση θα δυσκολευτεί επίσης να επιδιώξει άλλες τυπικές στρατηγικές διαχείρισης του πληθωρισμού, όπως η μείωση των δημοσιονομικών δαπανών και η ενίσχυση του ανταγωνισμού, καθώς το αρνητικό καταναλωτικό κλίμα ρίχνει τη σκιά του πάνω από τις τουρκικές αγορές.

Τελικά, ο ρυθμός του πληθωρισμού και η επίπτωσή του στην αγοραστική δύναμη θα είναι το πρώτο πράγμα στο μυαλό των καταναλωτών, καθώς θα οδεύουν προς τις κάλπες τον Μάρτιο του 2019 για να ψηφίσουν στις δημοτικές εκλογές.

Ένας άλλος σημαντικός εξωτερικός παράγοντας είναι οι εξαγωγές προς τις χώρες της Δύσης, που συχνά έχουν συγκρουστεί με την Τουρκία για τα ανθρώπινα δικαιώματα, για τον υποβόσκοντα αυταρχισμό και τις στενές σχέσεις της με τη Ρωσία παρά το ότι είναι μέλος του ΝΑΤΟ, καθώς και για τις ενέργειές της στη Μέση Ανατολή.

Η Τουρκία και Δυτικές οντότητες όπως οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουν κρύψει τα χειρότερα των διαφωνιών τους για την ώρα, όμως δεν υπάρχουν εγγυήσεις πως η ρήξη δεν θα ξαναέλθει στην επιφάνεια στο κοντινό μέλλον, περιπλέκοντας έτσι τις προσπάθειες της Άγκυρας να εξάγει στην Ευρώπη και, το σημαντικότερο βραχυπρόθεσμα, να προσελκύσει επενδύσεις και να δημιουργήσει καλύτερους εμπορικούς δεσμούς. Ομοίως, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν μια μέρα να επιβάλουν εκ νέου κάποιες από τις κυρώσεις και τους δασμούς που συνέβαλαν στην πρόκληση πανικού για τη λίρα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.

Πολιτικά παιχνίδια

Ασχέτως του πόσο έντονοι θα γίνουν οι αντίθετοι άνεμοι στην οικονομία, η τουρκική κυβέρνηση θα αρνηθεί να κάνει πίσω σε ορισμένα ζητήματα, που θα υπονομεύσουν την ικανότητά της να διαχειριστεί με επιδεξιότητα την εύθραυστη οικονομία της. Με τον Ερντογάν να έχει πλέον τεράστιο έλεγχο επί όλων των πτυχών της διακυβέρνησης –περιλαμβανομένων ζητημάτων όπως η οικονομία που δεν είναι απαραίτητα και στον τομέα εξειδίκευσής του- η στρατηγική της οικονομικής διαχείρισης της χώρας δεν έχει καταφέρει να εμπνεύσει και μεγάλη εμπιστοσύνη στους ξένους επενδυτές.

Η Άγκυρα έχει περιγράψει ένα τριετές, μεσοπρόθεσμο οικονομικό σχέδιο για να μειώσει τις δαπάνες, να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό και να ενισχύσει τη λίρα και το καταναλωτικό κλίμα, όμως το οικονομικό επιτελείο δεν έχει ακόμα ξεκινήσει το δύσκολο έργο της εφαρμογής των υποσχεθέντων διαρθρωτικών αλλαγών. Επιπλέον, οι δεσμεύσεις για μείωση των δαπανών έρχονται σε αντίθεση με την προτιμητέα στρατηγική του Ερντογάν για δαπάνες προκειμένου να τονωθεί η ανάπτυξη, ενώ και η κεντρική τράπεζα αντιμετωπίζει τεράστια πρόκληση στην προσπάθειά της να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό, δεδομένων των παρεμβάσεων που έχει κάνει κατά το παρελθόν ο Ερντογάν. Του οικονομικού επιτελείου ηγείται ο γαμπρός του Ερντογάν, ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, τονίζοντας τους στενούς και θολούς δεσμούς που δένουν τον πρόεδρο με την ομάδα χρηματοοικονομικής διαχείρισής του.

Όμως, ασχέτως του πόσο εύθραυστη θα γίνει η οικονομία της, η Άγκυρα θα συνεχίσει να επιδιώκει ορισμένους πολιτικούς στόχους. Επιδιώκοντας τον πρωταρχικό στόχο της για την εθνική ασφάλεια -δηλαδή να αποτρέψει την ανάπτυξη ενός κουρδικού κράτους στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, αφού η Τουρκία πιστεύει πως αυτό θα τροφοδοτούσε τις απαιτήσεις για κουρδική αυτονομία στο τουρκικό έδαφος και θα απειλούσε την εδαφική ακεραιότητα της χώρας- η Τουρκία θα διατηρήσει τις δυνάμεις της στο βόρειο Ιράκ και στη βορειοδυτική Συρία, ακόμα και αν αυτό είναι πιθανό να επιβαρύνει τα ταμεία της χώρας ή να ενοχλήσει τους τοπικούς και δυτικούς συμμάχους της.

Όμως λόγω των οικονομικών της προκλήσεων, η τουρκική κυβέρνηση θα μπορούσε να κάνει κάποιες αλλαγές στον πολιτικό τομέα εν όψει των δημοτικών εκλογών, που θα καθορίσουν το ποιος θα κερδίσει τις δημαρχιακές θέσεις σε 30 μητροπολιτικές περιοχές, καθώς και χιλιάδες άλλες τοπικές θέσεις. Αν και οι τοπικές εκλογές δεν έχουν την ίδια επίπτωση στην κατεύθυνση της χώρας όπως οι γενικές και προεδρικές εκλογές, ωστόσο αποτελούν μια αξιόπιστη «μέτρηση» του λαϊκού αισθήματος προς τα πολιτικά κόμματα σε τοπικό επίπεδο.

Στις πρόσφατες εκλογές, ο Ερντογάν συμμάχησε με το ακροδεξιό Κόμμα του Εθνικιστικού Κινήματος (MHP), με αποτέλεσμα να κερδίσει στο δημοψήφισμα του 2017 για τη συνταγματική αναθεώρηση που ενίσχυσε σε πολύ μεγάλο βαθμό τις εξουσίες του, αλλά και στις φετινές γενικές εκλογές. Ο Ερντογάν τόνισε στις προεκλογικές του εκστρατείες την εθνική ασφάλεια -ένα θέμα που έχει μεγάλη απήχηση στους ψηφοφόρους τόσο του AKP όσο και του MHP- ενώ παράλληλα διοχέτευσε αποτελεσματικά το άγχος για το μέλλον της χώρας μετατρέποντάς το σε στήριξη για το μήνυμά του.

Μια ομάδα όμως -πέραν των Κούρδων της χώρας- δεν πείστηκε: οι αστοί Τούρκοι. Μάλιστα, μια πλειοψηφία ψηφοφόρων στις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας, στην Κωνσταντινούπολη και στην Άγκυρα, απέρριψε το δημοψήφισμα για τη συνταγματική αναθεώρηση του 2017, ενώ το περιθώριο νίκης του AKP στα μεγάλα κέντρα το 2018 δεν ήταν τόσο άνετο όσο σε προηγούμενες εκλογές.

Σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις της Mediar, το 18% των ψηφοφόρων του AKP από τις προηγούμενες εκλογές έχουν πει πως δεν θα ψηφίσουν το κόμμα στις επερχόμενες τοπικές εκλογές. Επιπλέον, το 78% των Τούρκων πιστεύει πως η χώρα βιώνει οικονομική κρίση και το 58% πιστεύει πως η κυβέρνηση ευθύνεται για την κακή διαχείριση της οικονομίας. Για το AKP και τον Ερντογάν, ο οποίος εμφανίζονταν προηγουμένως ως ο άνθρωπος του έβγαλε την Τουρκία από την οικονομική κρίση στις αρχές της δεκαετίας του 2000, τα δημοσκοπικά αποτελέσματα υποδηλώνουν πως ίσως χάνει κάποια επιρροή επί του εθνικού αισθήματος.

Ως πραγματικής πολιτικός, ο Ερντογάν είναι πιθανό να ακολουθήσει μια πολιτική στρατηγική που υπερβαίνει τους συνήθεις πολιτικούς συνασπισμούς. Ο πρόεδρος θα μπορούσε να επιλέξει να μειώσει τις εντάσεις με τους Κούρδους μετά από τρία χρόνια εμπόλεμης κατάστασης, να επαναπροανατολιστεί κάπως προς το πολιτικό κέντρο μετά από χρόνια «φλερταρίσματος» με την υπερεθνικιστική ψήφο ή να τραβήξει πως τελείως διαφορετική κατεύθυνση. Αναμφισβήτητα, πάντως, το AKP θα αποδείξει και πάλι την ιστορική του ευελιξία.

Ερχόμενο αντιμέτωπο με μια ακόμα συμμαχία μεταξύ της αξιωματικής αντιπολίτευσης του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) και του Καλού Κόμματος, ο Ερντογάν αναμφίβολα γνωρίζει πως πρέπει να είναι επιδέξιος και ευέλικτος στη διαχείριση όποιου πολιτικού ρεύματος μπορεί να του παράσχει τη στήριξη που χρειάζεται. Όμως ακόμα και με τα οικονομικά προβλήματα που αιωρούνται και τους αντιπάλους που ευθυγραμμίζονται σε μια προσπάθεια να τον ρίξουν, ελάχιστοι θα στοιχημάτιζαν κατά μιας ακόμα νίκης του Ερντογάν.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v