Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η επίκληση αδυναμίας εκ μέρους της Εκκλησίας να επιτελέσει ρόλο ελεγκτή έναντι των πιστών σε ό,τι αφορά στην τήρηση των μέτρων κατά της πανδημίας αναδεικνύει δύο τινά: πρώτον, αυτό που υποστήριζαν ευθύς εξαρχής οι εκπρόσωποι του λιανεμπορίου και του κλάδου εστίασης, ότι δηλαδή δεν ανήκει σε αυτούς η ευθύνη επίβλεψης της εφαρμογής της κείμενης νομοθεσίας και δεύτερον, ότι η Πολιτεία αρνείται να αναλάβει τις ευθύνες που της αναλογούν, επιτελώντας η ίδια τον… φυσικό της ρόλο, εκείνον του ελεγκτή.
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, όμως, βρισκόμαστε ενώπιον μίας κατάστασης κατά την οποία το μεν λιανεμπόριο και η εστίαση διαδραματίζουν ήδη τον -απεχθή κατά τους ίδιους- ρόλο του ελεγκτή και επόπτη εφαρμογής της νομοθεσίας, με σαφές οικονομικό και εμπορικό κόστος, η δε Εκκλησία να αρνείται να επιτελέσει τον ίδιο ρόλο, παρά τις περί του αντιθέτου προβλέψεις του νόμου.
Έναντι αυτής της κατάστασης, η Πολιτεία τι ακριβώς προτίθεται να πράξει; Θα τηρήσει σιγή ιχθύος έναντι της στάσης που υιοθετεί η Εκκλησία; Εάν όντως προτίθεται να υιοθετήσει αυτήν τη στάση, ποιο είναι το μήνυμα που θα εκπέμψει έτσι, τόσο προς τον εμπορικό κόσμο της χώρας όσο και προς τους πολίτες, γενικώς; Ότι έναντι της Εκκλησίας ισχύουν δύο μέτρα και δύο σταθμά ή ότι το λιανεμπόριο και η εστίαση είναι παιδιά ενός… κατώτερου θεού;
Σε οποιοδήποτε συντεταγμένο ως προς τους νόμους και το Σύνταγμα κράτος, αυτού του είδους τα διλήμματα αντιμετωπίζονται άμεσα. Η κυβέρνηση βρίσκεται προ ενός σαφούς διλήμματος, το οποίο απαρτίζεται, αφενός, από την εκπεφρασμένη άρνηση της Εκκλησίας να εφαρμόσει την κείμενη νομοθεσία, αφετέρου, από την ανάγκη προάσπισης της δημόσιας υγείας διαμέσου της τήρησης των προβλέψεων υγειονομικής προστασίας που θέτει ο νόμος τον οποίο η ίδια θέσπισε.
Η απάντηση που θα επιλέξει να δώσει στο συγκεκριμένο δίλημμα θα αποτελέσει, κατά πάσα βεβαιότητα, μέτρο για τη συμπεριφορά που θα επιδείξει εφεξής μία μεγάλη μερίδα πολιτών αυτής της χώρας. Τόσο σε ό,τι αφορά στην τήρηση της νομοθεσίας όσο και τη στάση τους έναντι του κυβερνώντος κόμματος.
Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι ήδη έχει υπάρξει μία αξιοσημείωτη «έκπτωση» έναντι της Εκκλησίας εκ μέρους της κυβέρνησης, καθώς η είσοδος στους ιερούς ναούς είναι εφικτή, θεωρητικώς, κατόπιν της επίδειξης των απαραίτητων πιστοποιητικών, ακόμη και από ανεμβολίαστους, ενώ αυτοί δεν μπορούν να εισέλθουν σε άλλους κλειστούς δημόσιους χώρους.
Με άλλα λόγια, αυτό το οποίο κρίνεται πλέον είναι όχι η ύπαρξη αλλά ο βαθμός ανοχής που είναι διατεθειμένη να επιδείξει η παρούσα κυβέρνηση έναντι της Εκκλησίας, υπό τον φόβο του πολιτικού κόστους που μπορεί να προκαλέσει τυχόν αντιπαράθεσή της με αυτήν.
Το διακύβευμα, βεβαίως, αυτού του διλήμματος είναι κατά πολύ ευρύτερο και αφορά το μήνυμα που εκπέμπεται έναντι του κοινωνικού συνόλου ως προς την ταυτότητα τόσο της σύγχρονης ελληνικής πολιτείας, κατά την 200ή επέτειο από την εθνεγερσία, όσο και της παρούσας κυβέρνησης, η οποία αναρριχήθηκε στην εξουσία και στη βάση της ανάγκης ύπαρξης ευνομίας και ευταξίας.
Το μέτρο έχει τεθεί από την αρχαιότητα: “dura lex sed lex” και προφανώς πρέπει να τηρείται. Σε διαφορετική περίπτωση, υπάρχει διολίσθηση σε ένα επικίνδυνο μονοπάτι στο οποίο, ούτως ή άλλως, ταλαιπωρείται η χώρα μας εδώ και 200 χρόνια…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.