Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η διαβεβαίωση που έδωσε χθες από το Αργοστόλι ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, ότι “η κυβέρνησή θα εξακολουθεί να εξαντλεί τα δημοσιονομικά περιθώρια, για να αντιμετωπίσουμε την εισβολή του πληθωρισμού, που προκαλεί ανασφάλεια”, είναι βέβαιον ότι ηχεί στα αυτιά πολλών ως “μάννα εξ ουρανού”.
Όπως είναι επίσης βέβαιον ότι εκλαμβάνεται από ακόμη περισσότερους ως έναυσμα διεκδικήσεων οι οποίες δυνητικά θα μπορούσαν να αναχαιτίσουν την ανάκαμψη της οικονομίας αλλά και τις ισορροπίες του προϋπολογισμού, στις οποίες επίσης αναφέρθηκε χθες ο κ.Μητσοτάκης.
Για την ακρίβεια, υπό το φως της άτυπης προεκλογικής περιόδου την οποία ήδη διανύει η χώρα, οι αναφορές του κ.Μητσοτάκη θα μπορούσαν να εκληφθούν και ως το εναρκτήριο λάκτισμα της πλειοδοσίας παροχών η οποία παραδοσιακά κυριαρχεί στις εξαγγελίες των κομμάτων, που έχουν τόσο στοιχίσει στον τόπο κατά το παρελθόν.
Από την άλλη πλευρά, θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς: “πληθωρισμό έχουμε, εκλογές έρχονται, τι θα ήθελες να πει ο άνθρωπος;”.
Απάντηση ή για την ακρίβεια, απαντήσεις, στο συγκεκριμένο ερώτημα υπάρχουν πολλές. Στην περίπτωση μίας υπερχρεωμένης χώρας όπως η Ελλάδα, όμως, η οποία χρειάζεται πλεονάσματα στον προϋπολογισμό της για την αποπληρωμή των χρεών της, η απάντηση θα όφειλε να λαμβάνει υπόψη της τη συγκεκριμένη παράμετρο. Όχι μόνον διότι αυτά τα χρέη αυξήθηκαν σημαντικά στην διάρκεια της πανδημίας, στα επίπεδα των 360 δισ. ευρώ, περίπου, όσο κυριότερα, διότι η συγκεκριμένη χώρα ακόμη αγωνίζεται να αποκτήσει την περίφημη “επενδυτική βαθμίδα”, ούτως ώστε να μπορεί να εξυπηρετεί ομαλά το χρέος της, δίχως να έχει ανάγκη την “αλληλεγγύη” των εταίρων της.
Έτσι, λοιπόν, το μήνυμα που εξέπεμψε χθες ο κ. Μητσοτάκης από την γοητευτική Κεφαλλονιά μπορεί να ήταν σαγηνευτικό για μέρος του εκλογικού σώματος το οποίο προσδοκά συνέχιση της επιδοματικής πολιτικής, ήχησε όμως κατά τρόπο – αν μη τι άλλο – αρνητικό προς όσους κοιτούν την αξιοπιστία της χώρας. Αυτοί, λοιπόν, προς τους οποίους απευθύνεται η Ελλάδα οσάκις επιθυμεί να δανειστεί, εκτιμούν την “παροχολογία”, προεκλογική ή μη, ως εμπόδιο για την ανάκτηση της “επενδυτικής βαθμίδας” από τον τόπο μας.
Ούτως ή άλλως και όποιες κι αν είναι οι προθέσεις της, κατά πόσον μπορεί μία κυβέρνηση να “προστατεύσει” τους κατοίκους μίας χώρας από πληθωρισμό της τάξης του 12,1%, μέσω επιδομάτων και παροχών; Θα αποτελούσε, δίχως άλλο, “μπουνιά στο μαχαίρι” μία τέτοια πολιτική, η οποία μικρό όφελος θα είχε τελικά για τους πολίτες.
Θα συνεισέφερε μία τακτική αυτού του είδους στην δημιουργία “πολλών και καλά αμειβόμενων θέσεων απασχόλησης” για τις οποίες τόσο συχνά κάνει λόγο ο πρωθυπουργός ή θα δημιουργούσε συνθήκες μείωσης των ήδη υφιστάμενων θέσεων, εξαιτίας του χορού μισθολογικών διεκδικήσεων που θα άνοιγε;
Η υπόθεση της συνέχισης των παροχών κατ’ αντιστοιχία του “δημοσιονομικού χώρου” που δημιουργούν στον προϋπολογισμό τα έσοδα της τουριστικής περιόδου, συνιστούν ένα “στόρυ με σουξέ”, μεταξύ των μελών της κυβέρνησης.
Αφορά, όμως, το λάθος μήνυμα, στην παρούσα συγκυρία. Διακυβεύει ευθέως αυτό που με τόσο κόπο ανέκτησε η χώρα μας τα τελευταία χρόνια, την αξιοπιστία της και θέτει εν αμφιβόλω την περαιτέρω οικονομική της πρόοδο. Εάν είναι να πορευτούμε κατ’ αυτόν τον τρόπο μέχρι τις εκλογές, τότε όντως θα έπρεπε αυτές να διεξαχθούν το συντομότερο δυνατόν…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.