Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Ο συνταγματικός νομοθέτης προβλέπει ότι «για να εξυπηρετηθεί σπουδαίο εθνικό συμφέρον και να προαχθεί η συνεργασία με άλλα κράτη, μπορεί να αναγνωριστούν, με συνθήκη ή συμφωνία, σε όργανα διεθνών οργανισμών αρμοδιότητες που προβλέπονται στο Σύνταγμα. Για την ψήφιση νόμου που κυρώνει αυτή τη συνθήκη ή συμφωνία, απαιτείται η πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών» (άρθρο 28 παρ. 2 του Συντάγματος).
Όπερ και εγένετο χθες στη Βουλή, με την κύρωση της αμυντικής συμφωνίας Ελλάδος - Η.Α.Ε. με 266 ψήφους υπέρ, έναντι 22 κατά, εκ των 288 βουλευτών που ήταν παρόντες και μετείχαν στη σχετική ονομαστική ψηφοφορία.
Πρόκειται γιο μία συμφωνία απότοκο της στροφής που έχει κάνει κατά τη διάρκεια της τελευταίας διετίας η ελληνική εξωτερική πολιτική, με τη σύναψη αμυντικών συμφωνιών, όμοιες των οποίων δεν απαντώνται στη μεταπολιτευτική ιστορία του τόπου, με τις ΗΠΑ και βεβαίως τη Γαλλία αλλά και τα ΗΑΕ. Αντίστοιχα, στην ίδια στροφή εντάσσονται βήματα όπως η επέκταση των χωρικών υδάτων στο Ιόνιο (και πάλι με αυξημένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία 284 ψήφων), η οριοθέτηση ΑΟΖ με την Ιταλία και η μερική οριοθέτηση με την Αίγυπτο αλλά και η αναθέρμανση των σχέσεων της χώρας μας με μία σειρά κρατών, από τα ΗΑΕ και τη Σαουδική Αραβία, έως κράτη της Αφρικής και έως και την Ινδία, όπως σημείωσε χθες στη Βουλή ο φίλτατος υπουργός επί των Εξωτερικών Ν. Δένδιας.
Πρόκειται για μία ευρύτερη πολιτική που ασκεί η Ελλάδα «όχι εκτός των αρχών της». Όπως είπε ο κ. Δένδιας, οι ανάγκες της χώρας σε μια εποχή παγκοσμιοποίησης μεταβάλλονται, όπως έχουν αλλάξει και οι ιστορικοί μας συνομιλητές και δεν μπορεί να μείνει «εκεί που ήταν τη δεκαετία του '80», γιατί «αυτό θα αποτελούσε μέγα στρουθοκαμηλισμό».
Αυτή η ευρύτατη, όμως, πολιτική, κατά πόσον είναι δόκιμο ή προσήκον να είναι απόρροια μόνον της γραμμής που χαράσσει η κυβέρνηση, όταν το ίδιο το Σύνταγμα καλεί για διευρυμένες πλειοψηφίες, της τάξης των 3/5ων του συνόλου των βουλευτών σε ζητήματα «σπουδαίου εθνικού συμφέροντος»;
Όπως κατέστησε απολύτως σαφές, πρόσφατα με συνέντευξή του, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δεν πιστεύει στα συμβούλια πολιτικών αρχηγών. Όσο όμως κι αν αισθάνεται ότι «δικαιώνεται απόλυτα η εξωτερική και αμυντική πολιτική της χώρας», όπως είπε πρόσφατα αναφερόμενος στη «σκληρή γραμμή» που τήρησε η Ελλάδα στο ζήτημα της Ουκρανίας, αποφάσεις όπως αυτές δεν οφείλουν να υποστηρίζονται από μία ευρύτερη κοινοβουλευτική νομιμοποίηση, όπως ορίζει το Σύνταγμα για συμφωνίες όπως αυτή που κύρωσε χθες η Βουλή;
Εντέλει, μία τόσο ευρεία στροφή στην εξωτερική πολιτική της χώρας, δεν θα έπρεπε να φέρει τη σφραγίδα μίας διευρυμένης πλειοψηφίας, η οποία ξεφεύγει από τα όρια της πλειοψηφίας που διαθέτει η νόμιμη κυβέρνηση του τόπου; Είναι ή δεν είναι εθνική υπόθεση η χάραξη εξωτερικής πολιτικής;
Εντέλει, ακόμη κι αν σήμερα η κυβέρνηση απολαμβάνει μίας ισχυρής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας ή διαθέτει ένα σαφές δημοσκοπικό προβάδισμα, τούτο προφανώς δεν θα διαρκέσει εις το διηνεκές, σε μία «προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία», όπως η δική μας…
Υπ’ αυτό το πρίσμα, όμως, κατά πόσον αρκεί η εκ των υστέρων ενημέρωση που παρέχει η κυβέρνηση ή ακόμη ο ίδιος ο πρωθυπουργός, σχετικά με την πορεία των εθνικών θεμάτων, προς τους πολιτικούς αρχηγούς, όπως έπραξε πρόσφατα (τηλεφωνικώς λόγω ασθενείας) μετά τη συνάντησή του με τον Ρ.Τ. Ερντογάν;
Αυτή η τόσο σημαντική στροφή της εξωτερικής πολιτικής δεν απαιτεί ευρύτερες συναινέσεις;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.