Η Beta Χρηματιστηριακή εκτιμά ότι τα επόμενα χρόνια, η ελληνική οικονομία αναμένεται να συνεχίσει να καταγράφει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης σε σύγκριση με τη ζώνη του ευρώ και η εξέλιξη αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς ενισχύει τη διαδικασία σύγκλισης του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας προς τον μέσο όρο της ΕΕ.
Οι βασικοί μοχλοί της οικονομικής δραστηριότητας αναμένεται να παραμείνουν οι επενδυτικές δαπάνες -στηριζόμενες από τη συμβολή των ευρωπαϊκών κονδυλίων, ιδίως του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας -και η ιδιωτική κατανάλωση, η οποία υποστηρίζεται από την αύξηση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος που οφείλεται στην αύξηση της απασχόλησης και τη μείωση του πληθωρισμού.
«Συνολικά, η αγορά είναι διαπραγματεύσιμη με πολλαπλασιαστές 10,1 φορές τα κέρδη του 2025 και 7,2 φορές τον δείκτη EV/EBITDA, οι οποίοι δεν μπορούν να θεωρηθούν απαιτητικοί. Ωστόσο, οι πολλαπλασιαστές διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των μετοχών.
Όπως αναφέρει το αποτέλεσμα, διατηρούμε επιλεκτική στάση στη λίστα των κορυφαίων επιλογών μας, εφαρμόζοντας τα ακόλουθα κριτήρια: α) ορατότητα ανάπτυξης, β) μερίσματα, γ) κλαδικές ιδιαιτερότητες και δ) διαφοροποιημένος κίνδυνος.
Πιστεύουμε ότι η Τράπεζα Πειραιώς (τιμή-στόχος 5,95 ευρώ), η Alpha Bank (τιμή-στόχος 2,38 ευρώ), η Autohellas (τιμή-στόχος 17,80 ευρώ), ο ΟΠΑΠ (τιμή-στόχος 18,30 ευρώ), τα Ελληνικά Χρηματιστήρια (τιμή-στόχος 7,20 ευρώ) και η ΔΕΗ (τιμή-στόχος 17,70 ευρώ) πληρούν αυτά τα συγκεκριμένα κριτήρια και παρουσιάζουν σημαντικές προοπτικές ανόδου», εξηγεί το τμήμα ανάλυσης.
«Σε αυτό το πλαίσιο, προτιμούμε τις εταιρείες που επιδεικνύουν σταθερή αναπτυξιακή πορεία, ιδίως εκείνες με μεσοπρόθεσμες επιχειρηματικές στρατηγικές που αποσκοπούν στην επίτευξη υψηλότερων εσόδων από διεθνείς αγορές. Κορυφαίοι ενεργειακοί όμιλοι όπως η ΔΕΗ, η Motor Oil, η Metlen, ο ΑΔΜΗΕ και η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, μαζί με εταιρείες όπως η Cenergy, η Τιτάν και η Coca-Cola, είναι σε καλή θέση να επωφεληθούν από αυτές τις τάσεις.
Εντός της μεσαίας κεφαλαιοποίησης, εταιρείες όπως η Autohellas, η Σαράντης, η Κρι-Κρι και η Ideal Holdings παρουσιάζουν επίσης πολλά υποσχόμενες προοπτικές ανάπτυξης. Επιπλέον, οι εταιρείες με ισχυρά μερίσματα αποδόσεις σε ένα περιβάλλον μειωμένων επιτοκίων -όπως ο ΟΠΑΠ, η Jumbo και οι συστημικές τράπεζες- προσφέρουν έναν ελκυστικό συνδυασμό σταθερότητας και εισοδήματος. Αυτό αντιπροσωπεύει μια πιο επιλεκτική στάση σε σύγκριση με μια γενική προσέγγιση, η οποία καθοδηγείται από συγκεκριμένες επενδυτικές παραμέτρους», εκτιμά η χρηματιστηριακή.
Οι εκτιμήσεις για την οικονομία και την αγορά
Η Ελλάδα έχει ξεπεράσει σταθερά τις προσδοκίες σε διάφορους κρίσιμους οικονομικούς δείκτες και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, γεγονός που αντανακλάται στην εταιρική κερδοφορία. Μετά από πολλά χρόνια εσωτερικών κινδύνων και εξωτερικών αβεβαιοτήτων, οι ελληνικές επιχειρήσεις βρίσκονται τώρα σε εξαιρετική θέση να κατακτήσουν την ανάπτυξη και να προσφέρουν αποδόσεις για πέμπτη συνεχή χρονιά.
Οι βασικές οικονομικές εξελίξεις το 2025 αναμένεται να περιλαμβάνουν: α) την εκτέλεση ενός πλεονασματικού προϋπολογισμού, με προβλεπόμενη αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,3%, β) την επιτάχυνση των μεγάλων έργων υποδομής και οικιστικών έργων και γ) την πιθανή αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα από όλους τους μεγάλους οίκους αξιολόγησης, μαζί με τις προσπάθειες για την ένταξη του Χρηματιστηρίου Αθηνών στον δείκτη των αναπτυγμένων αγορών.
Οι κεντρικές τράπεζες είναι πιθανό να επιταχύνουν τις πολιτικές νομισματικής χαλάρωσης, ενώ αναμένονται πρόσθετες μειώσεις των επιτοκίων το 2025. Μπορεί επίσης να υιοθετήσουν μια πιο επιθετική στάση, εάν οι οικονομικές συνθήκες επιδεινωθούν περαιτέρω. Αυτό το διευκολυντικό περιβάλλον θα μπορούσε να ωφελήσει τις επιχειρήσεις μειώνοντας το κόστος δανεισμού, τονώνοντας τις επενδύσεις και βελτιώνοντας τη συνολική χρηματοοικονομική ευελιξία.
Για την Ελλάδα και τις τράπεζες, ενώ τα χαμηλότερα επιτόκια ενδέχεται να συμπιέσουν τα καθαρά έσοδα από τόκους, ο αντίκτυπος αναμένεται να μετριαστεί μέσω της πιστωτικής επέκτασης και των αποτελεσματικών στρατηγικών αντιστάθμισης. Ως αποτέλεσμα, οι τράπεζες θα μπορούσαν να διατηρήσουν την κερδοφορία τους ακόμη και σε ένα περιβάλλον μειωμένων επιτοκίων, εδραιώνοντας τον ρόλο τους ως βασικών δικαιούχων της ευρύτερης οικονομικής ανάκαμψης. Αν και οι γεωπολιτικές αναζωπυρώσεις παραμένουν εγγενής κίνδυνος, οι αγορές φαίνεται να έχουν σε μεγάλο βαθμό αποτιμήσει αυτές τις αβεβαιότητες. Αντίθετα, οποιαδήποτε αποκλιμάκωση των παγκόσμιων συγκρούσεων θα μπορούσε να ενισχύσει το επενδυτικό κλίμα και να συμβάλει στην ομαλοποίηση των ροών κεφαλαίων.
Ένας άλλος δυνητικός κίνδυνος είναι ένα δασμολογικό σοκ, αν και ο αντίκτυπος στις ελληνικές επιχειρήσεις αναμένεται να είναι περιορισμένος λόγω της σχετικά χαμηλής έκθεσης σε τέτοιου είδους εξωτερικές πιέσεις. Τέλος, τα αποτελέσματα των επερχόμενων εκλογών στη Γαλλία και τη Γερμανία αναμένεται να επηρεάσουν το κλίμα στην ευρύτερη αγορά της ΕΕ. Οι πολιτικές μετατοπίσεις σε αυτές τις βασικές οικονομίες της Ευρωζώνης θα μπορούσαν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομική πολιτική, τη δημοσιονομική ολοκλήρωση και τη σταθερότητα της αγοράς εντός της ΕΕ, επηρεάζοντας δυνητικά την εμπιστοσύνη των επενδυτών και τις διασυνοριακές ροές κεφαλαίων.