Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Επί χρόνια τασσόταν υπέρ της πολιτικής των ανοικτών συνόρων, ως απάντηση στις ανάγκες εργατικού δυναμικού της βιομηχανίας της. Σήμερα. που οι αντιδράσεις για το μεταναστευτικό ενισχύουν τα πολιτικά άκρα και δη την ακροδεξιά, είναι η πρώτη που κλείνει τα σύνορά της.
Έτσι, όμως, οδηγεί σε διάλυση μία από τις κυριότερες ευρωπαϊκές κατακτήσεις: τη Συνθήκη Σένγκεν, περί ελεύθερης μετακίνησης στο εσωτερικό της ΕΕ.
Πρόκειται βεβαίως για τη Γερμανία, η οποία προετοιμάζεται για συνοριακούς ελέγχους, περισσότερες απορρίψεις αιτημάτων ασύλου αλλά και ταχείες επιστροφές στις χώρες πρώτης εισόδου στην ΕΕ ή απελάσεις σε τρίτες χώρες. Εξέλιξη η οποία αφενός ώθησε χθες τον Έλληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να επισημάνει ότι «η απάντηση της ΕΕ στο πρόβλημα της μετανάστευσης δεν μπορεί να είναι η κατάργηση της Σένγκεν», αφετέρου προκάλεσε σειρά αντιδράσεων από τις Βρυξέλλες και σειρά κρατών-μελών της ΕΕ.
Αν και υπάρχουν σαφείς ενστάσεις για τη συγκεκριμένη πολιτική, με κυριότερες εκείνες που επισημαίνουν ότι αντιβαίνει τις ευρωπαϊκές συνθήκες, στον βαθμό που έχει χροιά μονιμότητας και γενίκευσης και δεν ανταποκρίνεται σε κάποια συγκεκριμένη ανάγκη για περιορισμένο χρονικό διάστημα, η εγχώρια πολιτική σκηνή στη Γερμανία ερίζει ότι ακόμη και αυτή η αυστηροποίηση δεν είναι αρκετή.
Όλα αυτά, δε, όταν μόλις εφέτος την Άνοιξη εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά από διελκυστίνδα διαβουλεύσεων, το νέο Σύμφωνο της ΕΕ για τη Μετανάστευση και το Άσυλο. Τι άλλαξε από τον Απρίλιο έως σήμερα; Η άνοδος της ακροδεξιάς στη Γερμανία, με χαρακτηριστικότερη την επικράτησή της στις τοπικές εκλογές της Θουριγγίας και της Σαξονίας, με τον θρίαμβο της AfD και τους τριγμούς που αυτή δημιουργεί για τον κυβερνητικό συνασπισμό στο Βερολίνο, ενόψει και των Ομοσπονδιακών εκλογών σε ένα χρόνο.
Αν και αντίστοιχες πολιτικές τάσεις, ενίσχυσης της ακροδεξιάς, παρατηρούνται και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με έναυσμα το μεταναστευτικό, η Γερμανία είναι η πρώτη που προχωρά σε μία μεμονωμένη κίνηση ουσιαστικής κατάργησης της Σένγκεν, μαρτυρώντας την αγωνία της κυβέρνησης έναντι των δυνητικών πολιτικών εξελίξεων αλλά και της δυσφορίας που έχουν προκαλέσει στο εγχώριο κοινό τα φαινόμενα έξαρσης βίας εκ μέρους ακραίων ισλαμιστικών ομάδων στη Γερμανία και αλλού στην Ευρώπη.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, όμως, αντικατοπτρίζονται και οι προτεραιότητες της γερμανικής κυβέρνησης, η οποία σπεύδει να αυστηροποιήσει το καθεστώς ελέγχων, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις που θα έχει αυτή η κίνηση σε χώρες πρώτης υποδοχής όπως η Ελλάδα. Μία χώρα η οποία αν και έστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα το 2020 ως προς τη φύλαξη των συνόρων της, παρά ταύτα αδυνατεί υπό τις παρούσες οικονομικές και λοιπές συνθήκες να φιλοξενήσει έναν μεγαλύτερο αριθμό μεταναστών. Ιδίως μετά τη σαφή υποβάθμιση του ρόλου της Frontex και της δράσης της στο Ανατολικό Αιγαίο.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση, η σπασμωδική αντίδραση της Γερμανίας στα προβλήματα που συνοδεύουν το μεταναστευτικό, στο οποίο είχε πρωταγωνιστικό ρόλο η ίδια επί διακυβέρνησης Μέρκελ και στην άνοδο της ακροδεξιάς στα εδάφη της, αποτελούν μέτρο και για τη σοβαρότητά της ως ευρωπαϊκού κράτους.
Στον βωμό της πολιτικής κυριαρχίας θυσιάζεται η ευρωπαϊκή ενότητα επιβαρύνονται τα κράτη πρώτης υποδοχής και τίθεται στο περιθώριο η τύχη χιλιάδων ανθρώπων που προσδοκούν μία καλύτερη ημέρα.
Πόσο δίκιο είχες Θόδωρε...
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.